Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

Άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ: Πορεία προς τον ουρανό. (αποσπάσματα).

 

Άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ

Πορεία προς τον ουρανό. (αποσπάσματα).


Α΄. Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

1. Γιατί αγαπάμε τον Θεό
Αγαπητοί χριστιανοί, συνηθίζουμε να λέμε: «Αλλοίμονο! Πώς είναι δυνατόν να μην αγαπάει κανείς τον Θεό; Ποιον ν΄ αγαπήσεις, αν όχι τον Θεό;» Και πολύ σωστά. Ο Θεός είναι το ύψιστο, αδημιούργητο, άναρχο, ατελεύτητο και αναλλοίωτο Αγαθό. «Ουδείς αγαθός εί μή εις ο Θεός» (Ματθ. 19, 17). Όπως ο ήλιος πάντοτε φέγγει, όπως η φωτιά πάντοτε θερμαίνει, έτσι και ο Θεός που από τη φύση Του είναι αγαθός, πάντοτε αγαθοποιεί.
Τα παντοδύναμα χέρια Του μας έπλασαν. Μας έπλασαν όχι όπως και τ΄ άλλα πλάσματα, δίχως αισθήματα, δίχως λογική. Μας έπλασαν με την ξεχωριστή θεία Του βουλή. «Ποιήσωμεν άνθρωπον…» (Γεν. 1, 26), είπε. Για τ΄άλλα δημιουργήματα «αυτός είπε, και εγενήθησαν, αυτός ενετείλατο (πρόσταξε) και εκτίσθησαν» (Ψαλμ. 148, 5). Αλλά για τον άνθρωπο δεν έγινε το ίδιο. Αλλά τι; «Ποιήσωμεν», είπε, «άνθρωπον».

Ω! αγιότατη και γεμάτη αγάπη βουλή του Θεού! Ο τρισυπόστατος Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, είπε για τον άνθρωπο: «Ποιήσωμεν άνθρωπον». Αλλά τι άνθρωπο; «Κατ΄εικόνα», είπε, «ημετέραν και καθ΄ομοίωσιν».
Ω! θαυμαστή αγαθότητα του Θεού για τον άνθρωπο! Ω! ύψιστη ανθρώπινη τιμή! Ο άνθρωπος πλάστηκε «κατ΄εικόνα και καθ΄ομοίωσιν». Ποιο πλάσμα αξιώθηκε μια τέτοια τιμή; Δεν ξέρουμε άλλο όμοιο. Μόνο ο άνθρωπος τιμήθηκε από τον Θεό να γίνει η θεία εικόνα Του. Ω! αγαπημένο και ωραιότατο δημιούργημα του Θεού! Ο άνθρωπος! Έχει την εικόνα του Θεού επάνω του σαν βασιλική σφραγίδα. Τιμάται ο βασιλιάς, τιμάται και το πορτραίτο του. Ο Θεός, ο βασιλιάς των ουρανών, είναι άξιος για κάθε τιμή. Το ίδιο και ο άνθρωπος, η εικόνα Του. Τέτοια χάρη μας έδωσε ο Θεός στη δημιουργία μας. Πώς λοιπόν να μην Τον αγαπήσουμε;
Ξεπέσαμε από τον Παράδεισο, και μάλιστα τόσο χαμηλά, πού δεν μπορούσαμε να κλάψουμε επάξια την πτώση μας. «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοίς κτήνεσι τοίς ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς» (Ψαλμ. 48,13). Μά ο Φιλάνθρωπος, και στην κατάσταση αυτή, δεν μας εγκατέλειψε. Βρήκε τον θαυμαστό τρόπο της σωτηρίας μας. Έστειλε τον Μονογενή Του Υιό να μας συναντήσει, να μας σώσει και να μας φέρει κοντά Του πάλι. «Ούτω γάρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ΄ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω. 