Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Αρχιμ. Αρσένιος Κατερέλος: Η Παναγία η Ησυχάστια - Ησυχασμός και ομολογία

 



Αρχιμ. Αρσένιος Κατερέλος: Η Παναγία η Ησυχάστια - Ησυχασμός και ομολογία
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΗΣΥΧΑΣΤΡΙΑ
ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑ
Σεβαστοί μου πατέρες, ὁσιολογιωτάτη Γερόντισσα Ἰωάννα μετά τῆς θεοφιλοῦς συνοδείας σας καί εὐλογημένοι προσκυνηταί τοῦ ἱεροῦ τούτου Ἡσυχαστηρίου, δέν ὑπάρχει μεγαλυτέρα χαρά καί δέν ὑφίσταται πλουσιωτέρα εὐλογία γιά τόν πραγματικά πιστό Ὀρθόδοξο Χριστιανό ἀπό τοῦ νά ὑμνῆ τήν Πανάχραντο Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποδίδοντας τήν προσκύνησι ἐνώπιον τῶν δύο πλέον εἰκόνων τῆς Παναγίας Παραμυθίας, ὕστερα ἀπό τό γνωστό πλέον πρόσφατο θαῦμα, τό ὁποῖο ἔλαβε χώρα ἐδῶ εἰς τό Μοναστῆρι, τῆς ἐδῶ δηλαδή ἐνθρονίσεως τῆς δευτέρας εἰκόνος τῆς Παναγίας Παραμυθίας ὑπό τῶν ἀναριθμήτων ἡδυφθόγγων πτηνῶν. Ὅταν μάλιστα ἡ ὕπαρξις, ἡ ἀγαπῶσα τόν Υἱόν τῆς Θεομήτορος, ἀποσπασμένη ἀπό τά τοῦ κόσμου ἡδέα, συναυλίζεται εὑρισκομένη νυχθημερόν ἐν ταῖς αὐλαῖς τῆς πρώτης Μοναχῆς καί Ἡσυχαστρίας, τῆς Παναγίας μας δηλαδή, τότε ἀσφαλῶς, κατ᾽ ἄνθρωπον, ὑφίστανται καί τοπικῶς ὅλες ἐκεῖνες οἱ προϋποθέσεις γιά κάθαρσι, φωτισμό καί θέωσι.
Ἄλλωστε, αὐτός εἶναι καί ὁ κατ᾽ ἐξοχήν προορισμός τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ Ἡσυχαστική πνευματική Παράδοσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Δέν ἀρκεῖ ἡ διαλεκτική, ἡ ἀνθρωπίνη σκέψις, κλπ., γιά νά φθάση κανείς εἰς τόν Θεόν, ὅπως ἀπό τότε καί ἕως τήν σήμερον ὑποστηρίζουν, ἐσφαλμένως προφανῶς, οἱ αἱρετικοί λατινόφρονες Παπικοί καί οἱ σύν αὐτοῖς. Ἀλλά ἀπαιτεῖται, γιά νά φθάση κανείς εἰς τόν Θεόν, ὀντολογικά ἡ ἐν Θεῷ σύγκρασις, νά γίνη ὁ ἄνθρωπος δηλαδή ἕνα κράμα μέ τόν Θεό. Δηλαδή, νά ἑνώνεται ὁ ἄνθρωπος, ὁλοένα καί περισσότερο, μέ ἄκτιστο θεία ἐνέργεια μέ ὅλο του τό εἶναι διά τῆς ἡδονικῆς θεοεμπειρίας. Ὅπως ψάλλωμε, ἐπί παραδείγματι, εἰς τούς αἴνους τῆς ἑορτῆς τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ἀναφερόμενοι πρός τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, λέγοντας ὁ ὑμνογράφος «νοΐ ἑνούμενος - μέ τόν Θεόν δηλαδή ἑνούμενος ὁ Μέγας Ἀντώνιος -, ἀλλά καί φωτός πληρούμενος», πληρούμενος δηλαδή θείου φωτός.
Αὐτό, δέν ἠμπορεῖ νά λάβη χώρα ἐντός τῆς ψευδοεκκλησίας τοῦ Παπισμοῦ, διότι ἐκτός τῶν ἄλλων ἐσφαλμένως καί δυστυχῶς, ἔχουν ταυτίσει εἰς τόν Θεόν τήν ἄκτιστον καί ἀπρόσιτον οὐσία Του μέ τήν ἄκτιστη καί μεθεκτή ἐνέργειά Του. Ἐπί πλέον δέ θεωροῦν, ὅτι ὁ Θεός ἐπικοινωνεῖ μέ τά κτίσματα, δηλαδή μέ τά δημιουργήματα, μέσῳ κτιστῶν ἐνεργειῶν. Ἀπό αὐτό ὅμως αὐτομάτως συνεπάγεται, κατ᾽ αὐτούς πάντα τούς Λατινόφρονας, ὅτι ἡ ἁγιαστική θεία Χάρις εἶναι κτιστή ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καί ἄρα δέν ἠμπορεῖ νά μᾶς θεώση καί νά μᾶς γλυτώση ἀπό τίς ὀδυνηρές καί πολλές συνέπειες τῆς κτιστότητος, τόν θάνατο, τήν φθορά, κλπ. Δέν ἠμπορεῖ νά μᾶς θεώση. Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο, τά ''Μυστήρια'' τῶν Παπικῶν εἰς τήν οὐσία δυστυχῶς δέν ὑφίστανται, δέν ὑπάρχουν εἰς τήν πραγματικότητα, μέ ὅ,τι θλιβερό αὐτό συνεπάγεται στήν θεογνωσία, στήν θεοκοινωνία καί στήν σωτηριολογία.
Ὅμως ἤδη διά τοῦ λόγου, ὁ ἡγεμόνας νοῦς ἐντός τῆς πνευματικῆς καρδίας ἀναπαύεται κυρίως καί πρωτίστως στίς θεομητορικές περιγραφές αὐτῶν τούτων τῶν θεωμένων Ἁγίων μας.
Στήν μεγάλη πραγματικότητα, ὅτι ἡ πρώτη Καθηγουμένη καί ἡ πρώτη πού ἀπήλαυσε σέ ὕψιστο καί ἀσύλληπτο βαθμό τά δῶρα τοῦ Ἡσυχασμοῦ εἶναι ἡ Κυρία Θεοτόκος, ὅπως αὐτό τό καταγράφει ξεκάθαρα ὁ κήρυκας τῆς Χάριτος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἔχοντας ὁ ἐν λόγῳ Ἅγιος βιώσει πρῶτα τίς προσωπικές του ἐμπειρίες καί ἀποκαλύψεις τῆς ἰδίας τῆς Προστάτιδος ὅλων ἡμῶν, τῆς Παναγίας μας δηλαδή, θά βεβαιώση ὅτι ἡ Θεοτόκος ἔζησε ὡς ἡσυχάστρια εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων κατά τρόπον ἀπόρρητον εἰς τούς ἀνθρώπους.
Ἔτσι, ἡ Παναγία μας προβάλλεται ἐνώπιόν μας ὡς ἰδανικόν πρότυπον πνευματικῆς τελειώσεως καί φυσικά ὡς ἰδεατό παράδειγμα πρός μίμησιν, γιά ὅλους βέβαια ἀνεξαρτήτως τούς πιστούς, ἰδίως δέ εἰς τούς φέροντας τό ἀγγελικόν Σχῆμα.
Αὐτός δέ ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος θά ἀποδείξη καί θά καταθέση εἰς τούς πιστούς ὅτι Αὕτη ἦτο ἡ μόνη κυρίως φερωνύμως Παρθένος, δηλαδή ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ παρθένος, ἡ ὁποία εἶχε ἀποκτήσει τήν τελείαν ἁγνείαν εἰς τό σῶμα καί εἰς τήν ψυχήν. Καί ὅτι οὐδείς μολυσμός, εἴτε τῶν αἰσθήσεων τοῦ σώματος, εἴτε καί τῶν πιό λεπτῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς ἦτο κἄν δυνατόν νά προσεγγίση τήν πάναγνον Κόρην.
Φυσικά, καί ἐκτός ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο, δέν ὑπάρχει διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας καί πραγματικός πιστός, πού νά μήν αἰσθάνεται τό ὅλως ἰδιαίτερον τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς τῆς Θεοτόκου. Αὐτή, ἡ Παναγία, ὄχι μόνον κατά τήν περίοδο πού εὑρίσκετο εἰς τόν μυστικόν "θάλαμον", εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅπου ὁ νοῦς Της ἦτο εἰς τόν ἰδιαίτερον "θάλαμον" τῆς Χάριτος, τήν ἀπόλυτον ἡσυχαστικήν ἔκφρασιν, καί συνωμίλει ἐκεῖ μέ τά οὐράνια πνεύματα καί ἐγεύετο τόν ἄρτον τῶν ἀγγέλων, ὄχι μόνον τότε, κατά τήν περίοδον ἐκείνην, ἀλλά καί καθ᾽ ὅλην τήν μοναδικήν καί ἀνεξιχνίαστον καί ξεχωριστήν Της ζωήν. Τό εἶναι τῆς Παναγίας ἦτο ἑνωμένο μέ τόν Θεόν σέ τέλειο καί ἀσύλληπτο βαθμό. 
Ἀκόμη καί ὅταν ὁ Υἱός Της καί Θεός Της καί Θεός μας ἐσταυρώνετο, ἡ ψυχή τῆς Παναγίας Μητέρας μας ἐβίωνε αὐτό τό πνεῦμα τοῦ Ἡσυχασμοῦ, καί μάλιστα εἰς τήν κορυφήν τῶν κορυφῶν δι᾽ αὐτῆς τῆς μυστικῆς θεοεπικοινωνίας καί θεοκοινωνίας.
Ἀλλά, καί ἐκτός τῆς Θεοτόκου, ὅλοι οἱ Ἅγιοι, τοὐλάχιστον μέ τήν εὐρεῖαν ἔννοιαν, ἀλλά καί μέ τήν στενήν ἀρκετοί ἀπό αὐτούς, ἀνεξαρτήτως δηλαδή τό ποῦ ἔζησαν, εἴτε στόν κόσμο, εἴτε στίς ἐρημιές, ὑπῆρξαν στήν οὐσία ὅλοι τους, πραγματικοί ἡσυχαστές, κατά τό ὀλιγώτερον ἤ περισσότερον.
Καί αὐτό, μέ δεδομένο ὅτι, ἐφ᾽ ὅσον οἱ Ἅγιοι εἶχαν ἐπιτύχει τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς τους, συνεπάγεται αὐτομάτως ὅτι σέ αὐτούς εἶχε ὄντως ἐπιστρέψει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ τους στήν οὐσία του. Διότι, μόνο σέ αὐτήν τήν περίπτωσι ἔχομε τήν τελεία ὑγεία τῆς ψυχῆς μας. Ἄλλωστε, οὐχ ὁ τόπος, ἀλλ᾽ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας ἔχει κυρίως σημασία γιά τόν ἁγιασμό μας.
Διά τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ὅπως τόν βιώνει ἡ Ὀρθόδοξη διαχρονική ἀναλλοίωτη πνευματικότητα, ὁ ἄνθρωπος ἀνάγεται μέ ἀκόρεστο κορεσμό σέ ἄληκτη θεοκοινωνία ἀπό αὐτήν τήν ζωή, ἡ ὁποία μέ τήν σειρά της μετατρέπεται, καί μόνον τότε μετατρέπεται, σέ ἀληθινή ἀνθρωποκοινωνία καί περιβαλλοντοκοινωνία. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔλεγε «μεῖζον μοι ἡ ''ἀπραξία''», δηλαδή ἡ πιό ἱερά του ἐργασία ἦτο, ὄχι ἡ κατά κόσμον, ἀλλά ἡ κατά Θεόν ἀπραξία.
Ἡ κατά Θεόν ἀπραξία ἀποτελεῖ τήν συνισταμένη καί τό καταστάλαγμα πολλῶν, ἀμετρήτων, πνευματικῶν ἀγώνων καί ἐνθέων δράσεων. Ὅπως τά πολλά χρώματα - πού φαίνονται στό γνωστό μας οὐράνιο τόξο, κλπ. - συνθέτουν τελικά καί δίδουν τό ἄχρωμο λευκό μας φῶς, ἔτσι καί οἱ πολλοί καί οἱ ποιοτικοί ἀγῶνες συντρέχουν καί ὁδηγοῦν τελικά εἰς τήν ἄληκτον καί ἀτελείωτον καί ἀκόρεστον κατά Θεόν ''ἀπραξίαν''. Μίαν ἀπραξίαν ὅμως, πού ὄχι μόνο τελικά δέν εἶναι ἀπραξία μέ τήν καθημερινή γνωστή ἔννοια τοῦ ὅρου, ἀλλά αὐτή ἡ κατά Θεόν ἀπραξία στηρίζει παντοιοτρόπως ὅλη τήν οἰκουμένη. Τόσο πολύ, ὅσο καμμία ἄλλη, ἔστω καί θεάρεστη δρᾶσι νά εἶναι αὐτή. Μία ἀπραξία, πού αὐτή τελικά τρέμει περισσότερο ἀπό ὅλα καί θά τρέμη ὅσο τίποτε ἄλλο ὁ Διάβολος μέ τήν συμμορία του καί τά ποικίλα φανερά, γνωστά καί κρυφά ὄργανά του.
Μόνο ἀπό τόν γνήσιο κατά Θεόν ἡσυχασμό, ὅλα ἐκπηγάζουν σωστά, ὅπως ἐπί παραδείγματι ἡ αὐτενέργητη καρδιακή νοερά ἀδιάλειπτη προσευχή. Δηλαδή νά λέμε τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ καί στόν ὕπνο μας, κι ὅταν σκεφτώμαστε, καί πάντα, ἀβίαστα πλέον. Ἀπό τόν ἡσυχασμό ἐπίσης ἐκπηγάζει καί ἡ Ὀρθόδοξος Θεολογία καί ὅλες γενικῶς, οἱ χριστοκεντρικές καί ὄχι εὐσεβιστικές ἀρετές. Ἀπό τόν ἡσυχασμό ἐκπηγάζει ἀκόμη καί αὐτό πού φαίνεται ὅτι εἶναι δῆθεν ἀντίθετο τοῦ ἡσυχασμοῦ, ἀκόμη  καί ἡ ἔνθεη δηλαδή ὁμολογία, πού εἶναι μία ἀπαραίτητος καί ἀναγκαία συνθήκη καί παράμετρος τῆς ὑγιοῦς πνευματικότητος.
Ἄλλωστε, ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία διδασκόμεθα, πάλιν καί πολλάκις, ὅτι ἡ θεία Πρόνοια αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἡσυχαστική καί δυναμική κατά Θεόν ἀπραξία εὐηρεστήθη νά χρησιμοποιήση, προκειμένου νά κατατροπώση τούς διαφόρους ἐχθρούς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλά καί τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης ὅτι ''ἡσυχαστής εἶναι ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ διά τοῦ ἀγῶνος του νά περιορίση τό ἀσώματον μέσα σέ σωματικό οἶκο, πού ἀσφαλῶς εἶναι πρᾶγμα παραδοξώτατο''. Σέ αὐτήν ἀκριβῶς τήν ρῆσι παρέπεμπαν καί οἱ ὑπέρμαχοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἡσυχαστικῆς Παραδόσεως ἔναντι τῆς πλανεμένης Λατινικῆς τοιαύτης, κατά τίς περίφημες Ἡσυχαστικές Ἔριδες τοῦ 14ου αἰῶνος.
