Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Hannah Arendt - HEIDEGGER ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Κυριακή, 21 Μαρτίου 2010


Hannah Arendt - HEIDEGGER

ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Hannah Arendt

Ο ΕΑΥΤΟΣ ΣΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ!

Κεφάλαιο Τέταρτο: HEIDEGGER

Η προσπάθεια του Χάϊντεγκερ να ξαναθεμελιώσει μιαν οντολογία, παρά τον Καντ και ενάντια στον Καντ, έφερε μια βαθειά αλλαγή στην παραδοσιακή ορολογία της φιλοσοφίας. Αυτός είναι ο λόγος που με μια πρώτη ματιά ο Χάϊντεγκερ παρουσιάζεται πάντα σαν πιο επαναστατικός από τον Γιάσπερς και ο λόγος που αυτή η λάμψη της ορολογίας του έθεσε σε κίνδυνο τη σωστή αξιολόγηση της φιλοσοφίας του. Δηλώνει απερίφραστα πως επιθυμεί να ξαναθεμελιώσει μιαν οντολογία, εννοώντας πως έχει πρόθεση να εκμηδενίσει την κατεδάφιση της αρχαίας έννοιας του Είναι που ξεκίνησε με τον Καντ! Δεν υπάρχει λόγος να μην πάρουμε στα σοβαρά ένα τέτοιο σχέδιο, ακόμη και αν υποχρεωνόμαστε να φτάσουμε στο συμπέρασμα πως είναι αδύνατον να θεμελιωθεί μια οντολογία με την παραδοσιακή έννοια, χρησιμοποιώντας περιεχόμενα τα οποία προέρχονται από την επανάσταση εναντίον της Φιλοσοφίας.

Ο Χάϊντεγκερ δεν οριστικοποίησε ποτέ του την οντολογία του, καθώς το δεύτερο μέρος του «Είναι και Χρόνος» δεν εμφανίστηκε ποτέ. Στην ερώτηση για το νόημα του Είναι έδωσε μια πρόχειρη απάντηση και μάλιστα ακατανόητη: Το νόημα του Είναι είναι η Χρονικότης. Αυτό –μαζί με την ανάλυση της υπάρξεως (δηλαδή του Είναι του ανθρώπου) η οποία καθορίζεται από τον θάνατο– οδηγεί στο συμπέρασμα πως το νόημα του Είναι, είναι η μηδενικότης. Ήταν λογικό λοιπόν ότι η προσπάθεια του  Χάϊντεγκερ, να ξαναθεμελιώσει την μεταφυσική, θα ολοκληρωνόταν όχι με το δεύτερο μέρος που είχε υποσχεθεί, το οποίο θα έπρεπε να ορίσει το νόημα του Είναι γενικώς ακολουθώντας την ανάλυση της υπάρξεως του ανθρώπου, αλλά με μια μικρή πραγματεία με τίτλο «Τι είναι μεταφυσική;», στην οποία εκτίθεται με μια κάποια συνέπεια, παρόλα τα κόλπα και τα γλωσσικά σοφίσματα, πως κατά τον Χάϊντεγκερ το νόημα του Είναι είναι το ΤΙΠΟΤΑ.

Η ιδιαίτερη γοητεία που εξάσκησε  στην μοντέρνα φιλοσοφία η σκέψη του ΤΙΠΟΤΑ, δεν δείχνει αναγκαστικά Μηδενισμό. Ας αξιολογήσουμε το πρόβλημα του Τίποτα μέσα στα δικά μας δεδομένα, μιας φιλοσοφίας δηλαδή εναντίον της φιλοσοφίας, εννοημένης σαν καθαρός στοχασμός, σαν μια προσπάθεια να γίνουμε «Κύριοι του Είναι» και γι’ αυτό να θέσουμε φιλοσοφικά το θέμα με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να κατορθώσουμε να περάσουμε αμέσως στην πράξη: Αυτή η σκέψη λοιπόν τότε, πως το ΕΙΝΑΙ κατά βάθος είναι το ΤΙΠΟΤΑ, παρουσιάζει ένα τεράστιο πλεονέκτημα. Πάνω σ’ αυτή τη βάση ο άνθρωπος μπορεί να φανταστεί πως η σχέση του με το Είναι που του δωρίστηκε, δεν είναι τίποτε άλλο από εκείνη του Δημιουργού πριν από την δημιουργία του κόσμου – δημιουργημένου όπως είναι γνωστό από το Μηδέν. Στον ορισμό του Είναι σαν Τίποτα βρίσκεται επιπλέον, η προσπάθεια να εγκαταλειφθεί ο ορισμός του Είναι σαν κάτι δεδομένο και η μεταμόρφωση των ανθρωπίνων πράξεων που μέχρι τώρα ήταν όμοιες με τις θεϊκές, σε πράξεις θεϊκές καθ’ εαυτές.