3, 16). Πώς λοιπόν τον Θεό που μας αγάπησε τόσο, να μην Τον αγαπήσουμε; Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, όπως όλοι Τον ονομάζουν. Αλλά και ο άνθρωπος πρέπει να είναι φιλόθεος. Η αγάπη δεν ανταποδίδεται με τίποτε άλλο, παρά με αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Ο Θεός είναι ο προνοητής μας. Προνοεί και φροντίζει για όλους. Μας δίνει την τροφή, τα ρούχα και το σπίτι που μένουμε. Δικά Του είναι ο ήλιος, το φεγγάρι και τ΄ άστρα που μας φωτίζουν. Με τη δική Του φωτιά ζεσταινόμαστε και ετοιμάζουμε το φαγητό μας. Με το δικό Του νερό πλενόμαστε και δροσιζόμαστε. Τα ζώα Του μας υπηρετούν. Ο αέρας Του μας ζωογονεί. Το οξυγόνο Του μας κρατάει στη ζωή. Με λίγα λόγια, από την αγάπη και τ΄ αγαθά Του εξαρτιόμαστε. Χωρίς αυτά, ούτε στιγμή δεν μπορούμε να ζήσουμε. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μην αγαπήσουμε κι εμείς τέτοιον ευεργέτη; Κάθε άνθρωπο που μας ευεργετεί, τον αγαπάμε. Πόσο περισσότερο πρέπει ν΄ αγαπάμε τον ευεργέτη Θεό, στον οποίο ανήκουν όλα, και ο εαυτός μας και ό,τι έχουμε! Όλη η δημιουργία και ο ίδιος ο άνθρωπος είναι κτήμα του Θεού. «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» (Ψαλμ. 23,1).
Ο Θεός είναι Πατέρας μας. Όταν προσευχόμαστε Του λέμε: «Πάτερ ημών ο εν τοίς ουρανοίς». Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μην αγαπάμε τον Πατέρα μας; Τ΄ αφοσιωμένα παιδιά αγαπούν αδιάκριτα τον πατέρα τους. Αν λοιπόν κι εμείς θέλουμε να είμαστε αληθινά παιδιά του Θεού και να Τον ονομάζουμε Πατέρα, τότε πρέπει και να Τον αγαπάμε.
Δίκαια επομένως λέμε: «Πώς να μην αγαπήσεις τον Θεό;»
Μα όπως κάθε αρετή, έτσι και η αγάπη πρέπει να ζει στην καρδιά. Όταν δεν ζει στην καρδιά, τότε δεν υπάρχει ούτε στην πράξη. Γιατί ο Θεός δεν το είπε για τ΄ αυτιά μας, «αγάπα», «ταπεινώσου», «σπλαχνίσου», «προσευχήσου» κ.λ.π., αλλά για την καρδιά μας. Πρέπει λοιπόν να έχουμε αγάπη, ταπείνωση, ευσπλαχνία, προσευχή και όλες τις άλλες αρετές μέσα στην καρδιά μας. Και όταν υπάρχουν στην καρδιά τότε οπωσδήποτε θα εκδηλώνονται και εξωτερικά, όπως ξεχύνεται από τη φωτιά η θερμότητα και από το μύρο η ευωδία.
Με τον ίδιο τρόπο και ο προφήτης Δαβίδ εκδήλωνε την αγάπη του προς τον Θεό με τους γλυκούς του ύμνους: «Αγαπήσω σε, Κύριε, η ισχύς μου. Κύριος στερέωμά μου και καταφυγή μου και ρύστης μου. Ο Θεός μου βοηθός μου, ελπιώ επ΄ αυτόν, υπερασπιστής μου και κέρας σωτηρίας μου και αντιλήπτωρ μου» (Ψαλμ. 17, 2-3). Η αγάπη, αν και φυλάγεται μέσα στην καρδιά, δεν μπορεί να κρυφτεί. Φανερώνεται με τα δικά της εξωτερικά σημάδια».