Ἔλεγαν οἱ Ὀρθόδοξοι: «Ἔνδον τοῦ σώματος κατέχειν τόν νοῦν προσευχόμενον». Πρέπει δηλαδή νά εἶναι ὁ νοῦς μέσα στό σῶμα, κατά τήν προσευχή, καί νά μή διασκορπίζεται. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στόν Ὑπέρ τῶν Ἱερῶς Ἡσυχαζόντων λόγον του τονίζει ἀκριβῶς ὅτι πρέπει νά ἐντρέπωνται τοὐλάχιστον οἱ Λατινόφρονες τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Σιναΐτην, ὅταν σφαλερῶς οἱ ταλαίπωροι Λατῖνοι ὑποστηρίζουν ὅτι κατά τήν προσευχή ὁ νοῦς πρέπει νά εὑρίσκεται ἔξω ἀπό τό σῶμα.
Βέβαια, αὐτήν τήν θέσι-κλειδί γιά τήν Ὀρθόδοξη ἡσυχαστική πνευματικότητα τήν τονίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης ἐπί πλέον καί στήν 52α Παράγραφό του, στόν Περί Διακρίσεως λόγον του, λέγοντας: «Εἶναι ἐκ φύσεως ἀδύνατον ἕνα πρᾶγμα ἀσώματο - ὅπως γιά παράδειγμα εἶναι ὁ νοῦς - νά περιορίζεται ἐντός τοῦ σώματος. Ὅλα ὅμως εἶναι δυνατά σέ ἐκεῖνον πού ἀπέκτησε μέσα του τόν Θεόν».
Ἡ κατά Θεόν ἡσυχία, ὄχι ἁπλῶς δέν εἶναι μία παθητική κατάστασις, ἀλλά εἶναι ἡ πλέον δυναμική. Εἶναι τό ἄκρον ἐφετόν μέ πολυποίκιλους πνευματικούς καρπούς. Δέν εἶναι κἄν στάσις, ἀλλά εἶναι μία διαρκής καί ἀέναος κίνησις. Εἶναι μία ἀπό καί πρός τόν Θεόν, διά τοῦ Θεοῦ, θεοκατευθυνόμενη θεοκίνησις. Εἶχαν ἐρωτήσει ἕναν ἡσυχαστή, πού ἐξασκοῦσε πλήρως καί τήν τοπική καί τήν τροπική ἡσυχία, καί τοῦ εἶπαν: «Πῶς ἠμπορεῖς καί κάθεσαι τόσα χρόνια στό ἴδιο μέρος ἔγκλειστος;». Καί ἐκεῖνος ἀπήντησε λιτά: «Δέν κάθομαι. Συνεχῶς ταξειδεύω», ἄν καί ἦτο ἔγκλειστος. Καί προφανῶς ἐκεῖνος ὁ μακάριος δέν ἐννοοῦσε, ὅταν εἶπε ''ταξειδεύω'', συναισθηματικές ὀνειροπολήσεις, φαντασιώσεις, νοσηρές αὐθυποβολές ἤ ἄλλες χειρότερες ψυχοπαθητικές καταστάσεις, ἀλλά ὄντως ἐννοοῦσε ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀναβάσεις καί ἐμπειρίες.
Παράλληλα μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος - τοῦ αἵματος διά τόν Χριστόν ἐννοοῦμε -, ὁ ἡσυχαστικός κατά Θεόν βίος εἶναι ὅ,τι τό ἀνώτερον στόν ἐπίγειο βίο τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἔκφανσις πίστεως καί ἡ ἐναργεστέρα ἔκφρασις Χάριτος μέ ὑπεράριθμες εὐεργετικές ἐπιπτώσεις, ὄχι μόνο σέ προσωπικό ἐπίπεδο, ἀλλά καί σέ ὁλόκληρο τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καί μάλιστα διαχρονικῶς. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Διάβολος πολεμεῖ πολύ τόν μοναχισμό καί τά μοναστήρια, τά ὁποῖα εἶναι τά ἀλεξικέραυνα ὅλου τοῦ κόσμου.
Ἀπό ὅλους αὐτούς τούς χυμώδεις πνευματικούς καρπούς τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ἄς ἀναφέρωμε μόνο ἕναν, πού εἶναι ἡ ἔνθεος χαρά τῆς ὁμολογίας. Μόνο ἀπό τόν κατά Θεό ἡσυχασμό ἐκπηγάζει αὐτομάτως, ἀβιάστως, φυσικῷ τῷ τρόπῳ, ἡ ὑγιής, θεάρεστη, χωρίς ἐμμονές, φανατισμούς, ὑστερίες καί παρενέργειες ὁμολογία. Μία ὁμολογία χωρίς ἐμπάθειες, ἰδιοτέλειες, ἀδιακρισίες, ἀλλά καί χωρίς συμβιβασμούς. Ὁ ἡσυχασμός, ὄχι ἁπλῶς συνδυάζεται, ἀλλά ἀλληλοπεριχωρεῖται μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως καί τῆς ἀνοθεύτου Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Ἐπιβάλλεται ὁ μοναχισμός-ἡσυχασμός νά φέρη ὡς σφραγίδα γνησία του τήν ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί πνευματικότητος καί τήν σθεναράν ἀντίδρασιν ἐναντίον ὅλων ἐκείνων, πού ἰδιαίτερα στίς ἡμέρες μας, ἀντί πινακίου φακῆς, προσπαθοῦν καί θέλουν καί πωλοῦν τά πρωτοτόκια.
Ὅπως δέ ὁ ὄμορφος, ἀγαθός καί ὑγιής καρπός ἀποδεικνύει τήν ὑγεία τῆς ρίζης τοῦ δένδρου, οὕτω πως, ἔτσι καί ἡ ποιότης τῆς ὁμολογίας φανερώνει τήν γνησιότητα ἤ τό νόθον τοῦ μοναχικοῦ πνεύματος καί τό ἀνύπαρκτον ἤ τό αὐθεντικόν τοῦ ἡσυχαστικοῦ πνεύματος. Καί πῶς θά ἠμποροῦσε νά συμβαίνη διαφορετικά, ἀφοῦ διά τό ἀποτέλεσμα τοῦ αἰτιατοῦ προϋποτίθεται πάντα ἡ ὕπαρξις τῆς αἰτίας; Στό θέμα τοῦ γνησίου ἡσυχασμοῦ καί τῆς θεαρέστου ὁμολογίας τό ἕνα γεννᾷ τό ἄλλο καί τό ἕνα συναυξάνει μέ τό ἕτερο. Ἡσυχασμός καί ὁμολογία, ὁμολογία δι᾽ ἡσυχασμοῦ. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο τό ὅτι σέ ὅσους χώρους δέν καλλιεργεῖται τό ἕνα σωστά, καί τό ἄλλο, δυστυχῶς, ἀναποφεύκτως καί νομοτελειακῶς, ἀτροφεῖ καί μαραζώνει.
Ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, εὑρισκόμεθα σήμερα ἐδῶ, ἐντός τοῦ ἡσυχαστικοῦ καί ὁμολογιακοῦ αὐτοῦ ἱεροῦ Παρθενῶνος, στόν ὁποῖον πρίν δύο χρόνια, ὡς ξένον ἄκουσμα καί λάλημα εὐλογίας, ὑπό τῶν ἀλόγων πτηνῶν ἔλαβε χώραν ἡ ἐνθρόνησις τῆς δευτέρας εἰκόνος τῆς Παναγίας Παραμυθίας, πού εὑρίσκεται ἐδῶ ἐμπρός μας. Ἐξ οὗ καί ''Παναγία ἡ Εὐλαλοενθρονισθεῖσα''. Παρακαλῶ, ὅποιος τυχόν δέν γνωρίζει τό θαῦμα, ἄς ἐρωτήση τίς ἀδελφές γιά νά τό μάθη.
Ἀλήθεια, τά τιτιβίσματα αὐτῶν τῶν ἀναριθμήτων πουλιῶν δέν ἀποτελοῦν στήν οὐσία παρά μία νέα ὁμολογία διά τό πάνσεπτον Πρόσωπον τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Αὐτή δέ ἡ ὁμολογία τῶν πτερωτῶν θεόθεν ἀγγελιοφόρων, δέν ἀποτελεῖ ταυτοχρόνως καί ἕνα τρομερόν ἔλεγχον πρός ὅ,τι ἀντιβαίνει στήν διδασκαλία τοῦ Υἱοῦ Της καί Θεοῦ μας; Δηλαδή, στήν ἀναλλοίωτη πίστι τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, πού Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας; Προφανῶς καί ἀναμφισβήτητα ναί. Χιλιάδες ''ναί''. Τόσα ''ναί'', ὅσα καί τά πετεινά, πού τό καθένα ξεχωριστά κι ὅλα μαζί ταυτοχρόνως καί ὑπερθαυμαστῶς τό ἐπεβεβαίωσαν προσφάτως.
Τώρα πλέον, στήν περίπτωσί μας, δέν ἐλέγχει καί ἀποκαλύπτει τήν πραγματικότητα κάποια ὄνος τοῦ Βαλαάμ ὑπό τήν σκιάν τοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά τώρα, ἐντός τοῦ χώρου τῆς Χάριτος τῆς Καινῆς Διαθήκης, τά ἡδύγφογγα πετεινά, πού ''οὔτε σπείρουσι, οὔτε θερίζουσι, οὐδέ συνάγουσι εἰς ἀποθήκας'', αὐτά τά ἄλογα πτηνά μᾶς καθοδηγοῦν, σύν τοῖς ἄλλοις, καί εἰς τήν σχοινοβασία τῆς ἡσυχαστικῆς καί ὁμολογιακῆς ζωῆς.
Τότε, στήν Παλαιά Διαθήκη, μέσῳ τῆς ἀλόγου ὄνου, κατεδίκασε ὁ Θεός τήν ἀλογία τοῦ Προφήτου.
Ἐδῶ τώρα, ἐν προκειμένῳ, δέν ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Γεροντικοῦ ''τά πετεινά μοῦ κλέπτουσι τόν σπόρον'', ἐννοῶντας, μεταφορικῷ τῷ τρόπῳ, τόν ἐχθρό καί τόν κίνδυνο τοῦ μετεωρισμοῦ, ἰδίως κατά τήν διάρκεια τῆς προσευχῆς.
Στό συγκεκριμένο, πρίν δύο χρόνια, γνωστό πλέον θαυμαστό γεγονός, τά πετεινά μᾶς δείχνουν μέ τόν δικό τους χαριτωμένο τρόπο, τόν δρόμο τῆς ἐπιγνώσεως τῶν ἀνεξαντλήτων μεγαλείων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, καί δή τῆς Παναγίας Παραμυθίας, πού μητρικῶς παραμυθοῖ, ἐάν Τῆς τό ζητοῦμε, τούς πόνους μας καί τίς ἀνάγκες μας, ὄχι μόνο τίς πνευματικές, ἀλλά καί τίς σωματικές καί τίς βιοτικές.
Φυσικά, αὐτή ἡ ὑπερφυσική τιμή τῶν αὐτοκλήτων, ἤ μᾶλλον, θεοκλήτων πτερωτῶν ἐπισκεπτῶν καί ψαλτῶν πρός τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, αὐτή ἡ τιμή τῶν πουλιῶν, ''ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει'', ἐπί τόν Θεόν δηλαδή διαβαίνει.
Ὅπως ἡ Παναγία Μητέρα μας εἰς τόν γάμον τῆς Κανᾶ εἶπε στούς διακόνους «ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε», δηλαδή ''ὅ,τι σᾶς λέγει ὁ Χριστός νά τό κάνετε", ἔτσι καί τά ἀναρίθμητα σμήνη τῶν πτερωτῶν εὐλαλοσυνοδῶν, μιμούμενα τούς ἀνεκφράστους ὕμνους τῶν ἀγγέλων, ὑποψάλλοντας, κράζουν, βοοῦν καί διαλαλοῦν ἡδυφθόγγως, ὅτι τό μεγαλεῖο καί ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, «χθές καί σήμερον καί εἰς τούς αἰῶνας» εἶναι ἀναλλοίωτα. Αὐτό πλέον τό ἀντιλαμβάνεται σαφῶς κάθε καλοπροαίρετος ἄνθρωπος. Δέν ἀπαιτεῖται κἄν ἰδιαίτερη φώτισι. Ἁπλῶς, ἀπαιτεῖται καλή προαίρεσι.
Πῶς λοιπόν εἶναι δυνατόν νά εὑρίσκεται ἐχέφρων πνευματικά ἄνθρωπος, καί δή ρασοφόρος Θεοτοκόφιλος, ὁ ὁποῖος νά ἠμπορῆ ἔστω καί κατ᾽ ὀλίγον νά ἀρνηθῆ τά ἀνωτέρω; Ἑπομένως, ἐάν κανείς - ὦ, μή γένοιτο! - ἀρνῆται τόν ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ, τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄς ἐντραπῇ τοὐλάχιστον τόν "ἔλλογο" ἔλεγχο αὐτῶν τῶν ἀλόγων ἀλλά παραδεισίων φωνῶν, αὐτῶν δηλαδή τῆς πτερωτῆς τιμητικῆς τῆς Θεοτόκου φρουρᾶς, τά ὁποῖα καί ἀσφαλῶς ἐν προκειμένῳ νουθετοῦν τούς ἀτάκτους καί ἐνισχύουν τούς Ὀρθοδόξως φρονοῦντας καί πράττοντας. Ἐλέγχουν τούς ἀτάκτους περί τήν πίστιν καί τήν Ὀρθόδοξον πνευματικότητα, τούς ἀποκλίνοντας περί τά δόγματα καί τήν ἐφηρμοσμένην δογματικήν, πού εἶναι ἡ ἀναλλοίωτος Ὀρθόδοξος πνευματικότης.
Ἀλλά, ''φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος'', ἀλλά καί ''δόξα τῇ μακροθυμίᾳ Σου, Κύριε''!
Σεβαστή Γερόντισσα Ἰωάννα, εὔχεσθε, ὅπως διά πρεσβειῶν τῆς Κυρίας Θεοτόκου τῆς Παραμυθίας τῆς εὐλαλοενθρονισθείσης, στίς χαλεπές αὐτές ἡμέρες πού διανύομε, νά εὐλαλοησυχάζωμε θεοπρεπῶς καί ἐν παρρησίᾳ νά εὐλαλοομολογοῦμε σθεναρῶς, πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν, τήν ἀποκαλυπτικήν καί σώζουσαν καί ἀναλλοίωτον παναλήθειαν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί πνευματικότητος.
Εἴθε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἡ Παραμυθία, ὅπως, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διεφύλαξε τούς τότε ἀμελεῖς μοναχούς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπαιδίου ἀπό τήν ἐπερχομένη πειρατική προσβολή, ἔτσι καί τώρα νά διαφυλάσση ἐς ἀεί τόν ἱερόν καί ὄντως ὁμολογιακόν τοῦτον Παρθενῶνα. Εἴθε ἡ Παναγία Μητέρα μας νά χαρίζη εἰς ὅλους μας τήν ἀκρίβειαν τῆς πίστεως, τῆς ὁμολογίας καί τῆς ἡσυχαστικῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Ἔτσι μόνο θά προφυλαχθοῦμε ἀπό τούς  "πειρατές" τῆς ψυχῆς μας, πού εἶναι τά πάθη μας, ὁ Διάβολος καί ὁ κόσμος, ὁ ὁποῖος κόσμος κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ, ὥστε ὄχι μόνο νά μή ἀπενεργοποιοῦμε τήν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού μᾶς ἐδόθη κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Χρῖσμα, ἀλλά νά τήν αὐξάνωμε.
 