Αυτός είναι ο κρυφός λόγος για τον οποίον στον Χάϊντεγκερ το ΤΙΠΟΤΑ γίνεται ξαφνικά ενεργό και αρχίζει να «εκμηδενίζει» (nichten). Το Τίποτα επιδιώκει, τρόπον τινά, να εκμηδενίσει το ΕΙΝΑΙ και να μπει στην θέση του σαν «εκμηδενιστής». Εάν το Είναι, το οποίο δεν δημιούργησε ΕΓΩ, εξαρτάται από ένα ον που δεν είμαι Εγώ και ούτε καν γνωρίζω, τότε μάλλον αυτό σημαίνει πως για τον άνθρωπο, το μόνο περιβάλλον στο οποίο θα μπορούσε να αισθανθεί πραγματικά ελεύθερος δεν είναι το ΕΙΝΑΙ, αλλά το ΤΙΠΟΤΑ. Εφόσον δεν κατόρθωσα να είμαι ο δημιουργός του κόσμου, ο προορισμός μου δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από εκείνον του καταστροφέα του κόσμου. Αυτή είναι πάντως η φιλοσοφική βάση του μοντέρνου μηδενισμού, το γεγονός της καταγωγής του από την παληά οντολογία: Αυτή είναι και η τιμή της προσπάθειας να εισάγουμε με την βία τις νέες ερωτήσεις και τα καινούργια περιεχόμενα στο πλαίσιο της παληάς οντολογίας!

Παρόλα αυτά λίγο ενδιαφέρει το τελικό αποτέλεσμα της Χαϊντεγκεριανής έρευνας. Είχε το μεγάλο προνόμιο να συνδεθεί απευθείας με την διατύπωση του προβλήματος που εμφανίστηκε με τον Καντ και με το οποίο δεν ασχολήθηκε κανείς μετά από αυτόν. Ανάμεσα στα συντρίμμια της προκατασκευασμένης αρμονίας μεταξύ του Είναι και της σκέψης, ανάμεσα στην ουσία και στην ύπαρξη, ανάμεσα σ’ αυτό που υπάρχει και σ’ αυτό που μπορεί να συλληφθεί με την νόηση ο Χάϊντεγκερ ισχυρίζεται πως βρήκε ένα ον στο οποίο ουσία και ύπαρξη είναι αμέσως ταυτόσημα: Τον άνθρωπο. Η ουσία του είναι η ύπαρξή του. «Η ουσία του ανθρώπου δεν είναι το πνεύμα, αλλά η ύπαρξη». Ο άνθρωπος δεν έχει καμμία ουσία: Δίνεται ολότελα στο γεγονός πως υπάρχει. Δεν μπορούμε να θέσουμε στον άνθρωπο το ερώτημα του «τί πράγμα», όπως συμβαίνει με τα πράγματα, αλλά μόνον το ερώτημα του «ποιος».       

Καθότι λοιπόν ταυτότης ουσίας και υπάρξεως, ο άνθρωπος φαίνεται να προσφέρει ένα νέο κλειδί στο πρόβλημα του Είναι. Για να γίνει κατανοητή η γοητεία αυτού του σχεδίου, πρέπει να θυμηθούμε πως για την παραδοσιακή μεταφυσική, ο θεός ήταν το ον στο οποίο συνέπιπταν ουσία και ύπαρξη, στο οποίο σκέψη και πράξη ήταν ταυτόσημες και πως ερμηνευόταν γι’ αυτό σαν ουράνια βάση του γήϊνου Είναι.

Ήταν ακριβώς μια προσπάθεια να γίνει ο άνθρωπος άμεσα, ο «Κύριος του Είναι». Ο Χάϊντεγκερ το ονομάζει «πρωτείο όντικο-οντολογικό του Dasein». Είναι ένας ορισμός που δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχάσουμε πως ο άνθρωπος τοποθετείται ακριβώς στην θέση στην οποία υπήρχε παραδοσιακά ο θεός.