2. Τα σημάδια της αγάπης προς τον Θεό
Αλλά ας δούμε ποια είναι τα σημάδια της αγάπης μας προς τον Θεό, για να μην έχουμε ψεύτικη ιδέα για την αγάπη αυτή. Γιατί σε τίποτε άλλο δεν απατάται ο άνθρωπος, όσο στο θέμα της αγάπης. Τα σημάδια της αληθινής αγάπης είναι τα εξής:
Α΄
Ο ίδιος ο Κύριος καθορίζει και λέει: «Ο έχων τάς εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστίν ο αγαπών με» (Ιω. 14, 21). Όποιος αγαπάει ειλικρινά τον Θεό, προσπαθεί να φυλάγεται απ΄ όσα δεν αρέσουν σ΄ Εκείνον και αγωνίζεται να εφαρμόζει όσα Εκείνος αγαπάει. Γι΄ αυτό εκτελεί τις άγιες εντολές του Κυρίου. Επόμενο είναι λοιπόν να μην έχουν αγάπη προς τον Θεό όσοι χριστιανοί δεν  δείχνουν ενδιαφέρον για τις εντολές Του. Σ΄ αυτούς συγκαταλέγονται και οι κακοποιοί, όσοι βλάπτουν τους άλλους με ποικίλους τρόπους, οι άσωτοι, οι μοιχοί, οι αισχροί, οι κλέφτες, οι άρπαγες, οι ληστές, οι άδικοι… Σ΄ αυτούς συγκαταλέγονται οι πονηροί, οι δόλιοι, οι γόητες, οι απατεώνες και οι υποκριτές. Σ΄ αυτούς συγκαταλέγονται ακόμα οι μάγοι κι εκείνοι που τους φωνάζουν στα σπίτια τους και γενικά όλοι οι παράνομοι. Αυτοί, όπως δεν αγαπούν το νόμο του Θεού, έτσι δεν αγαπούν κι Αυτόν τον ίδιο. Αυτοί αγαπούν τον εαυτό τους και τα πάθη τους, και όχι τον Θεό και τον άγιο νόμο Του.
Β΄
Φανερό δείγμα της αγάπης μας προς τον Θεό είναι και η χαρά της καρδιάς μας. Γιατί είναι φυσικό να αισθανόμαστε χαρά για ό,τι αγαπάμε. Έτσι και η αγάπη μας προς τον Θεό, χωρίς τη χαρά δεν μπορεί να νοηθεί. Όσες φορές ο άνθρωπος νιώθει στην καρδιά του τη γλυκύτητα της αγάπης για τον Θεό, τόσες φορές και πλημμυρίζει από χαρά. Όπως το μέλι ευφραίνει τη γεύση μας, έτσι και η αγάπη του Θεού χαροποιεί την καρδιά μας, γιατί γευόμαστε και βλέπουμε «ότι χρηστός ο Κύριος» (Ψαλμ. 33,9). Αυτή η χαρά για τον Θεό φαίνεται σε πολλά σημεία της Αγίας Γραφής και πολύ περισσότερο στους ιερούς ψαλμούς. Αυτή η πνευματική, η ουράνια χαρά είναι η πρόγευση της χαράς που θ΄ απολαύσουμε στην αιώνια ζωή.
Γ΄
Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, μόνο προς Αυτόν στρέφεται, και αποστρέφεται τον κόσμο και όλα τα του κόσμου. Την τιμή, τη δόξα, τον πλούτο και όλες τις αναπαύσεις του, που τα επιζητούν οι «υιοί του αιώνος τούτου», τα λογαριάζει για ένα μηδενικό. Αυτόν τον ικανοποιεί ο Ένας, ο Θεός, το άκτιστο αγαπημένο του Αγαθό. Μόνο στον Θεό βρίσκει απόλυτη τιμή, δόξα, πλούτο και ανάπαυση. Γι΄ αυτόν ο Θεός είναι ο πολυτιμότερος μαργαρίτης, μπροστά στον οποίο όλα τ΄ άλλα έχουν μικρή αξία. Αυτός τίποτα δεν επιθυμεί ούτε στον ουρανό ούτε στη γη, παρά μόνο τον Θεό. Τέτοιου είδους αγάπη εκφράζουν τα λόγια του ψαλμού: «Τι γάρ μοι υπάρχει εν τω ουρανώ και παρά σού τι ηθέλησα επί της γης; εξέλιπεν η καρδία μου και η σάρξ μου, ο Θεός της καρδίας μου και η μερίς μου ο Θεός είς τον αιώνα» (Ψαλμ. 72, 25-26). Την τροφή, το ποτό, τα ρούχα τα χρησιμοποιεί για τις ανάγκες του μόνο και όχι για ηδονή.