Χαῖρε Θεοτόκε, τήν ἡσυχίαν ἐπευλογοῦσα
Χαῖρε Σάς παρθένους, πρός Υἱόν Σου καθοδηγοῦσα
Χαῖρε Σύ ἀναγεννῶσα, ὁμολογίαν τῶν πιστῶν
Χαῖρε ἡ παρρησία, τῶν Ὀρθοδόξων μοναστῶν
Χαῖρε ἡ ἀμφοτέρας καταστάσεις ἁρμόζουσα
Χαῖρε σχοινοβασία Πίστεως καταρτίζουσα
Χαῖρε ἡσυχαστικῆς ὁμολογίας τό καύχημα
Χαῖρε θαρσαλέοις πατράσι τό ἔμβλημα
Χαῖρε ὅτι ὑποβάλλεις λαλιάν ἀληθείας
Χαῖρε ὅτι καταισχύνεις ὀθνείαν νεολογίαν
Χαῖρε Θεοτόκε, εὐλαλοενθρονισθεῖσα Παραμυθία!
Ἀμήν.
 
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἑσπερινή ὁμιλία εἰς τήν Ἱερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας καί Ἁγίου Γεωργίου Ἀνύδρου Γιαννιτσῶν - 20/1/2015)

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Χρίστος ή Χρήστος; Τι σημαίνει Χρίστος;


Χρίστος και Χρήστος: πρόκειται για δύο ομόηχες λέξεις, που, συχνά, συγχέονται.
Το όνομα Χρίστος παράγεται από το χριστός (κεχρισμένος και ο φέρων το χρίσμα και αρχ. ελλ. ρήμα: χρίω). Χρησιμοποιήθηκε ως επιθετικός προσδιορισμός της λέξης Ιησούς (Ιησούς Χριστός).


Άρχικα, η λέξη “χριστός” προσδιόριζε οτιδήποτε έχει επαλειφθεί με μύρο η αλοιφή και χρησιμοποιήθηκε για να μεταφραστεί η εβραική λέξη masiha, Μεσσίας (: μτφ χριστός, ο αλειμμένος με ειδικό έλαιο, που προέβλεπε ο εβραικός νόμος για τους ιερείς).

Έτσι η ελληνοεβραική φράση Ιησούς Χριστός δηλωνει τον κεχρισμένο από το Θεό, τον Σωτήρα (πβ. Ιωάνν. 1,41: ευρήκαμεν τον Μεσσίαν, ο εστίν ερμηνευόμενον τον Χριστόν).

Η λέξη Ιησούς προέρχεται από την εβραική Yesuah και είναι συντετμημένη μορφή του Yehosuah (μτφ: ο Γιαχβέ είναι σωτηρία).

Το όνομα Χρίστος είναι η φυσική κατάληξη της λ. Χριστός (με αναβιβασμό τόνου).

Η ελληνική λέξη Χριστός (: αλειμμένος) είναι η πιο δημοφιλής λέξη στον πλανήτη, επειδή ονομάστηκε έτσι ο ιδρυτής της Χριστιανικής θρησκείας (Cristo, Christ, Crist, Kristu…)

Η γραφή Χρήστος παράγεται από το ρήμα “χρη” και προσδιορίζει αυτόν που ζεί με τους πρέποντες κανόνες, τον ηθικό (π.χ. Τα χρηστά ήθη”).