Ο Χάϊντεγκερ ονομάζει το ΕΙΝΑΙ του ανθρώπου Dasein (υπάρχω τώρα). Αυτή η ορολογία τού επιτρέπει να αποφύγει την χρησιμοποίηση του όρου «άνθρωπος». Ο σκοπός είναι να μειωθεί ο άνθρωπος σε μια σειρά τρόπων του Είναι φαινομενολογικά επιδείξιμων. Χάνοντας τοιουτοτρόπως όλες εκείνες τις ανθρώπινες πλευρές για τις οποίες ο Kant είχε δώσει μερικά πρόχειρα σκίτσα: Όπως η ελευθερία, η αξιοπρέπεια του ανθρώπου και η νόηση. Χαρακτήρες οι οποίοι πηγάζουν όμως από τον ανθρώπινο αυθορμητισμό και δεν μπορούν να αποδειχθούν φαινομενολογικώς, επειδή είναι αυθόρμητοι. Επειδή είναι κάτι διαφορετικό από τυπικές λειτουργίες του Είναι και επειδή ο άνθρωπος σ’ αυτούς τους χαρακτήρες βλέπει να εμφανίζεται κάτι διαφορετικό από τον εαυτό του.

Η οντολογική σύλληψη του Χάϊντεγκερ κρύβει μια λειτουργικότητα αρκετά όμοια με τον ρεαλισμό του Χόμπς. Εάν ο άνθρωπος μειώνεται μόνον στο γεγονός πως αυτός είναι, πως δεν είναι τίποτε άλλο από τους τρόπους υπάρξεώς του ή από τις λειτουργίες του στον κόσμο (ή στην κοινωνία, για τον Χομπς) τότε τόσο η Χαϊντεγκεριανή λειτουργικότης όσο και ο ρεαλισμός του Χομπς τελικώς διαγράφουν ένα ανθρωπολογικό μοντελό, στο εσωτερικό του οποίου ο άνθρωπος θα λειτουργούσε ακόμη καλύτερα, διότι θα ήταν «απελευθερωμένος» από κάθε αυθορμητισμό.

Αυτός ο λειτουργικός ρεαλισμός, στον οποίο ο άνθρωπος εμφανίζεται σαν ένα συνοθύλευμα τρόπων υπάρξεως, είναι από την Αρχή του αυθαίρετος, καθώς η επιλογή των τρόπων δεν καθοδηγείται από καμμία ιδέα του ανθρώπου. Στη θέση του ανθρώπου έχει μπει ο «εαυτός» (selbst), καθώς το Dasein (η χρονική ύπαρξη, το Είναι του ανθρώπου) έχει σαν ιδιαιτερότητα ότι γι’ αυτόν «περιμένει το Είναι του».

Αυτός ο στοχασμός του Dasein μπορεί να γίνει κατανοητός «υπαρξιακά», και αυτό είναι όλο όσο απομένει από την δύναμη και την ανθρώπινη ελευθερία.

Μετά τον Χάϊντεγκερ φιλοσοφία σημαίνει πλέον την προσπάθεια κατανοήσεως της ιδίας υπάρξεως: «Η δική μας μελέτη της καθαυτής φιλοσοφικής έρευνας πρέπει να γίνει υπαρξιακά κατανοητή σαν μια δυνατότης υπάρξεως του υπάρχοντος Dasein». Η φιλοσοφία είναι η πιο υψηλή δυνατότης υπάρξεως του Dasein. Πράγμα που δεν είναι τίποτε άλλο από μία επαναβεβαίωση του πρωτείου του «βίου θεωρητικού» του Αριστοτέλη, της στοχαστικής στάσεως αξιολογημένης σαν την πιο υψηλή δυνατότητα του ανθρώπου. Αυτό είναι ακόμη πιο βαρύ σε συνέπειες, καθώς στην φιλοσοφία του Χάϊντεγκερ ο άνθρωπος, εφόσον διαθέτει ουσία και ύπαρξη ταυτόσημες, γίνεται ένα είδος summum ens, ενός «Κυρίου του Είναι». Μετά την αποκάλυψη πως εκείνο το Είναι που μέχρι τώρα ήταν ταυτισμένο με τον Θεό, είναι στην πραγματικότητα ο ίδιος ο άνθρωπος, συμπεραίνεται πως ένα τέτοιο Είναι είναι ανίκανο και πως δεν υπάρχει κανείς «Κύριος του Είναι», οπότε δεν απομένει τίποτε άλλο από κάποιους αναρχικούς τρόπους υπάρξεως!