Όποιος αγαπάει τον κόσμο δεν αγαπάει τον Θεό, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αποστόλου: «Εάν τις αγαπά τον κόσμον, ούκ έστιν η αγάπη του πατρός εν αυτώ». (Α΄Ιω. 2, 15). Τέτοιοι είναι όσοι θέλουν να ζουν στη ζωή αυτή με πολυτέλεια, να κατοικούν σε βίλες, να περνούν με πλούσιες άμαξες, να ντύνονται με βαρύτιμα ρούχα, να δοξάζονται και να τιμούνται απ΄ όλους. Αυτοί έχουν σαρκικό φρόνημα, φιλοδοξία και εγωισμό, δηλαδή ό,τι εχθρεύεται ο Θεός.
Δ΄
Όποιος αγαπάει πραγματικά τον Θεό, Τον έχει αδιάκοπα στη μνήμη του, Αυτόν, την αγάπη Του και τις ευεργεσίες Του. Το βλέπουμε και στην αγάπη μεταξύ των ανθρώπων. Τον άνθρωπο που αγαπάμε, τον σκεφτόμαστε συχνά. Παρόμοια συμβαίνει και με την αγάπη μας προς τον Θεό. Όποιος Τον αγαπάει, Τον σκέφτεται συχνά, αναπαύεται κοντά Του και σ΄ Αυτόν στρέφεται με θαυμασμό. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός του, εκεί είναι και η καρδιά του (πρβλ. Ματθ. 6, 21). Γι΄ αυτόν ο ατίμητος και πολυαγαπημένος του θησαυρός είναι ο Θεός. Έτσι και η καρδιά του βρίσκεται πάντα κοντά στον Κύριο. Και η καρδιά, που είναι ξέχειλη από αγάπη προς τον Θεό, φανερώνει και εξωτερικά τα σημεία της αγάπης της. Όσοι ξεχνούν τον Θεό, δεν Τον αγαπούν. Η λησμοσύνη είναι φανερή απόδειξη ότι λείπει η αγάπη. Όποιος αγαπάει, δεν μπορεί να ξεχάσει αυτόν που αγαπάει.
Ε΄
Δύο πρόσωπα που αγαπιούνται, θέλουν να βρίσκονται παντοτινά αχώριστα. Πολλοί βέβαια χριστιανοί επιθυμούν να είναι μαζί με τον Χριστό δοξασμένοι, αλλά δεν θέλουν να είναι μαζί Του και στην ατίμωση και στο Σταυρό. Προσεύχονται να κληρονομήσουν τη βασιλεία Του, αλλά δεν θέλουν να υποφέρουν μαζί Του. Έτσι φανερώνουν ότι η καρδιά τους δεν είναι ειλικρινής και ότι δεν αγαπούν αληθινά τον Χριστό. Και, για να πούμε την αλήθεια, αγαπούν περισσότερο τον εαυτό τους παρά τον Χριστό. Γι΄ αυτό ο Κύριος λέει: «Και ός ού λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου ούκ έστι μου άξιος» (Ματθ. 10, 38). Ο πραγματικός φίλος μας φαίνεται στη δυστυχία μας. Έτσι και ο άνθρωπος που αγαπάει πραγματικά τον Χριστό: Στον κόσμο αυτό συμπορεύεται με τον Χριστό. Η καρδιά του προσκολλάται σ΄ Αυτόν. Υπομένει μαζί Του αγόγγυστα τα πάθη και το Σταυρό. Και θα είναι στην αιωνιότητα αχώριστα πια κοντά Του. Ο άνθρωπος αυτός λέει απ΄ την καρδιά του: «Εμοί δε το προσκολλάσθαι τω Θεώ αγαθόν εστί» (Ψαλμ. 72, 28).