Πηγή: xristianos.gr
- See more at: http://perivolipanagias.blogspot.gr/2015/01/blog-post_971.html#sthash.s9otonoS.dpuf

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Σταχυολογήματα περί Σιωπής

 


staxuologimata-peri-siopis
«το σιγάν κρείττον εστί του λαλείν»
Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ λέγει:
«Μην ανοίγεις το στόμα σου και την καρδιά σου στον καθένα, στους χίλιους κι αν ένας καταλάβει».
Όσιος Αρσένιος:
Προσευχόταν στον Θεό να του φανερώσει πως να σωθεί, κι άκουσε: «Φεύγε, σιώπα, ησύχαζε».
Αββάς Μωϋσής:
«Ο άνθρωπος που αγαπά τη σιωπή και αποφεύγει τις πολλές κουβέντες, μοιάζει με ώριμο σταφύλι γεμάτο γλυκό χυμό, ενώ ο πολυλογάς μοιάζει με αγουρίδα».
Αββάς Ποιμήν:
«Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που με τα χείλη σωπαίνουν και με το νού τους φλυαρούν, ενώ άλλοι μιλάνε από το πρωί ως το βράδυ κι όμως κρατάνε σιωπή, γιατί τίποτε από αυτά που λένε δεν είναι περιττό και ανώφελο».
«Αυτός που διδάσκει και δεν ποιεί αυτά που λέγει, μοιάζει με κρήνη (βρύση)  που τους άλλους ποτίζει και πλένει και τον εαυτό του δεν μπορεί να καθαρίσει».
«Ζητάμε από τους άλλους την τελειότητα και μείς δεν κάνουμε το παραμικρό. Αν η ζωή μας δεν έχει σχέση με τα λόγια μας και τα λόγια μας δεν ανταποκρίνονται με τη ζωή μας, μοιάζουμε με ψωμί δίχως αλάτι».
Γεροντικό:
Όσιος Εφραίμ ο Σύρος:
«Όποιος θέλει να λέει πολλά, ανοίγει μέτωπα και θα δεχθεί πόλεμο μίσους, όποιος μετρά τα λόγια του θ’ αγαπηθεί σύντομα».
Άγιος Νείλος ο Ασκητής:
«Η άμετρη πολυλογία θα σε λυπήσει και θα όργίσει τους δαίμονες. Η γλώσσα πολλούς κενόδοξους κατέστρεψε».
«Μ’ ένα ποτήρι νερό, μ’ ένα δίλεπτο, μ’ ένα «Κύριε ελέησον», μπορεί να σωθεί ο άνθρωπος. Δεν χρειάζεται να λέει κανείς συνεχώς πολλά».
Όσιος Ιωάννης ο Σιναίτης:
«Πρέπει να δούμε την αιτία απ’ όπου μπαίνει και βγαίνει το αμάρτημα της πολυλογίας. Η πολυλογία είναι θρόνος της ματαιοδοξίας, καθισμένη πάνω της η κενοδοξία προβάλλει και διαφημίζει τον εαυτό της. Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας, είσοδος στην κατάκριση, οδηγός στην ανοησία, πρόξενος του ψεύδους, διάλυση της πνευματικής ευφορίας της προσευχής. Είναι αυτή που προκαλεί και δημιουργεί την αδιαφορία για τις αμαρτίες, που εξαφανίζει την προφύλαξη του νού κατά των παθών, που ψυχραίνει την πνευματική θερμότητα και σκοτίζει την προσευχή».
Όσιος Πατήρ:
«Η σιωπή που ασκείται μ’ επίγνωση και διάκριση, είναι:
·         μητέρα της προσευχής,
·         ανάκληση από την αιχμαλωσία των παθών,
·         επιστάτης των λογισμών,
·         σκοπός που παρατηρεί τους εχθρούς,
·         δέσμευση του πνευματικού πένθους για τις αμαρτίες μας,
·         φίλη των καρδιακών δακρύων που είναι καρποί της προσευχής,
·         καλλιεργητής της μνήμης του θανάτου,
·         εχθρός του αδιάκριτου θάρρους,
·         σύζυγος της ησυχίας,
·         αντίπαλος της τάσης να κάνεις τον δάσκολο,
·         μυστική πνευματική πρόοδος,
·         κρυφή πνευματική ανάβαση».

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;


Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;
– Η Παναγία, όποτε έχουµε ανάγκη, απαντά αµέσως στην προσευχή µας• όποτε δεν έχουµε, µας αφήνει, για να αποκτήσουµε λίγη παλληκαριά.

Όταν ήµουν στην Μονή Φιλοθέου, µια φορά, αµέσως µετά την αγρυπνία της Παναγίας µε έστειλε ένας Προιστάµενος να πάω ένα γραµµα στην Μονή Ιβήρων. Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της µονής και να περιµένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν µε το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο µοναστήρι µας – απόσταση µιαµιση ώρα µε τα πόδια.

Ήµουν από νηστεία και από αγρυπνία. Τότε την νηστεία του Δεκαπενταυγούστου την χώριζα στα δύο• µέχρι της Μεταµορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ηµέρα της Μεταµορφώσεως έτρωγα, και µετά µέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.

Έφυγα λοιπόν αµέσως µετά την αγρυπνία και ούτε σκέφθηκα να πάρω µαζί µου λίγο παξιµάδι. Έφθασα στην Μονή Ιβήρων, έδωσα το γραµµα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιµένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευµα, αλλά αργούσε να έρθη.

Άρχισα εν τω µεταξύ να ζαλίζοµαι. Πιό πέρα είχε µια στοίβα από κορµούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα µε τον λογισµο µου: «Ας πάω να καθήσω εκεί που είναι λίγο απόµερα, για να µη µε δη κανείς και αρχίση να µε ρωτάη τι έπαθα». Όταν κάθησα, µου πέρασε ο λογισµος να κάνω κοµποσχοίνι στην Παναγία να µου οικονοµήση κάτι.

Αλλά αµέσως αντέδρασα στον λογισµο και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πραγµατα θα ενοχλής την Παναγία;». Τότε βλέπω µπροστά µου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωµι, δύο σύκα και ένα µεγάλο τσαµπι σταφύλι. «Πάρε αυτά, µου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε. Ε, τότε διαλύθηκα• µε έπιασαν τα κλαµατα, ούτε ήθελα να φάω πιά … Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζη και για τις µικρότερες λεπτοµέρειες! Ξέρεις τι θα πη αυτό!

Γέροντος Παισίου «ΛΟΓΟΙ, τόμ. Ϛ´, Περί Προσευχής» 

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

ΛΟΓΟΣ ΣΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΑΓ.ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

                          

                                             

Εἰς τό Γενέθλιον τοῦ Κυρίου Ἡμῶν ‘Ιησοῦ Χριστοῦ

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
 
 
 