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Hannah Arendt - ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ (KIERKEGAARD)



Hannah Arendt

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: KIERKEGAARD

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ.

Με τον Κίρκεγκαρντ ξεκινά ουσιαστικά η μοντέρνα φιλοσοφία της υπάρξεως. Δεν υπάρχει ούτε ένας φιλόσοφος της υπάρξεως στον οποίο να μην είναι εμφανής η επιρροή του! Είναι γνωστό πως ξεκινά απο μια κριτική στον Hegel (και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, από την σιωπή του για τον Σέλλινγκ, του οποίου γνώριζε την ύστερη φιλοσοφία μέσα από τα μαθήματά του). Στο Εγελιανό σύστημα που απαιτούσε να συλλάβει και να εξηγήσει το «Όλον», αντιθέτει τον «μοναδικό», το ανθρώπινο άτομο που δεν έβρισκε ούτε θέση ούτε νόημα στο όλον, που βρισκόταν κάτω από την επιρροή του πνεύματος του κόσμου. Με άλλους όρους, ο Κίρκεγκαρντ ξεκινά από την συνθήκη της αλλοτριώσεως του ατόμου σ’ έναν κόσμο τόσο ξεκαθαρισμένο από την νόηση. Σε σχέση μ’ έναν κόσμο τόσο φωτισμένο η μοναδικότης βρίσκεται σε συνεχή αντίφαση, καθώς η υπαρξίς της – δηλαδή το απλό γεγονός της τυχαίας της υπάρξεως (το γεγονός πώς ακριβώς εγώ, και όχι ένας άλλος, είμαι και ακριβώς εγώ είμαι αντί να μην υπάρχω) –

Hannah Arendt (3) Συνέχεια και τέλος δευτέρου κεφαλαίου

Hannah Arendt (3)


Διαλύοντας την αρχαία έννοια τού Είναι, ο Κάντ είχε κατά Νού να ξαναδώσει την αυτονομία στον άνθρωπο, αυτό που ονόμαζε την αξιοπρέπεια τού ανθρώπου. Είναι ο πρώτος φιλόσοφος πού θέλησε να κατανοήσει ολόκληρο τον άνθρωπο ξεκινώντας από τον νόμο του και να τον αφαιρέσει από την γενική οντολογική συνάφεια μέσα στην οποία δεν ήταν άλλο από ένα πράγμα ανάμεσα στα άλλα - ακόμη και όταν τίθεται αντιμέτωπος όπως η res cogitans στην res extensa. Συμφωνώντας με τον Λέσσινγκ, η ωριμότης του ανθρώπου υποδεικνύεται στη σκέψη και δεν είναι τυχαίο πως μία τέτοια φιλοσοφική δήλωση συμπίπτει με την Γαλλική Επανάσταση. Ο Κάντ είναι εξάλλου ο φιλόσοφος της Γαλλικής Επαναστάσεως. Για την εξέλιξη του ΧΙΧ αιώνος αποφασιστικής σημασίας το γεγονός πως δεν χάθηκε τίποτα από την νέα επαναστατική έννοια της Citoyen (ιθαγένεια), όπως και για την εξέλιξη της μετα-Καντιανής φιλοσοφίας υπήρξε αποφασιστικής σημασίας το γεγονός πως δεν χάθηκε στα γρήγορα αυτή η έννοια του ανθρώπου, παρότι ήταν στην αρχή της αναπτύξεώς της ακόμη.

Hannah Arendt (2) Η ΚΑΝΤΙΑΝΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΕΛΛΙΝΓΚ ΕΝΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Hannah Arendt (2)


Η λέξη “ύπαρξη” με την μοντέρνα έννοια εμφανίζεται για πρώτη φορά, στον τελευταίο Σέλλινγκ. Γνώριζε επακριβώς εναντίον αυτού που επαναστατούσε όταν αντέκρουσε την «αρνητική φιλοσοφία», την φιλοσοφία της καθαρής σκέψης, με την «θετική φιλοσοφία», η οποία «προοδεύει από την ύπαρξη και την κατέχει μόνον στη μορφή του καθαρού “τί”»! Γνώριζε πως μ’ αυτόν τον τρόπο ο φιλόσοφος έλεγε αντίο στην «στοχαστική ζωή». Γνώριζε πως «η επανάσταση είχε ξεκινήσει από το Εγώ», διότι σε μια τέτοια φιλοσοφία της καθαρής σκέψης, η οποία δεν ήταν πλέον ικανή να «εξηγήσει το τυχαίο και την ουσιαστική πραγματικότητα των πραγμάτων», «η απόλυτη απελπισία τον είχε κατακυριεύσει». Όλο το μοντέρνο παράλογο, όλη η μοντέρνα εχθρότης προς το πνεύμα και την νόηση βασίζονται σ’ αυτή την απελπισία!