ΣΤ΄
Δείγμα της αγάπης μας προς τον Θεό είναι η αγάπη μας προς τον πλησίον. Όποιος αγαπάει ειλικρινά τον Θεό, αυτός αγαπάει και τον πλησίον του. Όποιος αγαπάει πολύ ένα πρόσωπο, αγαπάει και εκείνον που συνδέεται μ΄ αυτό. Η πηγή της αγάπης προς τον πλησίον είναι η αγάπη προς τον Θεό. Και αντίστροφα, η αγάπη προς τον Θεό φαίνεται από την αγάπη προς τον πλησίον. Είναι φανερό λοιπόν ότι όποιος δεν αγαπάει τον πλησίον του, δεν αγαπάει και τον Θεό, όπως διδάσκει ο Απόστολος: «Εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον αδελφόν αυτού μισή, ψεύστης εστίν, ο γάρ μη αγαπών τον αδελφόν αυτού όν εώρακε, τον Θεόν, όν ούχ εώρακε πώς δύναται αγαπάν; Και ταύτην την εντολήν έχομεν απ΄ αυτού, ίνα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτού». (Α΄ Ιω. 4, 20-21).
Αυτά είναι τα σημάδια της αγάπης μας προς τον Θεό.
Αγαπητοί χριστιανοί, ας μετανοήσουμε και ας αποστραφούμε τη ματαιότητα του κόσμου. Ας καθαρίσουμε την καρδιά μας με τη μετάνοια και τη συντριβή, για να κατοικήσει μέσα μας η αγάπη του Θεού. «Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Ιω. 4, 16).
* * *
Ο Θεός είναι το ύψιστο Αγαθό, από το οποίο πηγάζουν όλα τα αγαθά και η μακαριότητα.
Χωρίς τον Θεό κάθε ευτυχία είναι καταραμένη και φτωχή, η ζωή θάνατος, η χαρά και η γλυκύτητα πίκρα. Με τον Θεό και η δυστυχία είναι ευτυχία, η φτώχεια πλούτος, η αδοξία δόξα, η ατιμία τιμή, οι δοκιμασίες γεμάτες παρηγοριά. Χωρίς τον Θεό δεν είναι δυνατόν να υπάρξει αληθινή ανάπαυση, ειρήνη και παρηγοριά.
Γι΄ αυτό, να Τον αγαπάς σαν το πιο μεγάλο σου αγαθό και σαν την πραγματική σου μακαριότητα. Να Τον αγαπάς πάνω από κάθε δημιούργημα. Περισσότερο από τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, τη γυναίκα και τα παιδιά σου. Πάνω και από τον ίδιο τον εαυτό σου. Σ΄ Αυτόν και μόνο να δώσεις την καρδιά σου, και πιο πολύ από κάθε τι Αυτόν να επιθυμείς και να ποθείς. Γιατί ο Θεός είναι η αιώνια ευτυχία σου, το αιώνιο αγαθό σου. Χωρίς Αυτόν ούτε στον παρόντα κόσμο, ούτε στο μέλλοντα υπάρχει ζωή και ευτυχία.
Κάθε δημιούργημα του Θεού είναι καλό, αλλά ο Δημιουργός είναι ασύγκριτα καλύτερος. Αγάπα λοιπόν και ζήτα αυτό το ίδιο το Αγαθό, το μόνο αυθύπαρκτο, άναρχο, αιώνιο, πανταχού παρόν και αναλλοίωτο, από το οποίο πλάστηκαν αριστοτεχνικά όλα τα δημιουργήματα.

3. Για να θυμάσαι την αγάπη του Θεού
Πάντοτε να θυμάσαι με αγάπη τον Θεό σου και την αγάπη Του για μας. Όλα όσα βλέπεις στον ουρανό και στη γή, στον τόπο της κατοικίας σου, σε ξυπνούν, για να θυμάσαι τον Κύριο σου και την αγάπη Του, πού μέσα της κλείνει κι εμάς.
Κάθε πλάσμα του Θεού φανερώνει την αγάπη Του σ΄ εμάς. Βλέποντας λοιπόν και απολαμβάνοντας τα δημιουργήματά Του, λέγε μέσα σου:
Αυτό είναι έργο των χειρών του Θεού μου και έχει δημιουργηθεί για χάρη μου.
Αυτοί οι φωστήρες του ουρανού, ο ήλιος, το φεγγάρι και τ΄ άλλα αστέρια είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου, για να φωτίζουν όλη την οικουμένη κι εμένα.
Αυτή η γη που πάνω της ζω, που δίνει τους καρπούς της σ΄ εμένα και στα ζώα μου, αυτή, μαζί με ό,τι έχει, είναι του Κυρίου μου δημιούργημα.