Μυστήριο παράξενο καὶ παράδοξο ἀντικρύζω. Βοσκῶν φωνὲς φτάνουν στ’ αὐτιά μου. Δὲν παίζουν σήμερα μὲ τὶς φλογέρες τοὺς κάποιον τυχαῖο σκοπό. Τὰ χείλη τοὺς ψάλλουν ὕμνο οὐράνιο.
Οἱ ἄγγελοι ὑμνολογοῦν, οἱ ἀρχάγγελοι ἀνυμνοῦν, ψάλλουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ δοξολογοῦν τὰ Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν ὅλοι, βλέποντας τὸ Θεὸ στὴ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο στοὺς οὐρανούς.
Σήμερα ἡ Βηθλεὲμ μιμήθηκε τὸν οὐρανό: Ἀντὶ γι’ ἀστέρια, δέχτηκε τοὺς ἀγγέλους· ἀντὶ γιὰ ἥλιο, δέχτηκε τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Καὶ μὴ ζητᾶς νὰ μάθεις τὸ πῶς. Γιατί ὅπου θέλει ὁ Θεός, ἀνατρέπονται οἱ φυσικοὶ νόμοι.
Ἐκεῖνος λοιπὸν τὸ θέλησε. Καὶ τὸ ἔκανε. Κατέβηκε στὴ γῆ κι ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο. Ὅλα συνεργάστηκαν μαζί Του γι’ αὐτὸν τὸ σκοπό.
Σήμερα γεννιέται Αὐτὸς ποὺ ὑπάρχει αἰώνια, καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν ὑπῆρξε. Εἶναι Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος! Γίνεται ἄνθρωπος καὶ πάλι Θεὸς μένει!
Ὅταν γεννήθηκε, οἱ Ἰουδαῖοι δὲν δέχονταν τὴν παράδοξη γέννησή Του: Ἀπὸ τὴ μία οἱ Φαρισαῖοι παρερμήνευαν τὰ ἱερὰ βιβλία· κι ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ γραμματεῖς δίδασκαν ἀλλὰ ἀντὶ ἄλλων. O Ἡρώδης πάλι, ζητοῦσε νὰ βρεῖ τὸ νεογέννητο Βρέφος ὄχι γιὰ νὰ τὸ τιμήσει, μὰ γιὰ νὰ τὸ θανατώσει.
Ἐ λοιπόν, ὅλοι αὐτοὶ σήμερα τρίβουν τὰ μάτια τους, βλέποντας τὸ Βασιλιὰ τ’ οὐρανοῦ νὰ βρίσκεται στὴ γῆ μ’ ἀνθρώπινη σάρκα, γεννημένος ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.
Καὶ ἦρθαν οἱ βασιλιάδες νὰ προσκυνήσουν τὸν ἐπουράνιο Βασιλιὰ τῆς δόξας.
Ἦρθαν οἱ στρατιῶτες νὰ ὑπηρετήσουν τὸν Ἀρχιστράτηγο τῶν οὐράνιων Δυνάμεων.
Ἦρθαν οἱ γυναῖκες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ μετέβαλε τὶς λύπες τῆς γυναίκας σὲ χαρά.
Ἦρθαν οἱ παρθένες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ δημιούργησε τοὺς μαστοὺς καὶ τὸ γάλα, καὶ τώρα θηλάζει ἀπὸ Μητέρα Παρθένο.
Ἦρθαν τὰ νήπια νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε νήπιο, γιὰ νὰ συνθέσει δοξολογικὸ ὕμνο «ἀπ’ τὰ στόματα τῶν νηπίων» (Ψάλμ. 8:3).
Ἦρθαν τὰ παιδιὰ νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη τὰ ἀνέδειξε σὲ πρωτομάρτυρες.
Ἦρθαν οἱ ποιμένες νὰ προσκυνήσουν τὸν καλὸ Ποιμένα, ποὺ θυσίασε τὴ ζωή Του γιὰ χάρη τῶν προβάτων.
Ἦρθαν οἱ ἱερεῖς νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε ἀρχιερέας ὅπως ὁ Μελχισεδὲκ (Ἑβρ. 5:10).
Ἦρθαν οἱ δοῦλοι νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ πῆρε μορφὴ δούλου, γιὰ νὰ μετατρέψει τὴ δουλεία μᾶς σ’ ἐλευθερία.
Ἦρθαν οἱ ψαράδες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ τοὺς μετέβαλε σὲ «ψαράδες ἀνθρώπων» (Μάτθ. 4:19)
Ἦρθαν οἱ τελῶνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ τοὺς τελῶνες ἀνέδειξε εὐαγγελιστή.
Ἦρθαν οἱ πόρνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ παρέδωσε τὰ πόδια του στὰ δάκρυα μίας πόρνης.
Κοντολογίς, ἦρθαν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ νὰ δοῦν τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σηκώνει στοὺς ὤμους Τοῦ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου:
Οἱ μάγοι γιὰ νὰ Τὸν προσκυνήσουν·
οἱ ποιμένες γιὰ νὰ Τὸν δοξολογήσουν·
οἱ τελῶνες γιὰ νὰ Τὸν κηρύξουν·
οἱ πόρνες γιὰ νὰ Τοῦ προσφέρουν μύρα·
ἡ Σαμαρείτισσα γιὰ νὰ ξεδιψάσει·
ἡ Χαναναία γιὰ νὰ εὐεργετηθεῖ.
 ***
Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλοι σκιρτοῦν ἀπὸ χαρά, θέλω κι ἐγὼ νὰ σκιρτήσω, θέλω νὰ χορέψω, θέλω νὰ πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αὐλό, δίχως λαμπάδες ἀναμμένες στὰ χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, ἀντὶ γι’ αὐτά, τὰ σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτὰ ἡ ζωή μου, αὐτὰ ἡ σωτηρία μου, αὐτὰ ὁ αὐλός μου, αὐτὰ ἡ κιθάρα μου. Γι’ αὐτὸ τὰ ‘χω μαζί μου: Γιὰ νὰ πάρω ἀπὸ τὴ δύναμή τους δύναμη, γιὰ νὰ φωνάξω μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, «δόξα στὸν ὕψιστο Θεό», καὶ μὲ τοὺς ποιμένες, «καὶ εἰρήνη στὴ γῆ, εὐλογία στοὺς ἀνθρώπους» (Λούκ. 2:14).
Καὶ ξέρετε γιατί; Γιατί Ἐκεῖνος ποὺ προαιώνια γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀνεξήγητα, γεννιέται σήμερα ἀπὸ παρθένα ὑπερφυσικά. Τὸ πώς, τὸ γνωρίζει ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς μόνο τοῦτο μποροῦμε νὰ ποῦμε: Πὼς ἀληθινὴ εἶναι καὶ ἡ οὐράνια γέννησή του, ἀδιάψευστη εἶναι καὶ ἡ ἐπίγεια. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι γεννήθηκε Θεὸς ἀπὸ Θεό, ἀλήθεια εἶναι καὶ ὅτι γεννήθηκε ἄνθρωπος ἀπὸ παρθένα. Στὸν οὐρανὸ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα μόνο, γιὸς Τοῦ μονογενής. Καὶ στὴ γῆ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο μόνο, γιὸς τῆς μονογενής. Ὅπως στὴν περίπτωση τῆς οὐράνιας γεννήσεώς Του εἶναι ἀσέβεια νὰ σκεφτοῦμε μητέρα, ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τῆς ἐπίγειας γεννήσεώς Του εἶναι βλασφημία νὰ ὑποθέσουμε πατέρα. Ὁ Θεὸς Τὸν γέννησε μὲ τρόπο θεϊκό. Ἡ Παρθένος Τὸν γέννησε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό. Ἔτσι, οὔτε ἡ οὐράνια γέννησή Του μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐνανθρώπησή Του μπορεῖ νὰ ἐρευνηθεῖ. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ἡ Παρθένος σήμερα τὸ γνωρίζω. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ὁ Θεὸς προαιώνια τὸ πιστεύω. Κι ἔχω μάθει νὰ τιμῶ σιωπηλὰ τὴ γέννησή Του, χωρὶς φιλοπερίεργες ἔρευνες κι ἀνώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ’ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ Θεό, δὲν πρέπει νὰ στέκεται κανεὶς στὴ φυσικὴ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ νὰ πιστεύει στὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ κατευθύνει τὰ πάντα.
Τί φυσικότερο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει μία παντρεμένη γυναίκα; Ἀλλὰ καὶ τί πιὸ παράδοξο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει παιδὶ μία παρθένα, δίχως ἄνδρα, καὶ νὰ παραμείνει παρθένα;
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν μποροῦμε νὰ ἐρευνοῦμε ὅ,τι γίνεται σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Ὅ,τι ὅμως συμβαίνει μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἂς τὸ σεβόμαστε σιωπηλά. Ὄχι γιατί εἶναι ἐπικίνδυνο, ἀλλὰ γιατί εἶναι ἀνερμήνευτο.
 Φόβο νιώθω μπροστὰ στὸ θεῖο μυστήριο.
Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
 ***
Βλέπω ἐκείνη ποὺ γέννησε. Βλέπω κι Ἐκεῖνον ποὺ γεννήθηκε. Ἀλλὰ τὸν τρόπο τῆς γεννήσεως δὲν μπορῶ νὰ τὸν καταλάβω. Ὅπου θέλει, βλέπετε, ὁ Θεός, νικῶνται οἱ φυσικοὶ νόμοι. Ἔτσι ἔγινε κι ἐδῶ: Παραμερίστηκε ἡ φυσικὴ τάξη καὶ ἐνέργησε ἡ θεία θέληση.
Πόσο ἀνέκφραστη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ!
Ὁ προαιώνιος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄφθαρτος καὶ ἀόρατος καὶ ἀσώματος, κατοίκησε μέσα στὸ φθαρτὸ καὶ ὁρατὸ σῶμα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Νά, ὅπως ξέρετε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ’ ὅ,τι βλέπουμε παρὰ σ’ ὅ,τι ἀκοῦμε. Στὰ ὁρατὰ πιστεύουμε. Στ’ ἀόρατα ὄχι. Ἔτσι δὲν πιστεύαμε στὸν ἀόρατο ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ λατρεύαμε ὁρατὰ εἴδωλα μὲ μορφὴ ἀνθρώπων.
Δέχτηκε λοιπὸν ὁ Θεὸς νὰ παρουσιαστεῖ μπροστὰ μας μὲ ὁρατὴ μορφὴ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ διαλύσει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὴν ὕπαρξή Του. Κι ὕστερα, ἀφοῦ μᾶς διδάξει μὲ τὴν αἰσθητὴ καὶ ἀναμφισβήτητη παρουσία Του, νὰ μᾶς ὁδηγήσει εὔκολα στὴν ἀληθινὴ πίστη, στ’ ἀόρατα καὶ ὑπερφυσικά.
Κατάπληξη μὲ γεμίζει τὸ θαῦμα!
Παιδὶ βλέπω τὸν προαιώνιο Θεό!
Σὲ φάτνη ἀναπαύεται, Αὐτὸς ποὺ ἔχει θρόνο τὸν οὐρανό!
Χέρια ἀνθρώπινα ἀγγίζουν τὸν ἀπρόσιτο κι ἀσώματο!
Μὲ σπάργανα εἶναι σφιχτοδεμένος, Αὐτὸς ποὺ σπάει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας!
Ὅμως… τοῦτο εἶναι τὸ θέλημά Του: Τὴν ἀτιμία νὰ μεταβάλει σὲ τιμή· μὲ δόξα νὰ ντύσει τὴν εὐτέλεια· καὶ τὴν προσβολὴ σ’ ἀρετὴ νὰ μεταπλάσει.
Πῆρε τὸ σῶμα μου. Μοῦ προσφέρει τὸ Πνεῦμα Του. Μοῦ χαρίζει τὸ θησαυρὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς, παίρνοντας ἀλλὰ καὶ δίνοντάς μου: Παίρνει τὴ σάρκα μου γιὰ νὰ μὲ ἁγιάσει· μοῦ δίνει τὸ Πνεῦμα Του γιὰ νὰ μὲ σώσει.
«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος» (Ἤσ. 7:14).
Τὰ λόγια εἶναι τῆς συναγωγῆς, μὰ τὸ ἀπόκτημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ συναγωγὴ ἔβαψε τὸ νῆμα· ἡ Ἐκκλησία φόρεσε τὴ βασιλικὴ στολή.
Ἡ Ἰουδαία Τὸν γέννησε· ἡ οἰκουμένη Τὸν ὑποδέχτηκε.
Ἡ συναγωγὴ Τὸν θήλασε καὶ Τὸν ἔθρεψε· ἡ Ἐκκλησία Τὸν παρέλαβε καὶ ὠφελήθηκε.
Στὴ συναγωγὴ βλάστησε τὸ κλῆμα· ἐμεῖς ὅμως ἀπολαμβάνουμε τὰ σταφύλια τῆς ἀλήθειας.
Ἡ συναγωγὴ τρύγησε τὰ σταφύλια· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως πίνουν τὸ μυστικὸ πιοτό.
Ἐκείνη ἔσπειρε στὴν Ἰουδαία τὸ σπόρο· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως θέρισαν τὸ στάχυ μὲ τὸ δρεπάνι τῆς πίστεως. Αὐτοὶ ἔκοψαν μὲ σεβασμὸ τὸ ρόδο, καὶ στοὺς Ἰουδαίους ἔμεινε τὸ ἀγκάθι τῆς ἀπιστίας.
Τὸ πουλάκι πέταξε, κι αὐτοὶ οἱ ἀνόητοι κάθονται καὶ φυλᾶνε ἀκόμα τὴ φωλιά.
Οἱ Ἰουδαῖοι πασχίζουν νὰ ἑρμηνεύσουν τὸ βιβλίο τοῦ γράμματος, καὶ οἱ εἰδωλολάτρες τρυγοῦν τὸν καρπὸ τοῦ Πνεύματος.
«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος».
Πές μου, Ἰουδαῖε, πές μου λοιπόν, ποιὸν γέννησε;