Η μοντέρνα φιλοσοφία ξεκινά με την αναγνώριση πως το τί πράγμα δεν είναι ικανό να εξηγήσει το τί, ξεκινά με το τρομακτικό σοκ μιας πραγματικότητος κενής καθ’ εαυτής! Όσο περισσότερο η πραγματικότης στερείται κάθε ποιότητος, τόσο γυμνό και αμεσολάβητο αποκαλύπτεται αυτό που είναι το μόνο ενδιαφέρον σ’ αυτή: Ότι αυτή είναι! Γι’ αυτόν τον λόγο από το ξεκίνημά της η μοντέρνα φιλοσοφία υμνεί το τυχαίο σαν το στοιχείο με το οποίο η πραγματικότης, ανυπολόγιστη, απρόβλεπτη και άρρητη, επιτίθεται κατευθείαν στον άνθρωπο. Γι’ αυτόν τον λόγο αρχίζουν να υπολογίζονται οι «οριακές καταστάσεις» (Γιάσπερς), αυτές που ωθούν τον άνθρωπο να φιλοσοφήσει: Ο θάνατος, η ενοχή, η μοίρα, το τυχαίο, διότι σε όλες αυτές τις εμπειρίες η πραγματικότης φαίνεται αναπόφευκτη, αμείωτη, στο επίπεδο της σκέψης. Εδώ ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την εξάρτησή του – εξάρτηση όχι από κάτι ιδιαίτερο ούτε καν από την θνητότητά γενικώς, αλλά εξάρτηση από το γεγονός πως υπάρχει.

Hannah Arendt (1)Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΕΩΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΛΟΓΙΑΣ




Ανάμεσα στους επιγόνους του Hegel, τα τελευταία εκατό χρονιά, τα πιο μοντέρνα και ενδιαφέροντα φιλοσοφικά ρεύματα είναι ο πραγματισμός και η φαινομενολογία. Πάνω απ’ όλα η φαινομενολογία άσκησε στην σύγχρονη φιλοσοφία μια τέτοια επιρροή που δεν μπορεί να είναι τυχαία, η οποία δεν εξαρτάται αποκλειστικώς από την μέθοδό της. Ο Χούσερλ έθεσε σαν στόχο να ξαναδέσει την αρχαία σχέση ανάμεσα στο Είναι και στην σκέψη, η οποία είχε εξασφαλίσει στον άνθρωπο μια κατοικία μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο, μέσω μια παρακάμψεως δια μέσου της προθετικής δομής της συνειδήσεως. Επειδή κάθε πράξη της συνειδήσεως έχει από την φύση της ένα αντικείμενο, μπορούμε να είμαστε σίγουροι τουλάχιστον για ένα πράγμα, δηλαδή ότι εγώ “έχω” το αντικείμενο της συνειδήσεώς μου. Χωρισμένη τοιουτοτρόπως εντελώς από το πρόβλημα της πραγματικότητος, το θέμα του Είναι μπορεί να μπει σε παρένθεση: Σαν συνειδητό ον εγώ κατέχω όλο το Είναι και σαν συνείδηση Είμαι, μέσα στον ανθρώπινο κόσμο μου, το Είναι του κόσμου (το ειδωμένο δένδρο, το δένδρο σαν αντικείμενο της συνειδήσεώς μου δεν έχει ανάγκη να είναι το πραγματικό δένδρο, αυτό είναι ούτως ή άλλως το πραγματικό αντικείμενο της συνειδήσεώς μου).

Το μοντέρνο αίσθημα της αποξενώσεως (unheimlichkeit) ξεκίνησε μπροστά στα μοναχικά πράγματα, στα πράγματα που ελευθερώθηκαν από το λειτουργικό τους πλαίσιο. Σημείο αυτού του πράγματος είναι η λογοτεχνία και ένα μεγάλο μέρος της ζωγραφικής. Όπως κι αν θελήσουμε να ερμηνεύσουμε αυτή την αποξένωση, κοινωνιολογικά ή ψυχολογικά, αυτή η αποξένωση έχει τη φιλοσοφική της βάση στο γεγονός πως, παρότι το λειτουργικό πλαίσιο του κόσμου μέσα στο οποίο συμμετέχω μπορεί να εξηγήσει και να δικαιολογήσει πως για παράδειγμα υπάρχουν γενικώς τραπέζια και καρέκλες, αυτό το πλαίσιο δεν είναι σε θέση να με βοηθήσει να συλλάβω γιατί αυτό το τραπέζι υπάρχει. Και είναι ακριβώς η ύπαρξη αυτού του τραπεζιού, ανεξαρτήτως των τραπεζιών πού εννοούνται γενικώς πού προκαλεί το φιλοσοφικό σόκ.