Αυτό το νεράκι που ποτίζει εμένα και τα ζώα μου, είναι του Κυρίου μου αγαθό.
Αυτά τα ζώα που μου δουλεύουν, είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου και τα έθεσε στην υπηρεσία μου.
Αυτό το σπίτι, όπου κατοικώ, είναι δώρο του Θεού και μου το έδωσε για την ανάπαυσή μου.
Αυτή η τροφή που τρώγω, είναι αγαθό του Θεού και μου τη δίνει για ενίσχυση και παρηγορία των αδυναμιών του σώματός μου.
Αυτό το ρούχο που φοράω, μου το έδωσε ο Κύριος και Θεός μου για να καλύψω το γυμνό μου σώμα.
Αυτή η μορφή του Χριστού είναι η μορφή του Σωτήρα μου, που κατέβηκε στον πάμφτωχο κόσμο για χάρη μου, για να σώσει εμένα που ήμουν «απολωλώς». Υπέφερε και πέθανε για μένα, κι έτσι με εξαγόρασε από την αμαρτία, το διάβολο, το θάνατο, τον άδη. Προσκυνώ την ανέκφραστη φιλανθρωπία Του!
Αυτή η μορφή της Θεοτόκου είναι η μορφή της Υπεραγίας Κόρης, που γέννησε «ασπόρως» τον Κύριό μου και Θεό Ιησού Χριστό. «Ευλογημένη σύ εν γυναιξί», η μητέρα, που γέννησες «εν σαρκί» τον Θεό, «και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου»! (Λουκ. 1, 42) «Μακαρία η κοιλία η βαστάσασα» τον Κύριο και Θεό μου «και μαστοί ούς εθήλασε»! (Λουκ. 11, 27).
Αυτή η μορφή του Προδρόμου είναι η μορφή του μεγάλου εκείνου προφήτη, που έστειλε ο Θεός «πρό προσώπου» του Κυρίου μου Ιησού Χριστού. Αυτός ανήγγειλε στους ανθρώπους την έλευσή Του, λέγοντας «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιω. 1, 29), και τέλος αξιώθηκε να Τον βαπτίσει στα νερά του Ιορδάνη.
Αυτή η μορφή του Αποστόλου είναι η μορφή του μαθητή του Κυρίου μου, που συναναστράφηκε μαζί Του, Τον άκουσε να διδάσκει, Τον είδε να θαυματουργεί και αργότερα να βασανίζεται για τη σωτηρία του κόσμου, ν΄ ανασταίνεται από τον τάφο και ν΄ ανεβαίνει στον ουρανό.
Αυτή η μορφή του μάρτυρα είναι η μορφή του ήρωα εκείνου, που αντιστάθηκε «μέχρις αίματος» για την τιμή του Χριστού μου, και πού για τ΄ όνομά Του δεν λυπήθηκε ούτε την ίδια του τη ζωή. Κι έτσι, με τη σπονδή του αίματός του, στερέωσε την ιερότατη και μόνη αληθινή πίστη μας.
Αυτός ο ιερός λόγος που ακούω, η Αγία Γραφή, είναι ο λόγος του Θεού, είναι λόγια από το στόμα Του. Τα χείλη του Κυρίου μου τα είπαν. Και τώρα, μέσα απ΄ αυτά, ο Θεός μου λέει: «Αγαθός ο νόμος του στόματός μου υπέρ χιλιάδας χρυσίου και αργυρίου» (Ψαλμ. 118, 72).
– Κύριε, δώσ΄ μου αυτιά, για ν΄ ακούω τον άγιο λόγο Σου!
Αυτός ο άγιος οίκος, η εκκλησία, όπου βρίσκομαι, είναι ναός του Θεού, μέσα στον οποίο προσφέρεται ομαδική λατρεία και δοξολογία προς τον Κύριό μου υπέρ των πιστών αδελφών μου.
Αυτές οι ψαλμωδίες, οι υμνωδίες και οι κοινές προσευχές είναι οι ήχοι με τους οποίους, ύμνοι, ευχαριστίες, αίνοι και δοξολογίες αναπέμπονται στο άγιο όνομα του Θεού μου.