Δεῖξε, σὲ παρακαλῶ, θάρρος, ἔστω καὶ σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἔδειξες μπροστὰ στὸν Ἡρώδη. Ἀλλὰ δὲν ἔχεις θάρρος. Καὶ ξέρω γιατί. Γιατί εἶσαι ἐπίβουλος. Στὸν Ἡρώδη μίλησες γιὰ νὰ Τὸν ἐξολοθρεύσει· καὶ σ’ ἐμένα δὲν μιλᾶς γιὰ νὰ μὴν Τὸν προσκυνήσω.
Ποιὸν λοιπὸν γέννησε; Ποιόν;
Τὸ Δημιουργό της κτίσεως. Κι ἂν ἐσὺ σωπαίνεις, ἡ φύση τὸ βροντοφωνάζει. Τὸν γέννησε λοιπὸν μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ ἴδιος θέλησε νὰ γεννηθεῖ. Στὴ φύση δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα μίας τέτοιας γεννήσεως. Ἐκεῖνος ὅμως, ὡς κύριος της φύσεως, ἐπινόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι ἔδειξε ἔτσι ὅτι, καὶ ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε, δὲν γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος, μὰ ὅπως μόνο σὲ Θεὸ ταιριάζει.
Ἐκεῖνος ποὺ ἔπλασε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ παρθένα γῆ, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ κατόπιν ἔκαμε γυναίκα, γεννήθηκε σήμερα ἀπὸ παρθένα κόρη ποὺ νίκησε τὴ φύση, ξεπερνώντας τὸ νόμο τοῦ γάμου.
Ὁ Ἀδὰμ τότε, χωρὶς νὰ ἔχει γυναίκα, γυναίκα ἀπόκτησε.
Ἡ Παρθένος τώρα, χωρὶς νὰ ἔχει ἄνδρα, ἄνδρα γέννησε.
Καὶ γιατί ἔγινε αὐτό; Νὰ γιατί:
Οἱ γυναῖκες εἶχαν ἕνα παλαιὸ χρέος πρὸς τοὺς ἄνδρες, ἀφοῦ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ εἶχε βλαστήσει γυναίκα χωρὶς τὴ μεσολάβηση ἄλλης γυναίκας. Γιὰ αὐτὸ ἡ Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στοὺς ἄνδρες τὸ χρέος τῆς Εὕας, γέννησε χωρὶς ἄνδρα, δείχνοντας ἔτσι τὴν ἰσοτιμία τῆς φύσεως.
Σῶος ἔμεινε ὁ Ἀδὰμ μετὰ τὴν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του.
Ἀδιάφθορη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Βρέφους.
Ἀλλὰ πρόσεξε καὶ κάτι ἀκόμα:
Δὲν ἔπλασε ὁ Κύριος κάποιο ἄλλο σῶμα γιὰ νὰ ἐμφανιστεῖ στὴ γῆ. Πῆρε τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι περιφρονεῖ τὴν ὕλη ἀπὸ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ὁ Ἀδάμ. Ἦρθαν ἔτσι, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, σὲ μυστικὴ ἕνωση. Κι ὁ διάβολος, ποὺ εἶχε ὑποδουλώσει τὸν ἄνθρωπο, τράπηκε σὲ φυγή.
Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, ἀλλὰ γεννιέται ὡς Θεός. Ἂν προερχόταν, ὅπως ἐγώ, ἀπὸ ἕναν κοινὸ γάμο, πολλοὶ θὰ θεωροῦσαν ἀπάτη τὴ γέννησή Του. Γι’ αὐτὸ γεννιέται ἀπὸ παρθένα· γι’ αὐτὸ διατηρεῖ τὴ μήτρα τῆς ἄθικτη· γι’ αὐτὸ διαφυλάσσει τὴν παρθενία τῆς ἀκέραιη: Γιὰ νὰ γίνει ὁ παράξενος τρόπος τῆς γεννήσεως αἰτία ἀκλόνητης πίστεως.
Σ’ αὐτὸν λοιπὸν ποὺ θ’ ἀμφισβητήσει τὴν ἄσπορη γέννηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐπικαλεστῶ ὡς μάρτυρα τὴν ἀμόλυντη σφραγίδα τῆς παρθενίας.
Πές μου λοιπόν, Ἰουδαῖε, γέννησε ἡ Παρθένος ἢ ὄχι; Κι ἂν μὲν γέννησε, γιατί δὲν ὁμολογεῖς τὴν ὑπερφυσικὴ γέννηση; Ἂν πάλι δὲν γέννησε, γιατί ἐξαπάτησες τὸν Ἡρώδη; Ὅταν ἐκεῖνος ζητοῦσε νὰ μάθει ποὺ θὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός, ἐσὺ δὲν εἶπες «στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας» (Μάτθ. 2:4); Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν πόλη ἢ τὸν τόπο; Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν ἀξία τοῦ Βρέφους ποῦ ἦρθε στὸν κόσμο; Ὁ Ἠσαΐας καὶ οἱ προφῆτες σας δὲν μίλησαν γι’ Αὐτό; Κι ἐσεῖς, οἱ ἀγνώμονες ἐχθροί, δὲν ἐξηγήσατε τὴν ἀλήθεια; Ἐσεῖς, οἱ γραμματεῖς κι οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ἀκριβεῖς φύλακες τοῦ νόμου, δὲν μᾶς διδάξατε γιὰ τὸ Χριστό; Ἐσεῖς δὲν ἑρμηνεύσατε τὶς Γραφές; Μήπως ἐμεῖς γνωρίζαμε τὴ γλώσσα σας; Καὶ ὅταν γέννησε ἡ Παρθένος, ἐσεῖς δὲν παρουσιάσατε στὸν Ἡρώδη τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτη Μιχαία, «Ἀλλ’ ἀπὸ σένα, Βηθλεέμ, πόλη τῆς περιοχῆς τοῦ Ἐφραθᾶ, ἂν καὶ εἶσαι μία ἀπὸ τὶς μικρότερες πόλεις τοῦ Ἰούδα, θὰ ἀναδειχθεῖ ἀρχηγὸς τοῦ Ἰσραὴλ» (Μίχ. 5:1);
Πολὺ καλὰ εἶπε ὁ προφήτης «ἀπὸ σένα». Ἀπὸ σᾶς προῆλθε καὶ παρουσιάστηκε σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο.
Παρουσιάστηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ καθοδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους. Παρουσιάστηκε ὡς Θεός, γιὰ νὰ σώσει τὴν οἰκουμένη.
Μὰ τί ὠφέλιμοι ἐχθροὶ ποὺ εἲστ’ ἐσεῖς! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!
Ἐσεῖς κατὰ λάθος δείξατε πὼς τὸ νεογέννητό της Βηθλεὲμ εἶναι Θεός. Ἐσεῖς Τὸν κηρύξατε χωρὶς νὰ τὸ θέλετε. Ἐσεῖς Τὸν φανερώσατε, πασχίζοντας νὰ Τὸν κρύψετε. Ἐσεῖς Τὸν εὐεργετήσατε, ἐπιθυμώντας νὰ Τὸν βλάψετε.
Τί ἀστοιχείωτοι δάσκαλοι εἶστε, ἀλήθεια; Ἐσεῖς πεινᾶτε, καὶ τρέφετε ἄλλους. Ἐσεῖς διψᾶτε, καὶ ποτίζετε ἄλλους. Πάμφτωχοι εἶστε, καὶ πλουτίζετε ἄλλους.
 Ἐλᾶτε λοιπὸν νὰ γιορτάσουμε! Ἐλᾶτε νὰ πανηγυρίσουμε! Εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς γιορτῆς -ὅσο παράξενος εἶναι κι ὁ λόγος τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Σήμερα λύθηκαν τὰ μακροχρόνια δεσμά.
Ὁ διάβολος καταντροπιάστηκε.
Οἱ δαίμονες δραπέτευσαν.
Ὁ θάνατος καταργήθηκε.
Ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε.
Ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε.
Ἡ ἁμαρτία διώχτηκε.
Ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε.
Ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε.
Τὸ κήρυγμα τῆς εὐσέβειας ξεχύθηκε καὶ διαδόθηκε παντοῦ.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μεταφυτεύθηκε στὴ γῆ.
Οἱ ἄγγελοι συνομιλοῦν μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅλα ἔγιναν ἕνα.
Γιατί;
Γιατί κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ κι ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στοὺς οὐρανούς. Κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ πάλι βρίσκεται στὸν οὐρανό. Ὁλόκληρος εἶναι στὸν οὐρανὸ κι ὁλόκληρος στὴ γῆ. Ἔγινε ἄνθρωπος κι εἶναι Θεός. Εἶναι Θεὸς καὶ πῆρε σάρκα. Κρατιέται σὲ παρθενικὴ ἀγκαλιὰ καὶ στὰ χέρια Τοῦ κρατάει τὴν οἰκουμένη.
Τρέχουν κοντὰ Τοῦ οἱ μάγοι. Τρέχουμε κι ἐμεῖς. Τρέχει καὶ τ’ ἀστέρι γιὰ νὰ φανερώσει τὸν Κύριο τ’ οὐρανοῦ. Μά… κι Ἐκεῖνος τρέχει. Τρέχει πρὸς τὴν Αἴγυπτο. Καὶ φαίνεται βέβαια, πὼς πηγαίνει ἐκεῖ γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Ὅμως τοῦτο γίνεται γιὰ νὰ ἐκπληρωθοῦν τὰ προφητικὰ λόγια: «Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς θὰ πάρει τρίτος, μετὰ τοὺς Ἀσσυρίους καὶ τοὺς Αἰγυπτίους, τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ» (Ἤσ. 19:24).
Τί λές, Ἰουδαῖε; Ἐσὺ ποῦ ἤσουν πρῶτος ἔγινες τρίτος; Οἱ Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Ἀσσύριοι μπῆκαν μπροστά, καὶ ὁ πρωτότοκος Ἰσραὴλ πῆγε πίσω;
Ναί. Ἔτσι εἶναι. Οἱ Ἀσσύριοι θὰ γίνουν πρῶτοι, ἐπειδὴ αὐτοὶ πρῶτοι μὲ τοὺς μάγους τοὺς προσκύνησαν τὸν Κύριο. Πίσω τους οἱ Αἰγύπτιοι, ποὺ Τὸν δέχτηκαν, ὅταν κατέφυγε στὰ μέρη τους γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Τρίτος καὶ τελευταῖος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, ποὺ γνώρισε τὸν Κύριο ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, μετὰ τὴ βάπτισή Του στὸν Ἰορδάνη.
Τί ἄλλο μένει νὰ πῶ;
Δημιουργὸ καὶ φάτνη βλέπω… Βρέφος καὶ σπάργανα… Λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή… Ἀνέχεια πολλή…
Εἶδες ὅμως τί πλοῦτος μέσα στὴ μεγάλη φτώχεια; Ὁ Πλούσιος ἔγινε φτωχὸς γιὰ χάρη μας. Δὲν ἔχει οὔτε κρεβάτι οὔτε στρῶμα. Μέσα σὲ ταπεινὸ παχνὶ Τὸν ἔχουν ἀποθέσει…
Ὢ φτώχεια, πλούτου πηγή!
Ὢ πλοῦτε ἀμέτρητε, κρυμμένε μὲς στὴ φτώχεια!
Μέσα στὴ φάτνη κείτεσαι καὶ τὴν οἰκουμένη σαλεύεις.
Μέσα σὲ σπάργανα τυλίγεσαι καὶ σπᾶς τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας.
Λέξη ἀκόμα δὲν ἄρθρωσες καὶ δίδαξες στοὺς μάγους τὴ θεογνωσία.
 ***
Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
Νὰ Βρέφος σπαργανωμένο!
Νὰ ἡ Μαρία, Μητέρα καὶ Παρθένος μαζί!
Νὰ ὁ Ἰωσήφ, πατέρας τάχα τοῦ Παιδιοῦ!
Ἐκείνη ἡ γυναίκα, αὐτὸς ὁ ἄνδρας. Νόμιμες οἱ ὀνομασίες, ἀλλὰ χωρὶς περιεχόμενο.
Ὁ Ἰωσὴφ μνηστεύθηκε μόνο τὴ Μαρία, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν ἐπισκίασε. Ἔτσι, γεμάτος ἀπορία, δὲν ἤξερε τί νὰ ὑποθέσει γιὰ τὸ Βρέφος: Νὰ πεῖ πὼς ἦταν καρπὸς μοιχείας, δὲν τολμοῦσε. Νὰ προσφέρει λόγο βλάσφημο ἐναντίον τῆς Παρθένου, δὲν μποροῦσε. Οὔτε πάλι δεχόταν τὸ Παιδὶ σὰν δικό του, γιατί τοῦ ἦταν ἄγνωστο τὸ πὼς καὶ ἀπὸ ποιὸν γεννήθηκε.
Ἀλλὰ νά, πού, πάνω στὴ σύγχυσή του, παίρνει ἀπάντηση ἀπὸ τὸν οὐρανό, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέλου: «Ἰωσήφ, μὴ διστάσεις νὰ πάρεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαριάμ, γιατί τὸ παιδὶ ποὺ περιμένει προέρχεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα» (Μάτθ. 1:20). Καὶ φανέρωσε ἔτσι σ’ ἐκεῖνον καὶ σ’ ἐμᾶς ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπισκίασε τὴν Παρθένο.
Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ παρθένα, ἀφήνοντας ἀβλαβῆ τὴν παρθενία της;
Νὰ γιατί:
Κάποτε ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τὴν παρθένα Εὕα. Τώρα ὁ ἄγγελος ἔφερε τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα στὴν Παρθένο Μαριάμ.
Κάποτε ἡ Εὕα ξεστόμισε λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία θανάτου. Τώρα ἡ Μαρία γέννησε τὸ Λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία αἰώνιας ζωῆς.
Ὁ λόγος τῆς Εὕας ἔδειξε τὸ δέντρο, ποὺ ἔβγαλε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο.
Ὁ Λόγος τῆς Μαρίας ἔδειξε τὸ Σταυρό, ποὺ ἔβαλε τὸν Ἀδὰμ πάλι στὸν παράδεισο.
 Σ’ αὐτὸν λοιπόν, τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς Παρθένου, ποὺ ἄνοιξε δρόμο μέσα σὲ τόπο ἀδιάβατο, ἂς ἀναπέμψουμε δοξολογία μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 
(Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.)