Hannah Arendt - ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Hannah Arendt - ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ
Τί είναι η φιλοσοφία της υπάρξεως;

Η φιλοσοφία της υπάρξεως έχει μια ιστορία παληά τουλάχιστον εκατό ετών. Ξεκίνησε με τον τελευταίο Σέλλινγκ και τον Κίρκεγκαρντ, βρήκε στον Νίτσε μια ανάπτυξη κατά μήκος δυνατοτήτων που δεν έχουν εξαντληθεί ακόμη μέχρι σήμερα, καθόρισε ουσιωδώς την σκέψη του Μπεργκσόν και την λεγόμενη “φιλοσοφία της ζωής”, μέχρι να κατακτήσει στην μεταπολεμική Γερμανία, με το Σέλερ, τον Χάιντεγκερ και τον Γιάσπερς, μια αξεπέραστη συνειδητοποίηση αυτού που παίζει αληθινά στην μοντέρνα φιλοσοφία.

Πρώτα απ’ όλα ο όρος “ύπαρξη” (existenz) δεν δείχνει παρά το Είναι του ανθρώπου, ανεξαρτήτως από όλες τις ποιότητες και τις ικανότητες του ατόμου, οι οποίες ερευνώνται ψυχολογικά. Αρμόζει μέχρις εδώ και για την φιλοσοφία της υπάρξεως αυτό που είχε επισημάνει με το δίκηο του ο Χάιντεγκερ σχετικά με την φιλοσοφία της ζωής, δηλαδή πως αυτή η έκφραση ήταν τόσο μικρής σημασίας όσο και εκείνη της “βοτανικής των φυτών”. Παρόλα αυτά δεν είναι τυχαίο που η λέξη “Είναι” αντικατεστάθη από την λέξη “ύπαρξη”. Σ’ αυτή την αλλαγή ορολογίας, κρύβεται στην πραγματικότητα ένα από τα βασικότερα προβλήματα της μοντέρνας φιλοσοφίας.

Η φιλοσοφία του Hegel που, με μια πρωτοφανή πληρότητα, είχε εξηγήσει όλα τα φυσικά και ιστορικά φαινόμενα και τα είχε οργανώσει σε ένα σύνολο με μια μυστηριώδη συνάφεια –και που δεν κατορθώσαμε να ορίσουμε με σιγουριά αν επρόκειτο για μια κατοικία ή για μια φυλακή– ήταν στην πραγματικότητα η «κουκουβάγια της Αθηνάς», η οποία ξεκινά το πέταγμά της μόνον όταν πέφτει το δειλινό. Αμέσως μετά τον θάνατο του Hegel, το σύστημά του φάνηκε σαν η τελευταία λέξη σύνολης της Δυτικής φιλοσοφίας, καθώς από τον Παρμενίδη ακόμη δεν αμφέβαλλε ποτέ της πως: Το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι, δηλαδή πως το Είναι και η σκέψη είναι ταυτόσημα. Αυτό που ακολούθησε τον Hegel ήταν μια επανάσταση των φιλοσόφων ενάντια στην ταυτότητα Είναι και σκέψης ή το χάσιμο της ελπίδας σ’ αυτή την ταυτότητα!

Όλες οι σημαντικές σχολές φιλοσοφίας που υπάρχουν σήμερα είναι σχολές επιγόνων! Όλες προσπαθούν να ξαναπετύχουν την ενότητα Είναι και σκέψης!

Μικρή σημασία έχει σ’ αυτή την προσπάθεια εάν δοκιμάζουν να πετύχουν αυτή την αρμονία ονομάζοντας κυρίαρχη την ύλη ή το πνεύμα. Όπως έχει μικρή σημασία επίσης πως, παίζοντας με τον όρο (Aspekt) “άποψις”, δοκιμάζουν να ιδρύσουν ένα όλον Σπινοζικού χρώματος.