Αυτός ο αγιασμένος άνθρωπος, ο επίσκοπος ή ο ιερέας, είναι ο πλησιέστερος υπηρέτης του Θεού μου, που του στέλνει προσευχές για μένα τον αμαρτωλό και για όλο τον κόσμο.
Αυτός ο άνθρωπος που κηρύσσει το Θείο λόγο, είναι ο απεσταλμένος του Θεού μου και φανερώνει σ΄ εμένα και στους άλλους ανθρώπους το δρόμο της σωτηρίας.
Αυτός δίπλα μου – ο κάθε άνθρωπος – είναι ο αδελφός μου. Είναι το πιο αγαπημένο δημιούργημα του Κυρίου μου, που πλάστηκε – όπως κι εγώ – «κατ΄ εικόνα και καθ΄ ομοίωσιν» Θεού. Έπεσε, αμάρτησε, αλλά εξαγοράστηκε – όπως κι εγώ – με το αίμα του Υιού του Θεού, του Σωτήρα μου, και καλέστηκε με το Θείο λόγο στην αιώνια ζωή. Πρέπει να τον αγαπάω, αφού είναι το αγαπημένο δημιούργημα του Θεού μου. Να τον αγαπάω σαν τον ίδιο τον εαυτό μου. Να μην του κάνω αυτό που δεν θα ήθελα να γίνει στον εαυτό μου, αλλά εκείνο που θα ήθελα, γιατί και ο Θεός μου έτσι με πρόσταξε.
Τέλος, αδελφέ μου, κάθε γεγονός και κάθε πράγμα μπορεί και πρέπει να ξυπνάει μέσα σου την ανάμνηση και την αγάπη προς τον Κύριό σου, δείχνοντάς σου συγχρόνως και τη δική Του αγάπη για σένα. Γιατί ακόμα κι αυτή η τιμωρία ή η δοκιμασία, που συχνά μας στέλνει, προέρχεται από την αγάπη Του για μας, καθώς το τονίζει και η Γραφή: «Όν αγαπά Κύριος παιδεύει» (Παροιμ. 3, 12).
Μνημόνευε λοιπόν παντού, σε κάθε περίσταση και σε κάθε πράγμα, το όνομα του Κυρίου και Θεού σου. Πρόσεχε να μην ξεχνάς τον ευεργέτη σου, όταν απολαμβάνεις τις ευεργεσίες Του, για να μην Του φανείς αχάριστος, γιατί η λησμοσύνη προς τον ευεργέτη είναι φανερό σημείο αχαριστίας.
Και μην ξεχνάς πως η μεγαλύτερη, η ύψιστη ευεργεσία Του σ΄ εμάς είναι ότι ο Χριστός, ο μονογενής Υιός Του, από άκρα συγκατάβαση ήρθε στη γη, και με το τίμιο αίμα Του και τά παθήματά Του μας εξαγόρασε από το διάβολο, τον άδη και το θάνατο. Έτσι, με το ακατάλυτο έργο Του, ανοίχθηκε για το ανθρώπινο γένος η πηγή του θείου ελέους.
Πρέπει λοιπόν κι εμείς πάντοτε ν΄ ατενίζουμε με πίστη σ΄ αυτό το μεγάλο και ακατάληπτο στο νου έργο του Θεού και να το θυμόμαστε διαρκώς. Και τον Θεό, που αγάπησε τόσο πολύ εμάς, τους ανάξιους, να Τον ευγνωμονούμε από τα βάθη της καρδιάς μας, να προσκυνούμε, να υμνούμε, να ευχαριστούμε και να δοξάζουμε το άγιο όνομά Του με την καρδιά και τα χείλη: «Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού, και ήγειρε κέρας σωτηρίας ημίν εν τω οίκω Δαβίδ του παιδός αυτού» (Λουκ. 1, 68-69).

4. Ευλάβεια προς τον Θεό
Τον Θεό να Τον τιμάς όχι με υλικά πράγματα και επιφανειακές εκδηλώσεις, αλλά με την καθαρή συνείδηση, με το φόβο, την αγάπη, την υπακοή, την ευγνωμοσύνη, την προσευχή, την πίστη. Γιατί ο Θεός είναι άυλο Πνεύμα, και γι΄ αυτό το λόγο με κανέναν άλλο τρόπο δεν τιμάται, παρά μόνο «έν πνεύματι και αληθεία».