Απολυτίκιο Αγ. Βασιλείου - 1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ

Εορτή του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου

  • Από  Desk Agioritikovima.gr
Εορτή του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου
Γιορτάζουμε σήμερα 1 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου.
Ο Μέγας Βασίλειος ήταν ένας διδάσκαλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γεννήθηκε το 329 μ.Χ., στη Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Είχε 8 αδέρφια, 3 αγόρια και 5 κορίτσια. Οι γονείς του ονομάζονταν Βασίλειος, και Εμμέλεια, ευσεβείς χριστιανοί και πλούσιοι.
Αυτοί μάλιστα έθεσαν και τις πρώτες πνευματικές βάσεις του Αγίου. Με εφόδιο λοιπόν αυτή τη χριστιανική ανατροφή, ο Βασίλειος αρχίζει μια καταπληκτική ανοδική πνευματική πορεία.
Έχοντας τα χαρίσματα της ευστροφίας και της μνήμης, σπουδάζει σχεδόν όλες τις επιστήμες της εποχής του. Και το σπουδαιότερο, κατακτά τη Θεία θεωρία του Ευαγγελίου, που την κάνει αμέσως πράξη με την αυστηρή ασκητική ζωή του.
Μετά τις πρώτες του σπουδές στην Καισαρεία και κατόπιν στο Βυζάντιο, επισκέφτηκε, νεαρός ακόμα, την Αθήνα, όπου επί τέσσερα χρόνια συμπλήρωσε τις σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, αστρονομία και ιατρική, έχοντας συμφοιτητές του τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό τον θεολόγο, και τον Ιουλιανό τον Παραβάτη. Από την Αθήνα επέστρεψε στην Καισαρεία και δίδασκε την ρητορική.
Αποφάσισε όμως, να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και γι'αυτό πήγε στα κέντρα του ασκητισμού, για να διδαχθεί τα της μοναχικής πολιτείας στην Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία. Όταν επέστρεψε, πήγε σε μια Μονή του Πόντου, αφού έγινε μοναχός, και ασκήθηκε εκεί με κάθε αυστηρότητα για πέντε χρόνια (357 - 362 μ.Χ.). Ήδη τέλεια καταρτισμένος στην Ορθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Καισαρείας Ευσέβιο. Ο υποδειγματικός τρόπος της πνευματικής εργασίας του δεν αργεί να τον ανεβάσει στο θρόνο της Αρχιεροσύνης, διαδεχόμενος τον Ευσέβιο στην επισκοπή της Καισαρείας (370 μ.Χ.).
Με σταθερότητα και γενναίο φρόνημα, ως Αρχιερέας έκανε πολλούς αγώνες για την Ορθόδοξη Πίστη. Στους αγώνες του κατά του Αρειανισμού αναδείχτηκε αδαμάντινος, ούτε οι βασιλικές κολακείες του Ουάλεντα, που πήγε αυτοπροσώπως στην Καισαρεία για να τον μετατρέψει στον Αρειανισμό, ούτε οι απειλές του Μόδεστου μπόρεσαν να κάμψουν το ορθόδοξο φρόνημα του Αγίου.
Υπεράσπισε με θάρρος την Ορθοδοξία, καταπλήσσοντας τον βασιλιά και τους Αρειανούς. Ακόμα, αγωνίστηκε κατά της ηθικής σήψεως και επέφερε σοφές μεταρρυθμίσεις στο μοναχισμό. Η δε υπόλοιπη ποιμαντορική δράση του, υπήρξε απαράμιλλη, χτίζοντας την περίφημη «Βασιλειάδα», συγκρότημα με ευαγή Ιδρύματα, όπως φτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενοδοχείο και νοσοκομείο κ.ά., όπου βρήκαν τροφή και περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ηλικίας, γένους και φυλής.
Ο Μέγας Βασίλειος έχει πλούσιο και σημαντικό συγγραφικό έργο. Τα κυριότερα έργα του είναι οι 9 ομιλίες στην Εξαήμερο. Εκτός των άλλων έργων του, έγραψε και Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση αυτής της συντομότερης του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πρώτες πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, την Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο.
Στα πενήντα του χρόνια ο Μέγας Βασίλειος, εξαιτίας της ασθενικής κράσεώς του και της αυστηρής ασκητικής ζωής του (ορισμένες πηγές λένε από βαριά αρρώστια του ήπατος ή των νεφρών), την 1η Ιανουαρίου του 378 μ.Χ. ή κατ' άλλους το 379 με 380 μ.Χ., παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.

Εύχομαι σε όλους και όλες χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό, καλή χρονιά με υγεία και δημιουργικότητα με τη βοήθεια του Θεού!!!
Ανάλυση ονόματος:
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: (από το βασιλεύς, εκ του βάσις = το θεμέλιο + λαός) = ο βασιλικός, ο φερόμενος ως βασιλεύς, ο θεμελιωτής της ευτυχίας του λαού.
Απολυτίκιο:
Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου, ως δεξαμένην τον λόγον σου, δι'ου θεοπρεπώς εδογμάτισας, την φύσιν των όντων ετράνωσας, τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ Όσιε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.


Με πληρ. από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΠΡΟΣΦΟΡΟΥ


Σφραγίδα του πρόσφορου (συμβολισμοί και έννοιες).




Το Πρόσφορο είναι το ψωμί που προσφέρουμε στον Ναό, για να τελεσθεί η Θεία Ευχαριστία. Μαζί με το κρασί, ως Τίμια Δώρα (άρτος και οίνος), προτού μεταφερθούν με τη Μεγάλη Είσοδο στην Αγία Τράπεζα, τοποθετούνται στην Πρόθεση (προ + τίθημι = προθέτω), όπου με την τελετή της Προσκομιδής θα προετοιμασθούν για τη Θεία Λειτουργία. Στην Προσκομιδή τμήματα του Προσφόρου θα τοποθετηθούν τελετουργικά στο Δισκάριο και λίγο κρασί στο Άγιο Ποτήριο.
Το στρογγυλό σχέδιο του Προσφόρου συμβολίζει την κοιλιά της Παρθένου Μαρίας, απ' όπου προήλθε (γεννήθηκε) ο μονογενής Υιος της. Πάνω στο Πρόσφορο υπάρχει ανάγλυφο σχέδιο, που σχηματίζεται από σφραγίδα.
Από το κέντρο του Προσφόρου βγαίνει ο Αμνός, δηλ. το κεντρικό τετράγωνο του σχεδίου με τα γράμματα: ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ (Ιησούς Χριστός νικά). Τα γράμματα αυτά πρέπει να είναι ευδιάκριτα και να φαίνονται καθαρά. Λέγεται Αμνός (αρνάκι), γιατί ο προφήτης Ησαϊας προφήτευσε ότι ο Μεσσίας σαν ένα άκακο αρνάκι θα οδηγηθεί στη θυσία. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος επιβεβαίωσε αυτή την προφητεία, όταν έδειξε στους μαθητές του τον Μεσσία και είπε: "Να ο αμνός του Θεού" (Ιωάν.1α', 29). Επίσης ο Απόστολος Πέτρος στην Α Επιστολή (1α, 18-19) γράφει:"Ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής... τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού".




Το σχέδιο του Προσφόρου περιέχει επίσης τη μερίδα της Παναγίας με τα γράμματα Μ και Θ, δηλ. Μήτηρ Θεού. Η τριγωνική μερίδα της Παναγίας τοποθετείται δεξιά του Αμνού στο Δισκάριο με τα λόγια: 'Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις πρόσδεξαι, Κύριε, την Θυσίαν ταύτην εις το υπερουράνιόν σου Θυσιαστήριον. (Συνεχίζει με τον 10ο στίχο του 44ου ψαλμού) Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη'. (Δηλαδή: Προσφέρουμε τη μερίδα αυτή προς τιμή και μνήμη της υπερευλογημένης ένδοξης Κυρίας μας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, με τις πρεσβείες της οποίας δέξου, Κύριε, τη Θυσία αυτή στο υπερουράνιό σου Θυσιαστήριο. Τιμητικά στάθηκε η Βασίλισσα στα δεξιά σου με ιματισμό χρυσό ντυμένη, στολισμένη). Η Παναγία στη Βασιλεία του Θεού έχει το πρωτείο τιμής.
Από τα εννέα τριγωνάκια, που βρίσκονται στο δεξί μέρος του προσφόρου, εξάγονται οι μερίδες των αγγέλων και όλων των αγίων και τοποθετούνται αριστερά του Αμνού. Οι άγιοι που μνημονεύονται είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Ιεράρχες, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Ανάργυροι, οι Θεοπάτορες μαζί με τον άγιο της ημέρας και τελευταίος ο Πατέρας της Εκκλησίας που συνέγραψε την τελούμενη Θεία Λειτουργία. Οι άγιοι, επειδή δεν έχει γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και δεν έχουν εισέλθει ακόμα στον Παράδεισο, ωφελούνται κι αυτοί από τη μνημόνευση στις Θείες Λειτουργίες. Εξάλλου και στον Παράδεισο θα προχωρούν από 'δόξης εις δόξαν', δηλ. θα βελτιώνεται η κατάστασή τους και θα απολαμβάνουν σταδιακά μεγαλύτερες θείες ευλογίες. Επίσης, κατά τον Καβάσιλα προσφέρεται η αναίμακτη θυσία ως ευχαριστία στον Θεό, που μας έδωσε τους αγίους. Αυτοί αποτελούν τα πρότυπα όλων των χριστιανών, αυτοί τους καθοδηγούν και μεσιτεύουν γι' αυτούς με τις προσευχές τους.
Από άλλα τμήματα του Προσφόρου εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και των κεκοιμημένων, οι οποίοι ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτές τοποθετούνται εμπρός από τον Αμνό και, όταν πριν τη Θεία Κοινωνία κατά τη συστολή (ένωση) Σώματος και Αίματος ο Λειτουργός τις ρίχνει στο Δισκοπότηρο, λέει συγχρόνως τα ακόλουθα αξιοπρόσεκτα λόγια:"Απόπλυνον, Κύριε,τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αίματί σου τω Αγίω· πρεσβείαις της Θεοτόκου και πάντων σου των αγίων. Αμήν". (Δηλαδή: Σβήσε εντελώς, Κύριε, τις αμαρτίες όσων εδώ μνημονεύθηκαν δούλων Σου με το Αίμα Σου το Άγιο· με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και όλων Σου των αγίων. Αμήν). Στήν αρχή της Προσκομιδής ο Ιερουργός υψώνει (σηκώνει ψηλά) το Πρόσφορο μέχρι το μέτωπο και μ αυτή την κίνηση συμβολίζει την ύψωση του Χριστού στον Σταυρό, όπου έχυσε το τίμιο Αίμα Του για τη σωτηρία των ανθρώπων.
(έκδοση της Ιεράς Μονής Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου)

Η μάνα είναι σαν το δέντρο...το δέντρο του κόσμου



Ο γερός κορμός του δέντρου και τα κλαδιά του συμβολίζουν την υπομονή και την αντοχή της μάνας στις θύελλες και στ’ αναπάντεχα χτυπήματα της ζωής.

Οι δαιδαλώδεις ρίζες του συμβολίζουν τις εμπειρίες της μάνας, αυτό τον πολύτιμο θησαυρό που την κάνει σοφότερη. Πάνω σ’ αυτές τις εμπειρίες μπορούμε να στηριχθούμε, να κάνουμε όνειρα, να τολμήσουμε, απ’ αυτές να αντλήσουμε γνώση και δύναμη.

Το αειθαλές φύλλωμα του δέντρου είναι η δροσιά και το σκιερό καταφύγιο που μας προσφέρει η αγκαλιά της μάνας για να ξαποστάσουμε, να χαλαρώσουμε, ν’ αναζωογονηθούμε και να συνεχίσουμε τον αγώνα μας.

Τα άνθη του, στολίδια ξεχωριστά και μοναδικά, συμβολίζουν τις αρετές της, την υπομονή της, τη καλοσύνη της, το χαμόγελό της, το βλέμμα της, την προσωπική της ομορφιά και χάρη, στοιχεία που την κάνουν μονάκριβη και αναντικατάστατη για το παιδί της.

Οι πολύτιμοι καρποί του δέντρου είναι τα υλικά και πνευματικά αγαθά που προσφέρει η μάνα στο παιδί, τα απαραίτητα εφόδια για να βρει την ισορροπία του και την προσωπική του ευτυχία.

Και τέλος, οι σπόροι των καρπών του συμβολίζουν την συνέχεια της ζωής, την αειφορία.

Το δέντρο μεγαλώνει, γερνάει, ρυτιδώνει, και κάποια στιγμή πεθαίνει αλλά δεν χάνεται μέσα στον κύκλο της φύσης. Γίνεται λίπασμα που τρέφει τα νέα δεντράκια και τα βοηθάει να μεγαλώσουν κι αυτά με τη σειρά τους, ν’ ανθίσουν, να καρπίσουν και να κάνουν τον δικό τους κύκλο ζωής.

Έτσι και η μάνα μένει αθάνατη στην ψυχή του παιδιού της μέσα από τα λόγια της, τις συμβουλές της, το παράδειγμά της, την χωρίς όρια αγάπη της.


briefingnews.gr/αντιγραφή

ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΑΝΑΤΟΛΙΟΣΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ



1. Στην διακονία του σαν πνευματικός ο όσιος Ανατόλιος έδινε όλως ιδιαίτερη προσοχή στα θέματα της οικογένειας. Και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να βοηθεί τους εξομολογούμενους να λύνουν τα περίπλοκα ζητήματα της οικογενειακής τους ζωής, ώστε να μην καταντούν στην διάλυση της «κατ’ οίκον εκκλησίας».
2. Πολλές φορές κατέφευγε στον π. Ανατόλιο μια έγγαμη γυναίκα η Όλγα Πετρόβνα Μ. Αγαπούσε πολύ τον Κύριο. Είχε όμως και ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, που την πίκραινε: ο σύζυγός της ήταν λουθηρανός. Και όλες της οι προσπάθειες να τον προσελκύσει στην Ορθόδοξη Πίστη απέβησαν άκαρπες. Και όχι μόνο! Έξ αιτίας τους διεταράχθη η ειρηνική και αγαπητική μεταξύ τους σχέση! Έτσι η Όλγα κατέφυγε στον π. Ανατόλιο. Ο γέροντας της είπε αυστηρά να μην ξανατολμήσει να κάνει τον δάσκαλο στον άνδρα της· και να πάψει να θέλει να τον πείσει· και πρώτη της επιδίωξη να έχει την διατήρηση της ειρήνης στο σπίτι· και να μην χάνει την ελπίδα.
Μετά από αυτά, ο σύζυγός της, μόνος του ζήτησε να γίνει ορθόδοξος, γιατί δεν ήθελε να αποχωρίζεται από την γυναίκα του, ούτε εδώ πρόσκαιρα στην λατρεία, ούτε για πάντα στην αιώνια ζωή. Πέθανε ορθόδοξος. Και η Όλγα, αφού τον ενταφίασε στην Όπτινα, η ίδια έγινε μοναχή στο Σαμορντίνο.
3. Μια άλλη περίπτωση, είναι του ιερέα π. Αλεξάνδρου Μπ. από την Σαμάρα. Αυτός, αφού διορίστηκε εφημέριος σε μια εργατική συνοικία, άρχισε να χτίζει νέα εκκλησία. Όλα πήγαιναν καλά. Αλλά η νεαρή παπαδιά-σύζυγός του, επέρασε μεγάλο πειρασμό. Ο ιερέας ερχόταν όλο και λιγώτερο στο σπίτι· και όλο και πιο κουρασμένος. Μερικές φορές δεν προλάβαινε, ούτε να βάλει κάτι στο στόμα του· και έφευγε πάλι. Και, όταν ήλθαν και τα πρώτα παιδάκια, η παπαδιά ήταν υποχρεωμένη να βαστάζει μόνη της όλα τα βάρη. Άρχισε λοιπόν να παραπονιέται∙ να γκρινιάζει· να γογγύζει. Ο παπάς δικαιολογιόταν:
— Και τι θέλεις να κάμω; Να αφήσω την εκκλησία στην μέση;
Και η γκρίνια όλα και φούντωνε. Τελικά, μια ημέρα η παπαδιά του το ξεφούρνισε:
— Αν δεν αλλάξεις τρόπο ζωής, εγώ θα φύγω. Θα πάω στον πατέρα μου!..
Στην κατάσταση αυτή ο ιερέας π. Αλέξανδρος απευθύνθηκε στον π. Ανατόλιο με το ερώτημα:
— Τι να κάμω; Τι να προτιμήσω; Την εκκλησία; ή την γυναίκα μου;
Ο στάρετς, όσο εκείνος μιλούσε, τον άκουγε σιωπηλός· και με τα μάτια κάτω· καρφωμένα στο πάτωμα. Στο τέλος κούνησε με θλίψη και πίκρα το κεφάλι του και είπε:
— Ω, Θεέ μου. Τι πρόβλημα! Τι συμφορά! Και στην συνέχεια, χωρίς καθόλου να διστάζει,
χωρίς καμμιά εσωτερική ταλάντευση, ούτε την παραμικρή, του είπε:
— Την παπαδιά σου να ακούσεις. Διαφορετικά, ω Θεέ μου, τι κακό, τι κακό που θα σε εύρει!.. Είναι βέβαια μεγάλο και άγιο έργο να κτίσει κανείς εκκλησία. Αλλά και η ειρήνη στο σπίτι, είναι έξ ίσου άγιο θέλημα του Θεού. Να αγαπάς την γυναίκα σου, όσο αγαπάς τον ίδιο τον εαυτό σου (Έφεσ. 5, 25-33). Λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Το μυστήριο τούτο, ο γάμος, μέγα εστί· εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν»! Τι πιο μεγάλο! Να την φτιάξεις και την εκκλησία. Κύττα όμως και το σπίτι σου. Διαφορετικά, να το καταλάβεις, το χτίσιμο της εκκλησίας, δεν θα είναι έργο ευάρεστο στο Θεό. Ο παμπόνηρος εχθρός μας, με πρόφαση το καλό έργο, προσπαθεί να σου κάμει μεγάλο κακό. Πρόσεξε τις παγίδες του. Φυλάξου από τις παγίδες του. Να πηγαίνεις στην ώρα σου για φαγητό. Και να μπής σε πρόγραμμα.
Σκέφθηκε λίγο και πρόσθεσε:
— Άχ, τι ωραίο, τι μεγάλο έργο να κτίσει κανείς εκκλησία! Μα τι κακό να γεμίζει η καρδιά του ματαιοδοξία και κενοδοξία!.. Και δυστυχώς έρχεται! Ναι, έρχεται. Και μπαίνει μέσα σου, χωρίς να το καταλάβεις!.. Και θέλεις να τελειώσεις, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, για να κερδίσεις έτσι τον έπαινο των ανθρώπων!.. Και μετά – Βάλε και μια πλάκα με αναμνηστική επιγραφή… Και γράψε…
Μετά από την παρέμβαση αυτή του γέροντα Ανατόλιου, όλα διορθώθηκαν.
4. Μια νεαρή κοπέλλα είχε δώσει τον λόγο της (= όρκο) στον αρραβωνιαστικό της, που ήταν στο μέτωπο. Του είχε υποσχεθή, ότι, ό,τι δήποτε και αν ήταν να της συμβή, θα επήγαινε εκεί που εκείνος θα τύχαινε να ευρίσκεται να τον ιδεί: ακόμη και αντίθετα στην γνώμη της μάνας της. Και πράγματι η μάνα της τα στήλωσε. Και για να λύσουν την διαφορά τους κατέληξαν στην Όπτινα, στον π. Ανατόλιο. Ήταν το φθινόπωρο του 1915. Και γράφει η κοπέλλα:
«Εφρόντισα και επήγα εγώ στο κελλί του γέροντα κρυφά μόνη μου, χωρίς την μητέρα.      
Έκανα την σκέψη: Θα του τα ειπώ όλα, όπως εγώ θέλω και θα μου δώσει, την ευχή του, να πάω. Και όταν πια αυτός θα έχει δεσμευθή, (τι θα κάμει;), θα συμφωνήσει και η μητέρα μου!.. Και θα με αφήσει!..
Και να βλέπω και ανοίγει μία πόρτα. Και μπαίνει ένα μικρόσωμο γεροντάκι-καλόγερος φορώντας μόνο το ζωστικό του -εσώρασό του∙ και μια πλατειά δερμάτινη ζώνη. Και απευθύνεται σε μένα. Και μου λέγει:
— Ά, σύ είσαι. Έλα μαζί μου!..
Κυττάζω. Και βλέπω ενα ασυνήθιστα τρυφερό χαμόγελο, που δεν περιγράφεται με τίποτε. Μόνο αν το ιδείς,καταλαβαίνεις. Επήγα μαζί του στο κελλί του. Έκλεισε πίσω του την πόρτα. Μου έρριξε μια ματιά. Και εγώ το κατάλαβα στην στιγμή, ότι θα ήταν ανόητο να θελήσει κανείς να του κρύψει κάτι. Αισθάνθηκα έτοιμη να λιποθυμήσω. Τον κυττάζω και σιωπώ. Και εκείνος; Με ένα χαμόγελο όλο τρυφερότητα, μου λέει:
— Ώστε έτσι, κορίτσι μου. Δεν θέλεις να την ακούσεις την μάνα σου!..
Εγώ μένω σιωπηλή. Και εκείνος συνεχίζει:
— Άκουσε, τι θα σου ειπώ. Η μητέρα σου σε ξέρει πιο καλά. Στο μέτωπο δεν έχεις θέση!.. Και τώρα, είπε μου: Θέλεις να παντρευτείς;
Εγώ σιωπώ.
— Τώρα τον αγαπάς για τα νειάτα του και την ομορφιά του. Να τον παντρευτής! Αλλά, όταν θα το αισθανθής μέσα σου, ότι χωρίς αυτόν δεν θέλεις να ζής!.· Έχω ύπ’ όψη μου μια περίπτωση. Ο νεαρός ήταν στο μέτωπο. Και εκεί σκοτώθηκε. Και η κοπέλλα μόλις το έμαθε, πέθανε. Άμα και σύ, έτσι το έχεις μέσα σου, πήγαινε!..
Στο σημείο αυτό ο π. Ανατόλιος επήρε μια καρέκλα, ανέβη επάνω της, έπιασε μια ξύλινη εικόνα της Παναγίας του Καζάν σε σχήμα τετράγωνο με διαστάσεις ένα τέταρτο του πήχυ μήκος και πλάτος. Με έβαλε και γονάτισα μπροστά του, με ευλόγησε και μου είπε:
— Όταν θα πάς στην Πετρούπολη, μη σε πιάσει αγωνία, τι θα κάμεις. Θα βρεις αμέσως δουλειά!».
Και πράγματι. Μετά λίγες ημέρες, μόλις ξαναγύρισε στην Πετρούπολη, της πρότειναν να εργασθή σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο. Εκεί γνωρίστηκε με ένα άλλο αγόρι. Και σε λίγο βρέθηκε παντρεμένη…
5. Σε μια άλλη περίπτωση, ένα νεαρό παλληκαράκι τον παρακαλούσε μαζί με την κοπέλλα του, να τους δώσει την ευχή του να προχωρήσουν σε γάμο. Τους λέγει:
— Δεν είναι θέλημα Θεού…
Πέρασε λίγος καιρός. Και νάσου τα ίδια παιδιά πάλι μπροστά του με το ίδιο αίτημα. Απαντάει πάλι:
— Δεν είναι θέλημα Θεού. Ζητήστε για το κορίτσι άλλο αγόρι!..
Έφυγαν πικραμένοι. Και μετά λίγο καιρό ξαναπήγαν για τρίτη φορά. Έπεσαν στα γόνατά του παρακαλώντας τον να τους δώσει ευλογία. Τους λέει:
— Αφού επιμένετε τόσο, καλά. Στεφανωθήτε!.. Να σας δώσω και ένα δωράκι.
Και τους έδωκε μια πετσέτα που είχε στην μία άκρη κεντήματα όμορφα πολύχρωμα· και στην άλλη κεντήματα με μαύρη κλωστή.
Παντρεύτηκαν. Ήλθαν και παιδιά. Και εντελώς απρόσμενα ήλθε η πίκρα και ο πόνος.
Εκδηλώθηκε φυματίωση· και σε ελάχιστο χρόνο έσβησε η ζωή του νεαρού παιδιού. Και έμεινε η κοπέλλα χήρα με ορφανά, να ταλαιπωριέται σε όλη της την ζωή.

Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, «Στάρετς Ανατόλιος της Όπτινα», έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 2005
πηγή