Να προφέρεις το όνομα του Θεού με κάθε τιμή, φόβο και σεβασμό. Και αυτό, μόνο όταν και όπου υπάρχει ανάγκη. Το όνομα του Θεού είναι άγιο, και γι΄ αυτό, όσοι το προφέρουν χωρίς σεβασμό, αμαρτάνουν σοβαρά. Να τιμάς λοιπόν και να σέβεσαι το όνομα του Θεού, όπως σέβεσαι Αυτόν τον ίδιο.
Αν χρησιμοποιείς με σεβασμό το όνομα του επίγειου βασιλιά – κι έτσι πρέπει – με πόσο βαθύτερο σεβασμό και ευλάβεια πρέπει να προφέρεις το αγαπημένο και γλυκύτατο όνομα του Θεού, του βασιλιά των ουρανών, που υμνείται από τους αγγέλους και τις ψυχές των αγίων;
Καλή χρήση του ονόματος του Θεού γίνεται στις δεήσεις, στις δοξολογίες, στις ευχαριστίες, στους αίνους, στους πνευματικούς ύμνους και σε ευπρεπείς συζητήσεις και συνομιλίες των χριστιανών, όταν δηλαδή συζητούν για τον άγιο λόγο του Θεού, για το νόμο Του, το Ευαγγέλιο, την έλευση του Χριστού στον κόσμο, την επίγεια ζωή Του, τα Πάθη, το Σταυρό που για χάρη μας σήκωσε, το θάνατο που όλοι θα γευθούμε, τη μέλλουσα Κρίση, την αιώνια κόλαση, την αιώνια ζωή, κ.λ.π.
Σ΄ άλλες περιπτώσεις, χωρίς σοβαρό λόγο να μην το χρησιμοποιείς, και αν παρουσιαστεί κάποια ανάγκη, πρόφερέ το με άκρα προσοχή και ευλάβεια. Στα ψέματα και στ΄ αστεία ποτέ να μην το αναφέρεις, για να μη σε καταλάβει αυτοστιγμεί η δικαιοσύνη του Θεού, γιατί ο Θεός μας είναι «πύρ καταναλίσκον».
Είναι πράγμα εντελώς ανάρμοστο το να χρησιμοποιεί κάποιος χριστιανός το όνομα του Θεού «επί ματαίω», σε τυχαίες συζητήσεις, λέγοντας «μά τον Θεό», «προς Θεού», «μάρτυς μου είναι ο Θεός», «βλέπει ο Θεός», «για τ΄ όνομα του Χριστού», και άλλα. Δυστυχώς αυτά λέγονται πολύ συχνά από τους ανθρώπους, σχεδόν σε κάθε τους συζήτηση. Στην πραγματικότητα πρόκειται για σατανική εφεύρεση με διπλό σκοπό: Να διασύρεται το όνομα του Θεού και να καταστρέφεται ο άνθρωπος.
Εσύ να φυλάγεσαι απ΄ αυτά. Αν χρειαστεί να βεβαιώσεις κάποιαν αλήθεια, πρόσεξε να εφαρμόσεις το λόγο του Χριστού: «Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ού ού, το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού έστιν» (Ματθ. 5, 37)
* * *
Ο φόβος του Θεού γεννιέται από τη σκέψη της πανταχού παρουσίας Του και της παντογνωσίας Του. Η ζωντανή παρουσία Του γεμίζει τα σύμπαντα. Όπου κι αν βρεθούμε, είναι μαζί μας. Ό,τι κι αν κάνουμε ή λέμε ή σκεφτόμαστε, όλα τα κάνουμε κάτω από το βλέμμα Του. Ακόμα και τα μελλοντικά μας έργα τα γνωρίζει καλύτερα απ΄ ότι εμείς.
Πρόσεξε λοιπόν, χριστιανέ, και με τη βοήθεια του Θεού θα γεννηθεί μέσα σου ο φόβος Του. Και σαν τον αποκτήσεις, θα σε περιφρουρεί και θα σε διορθώνει πάντοτε σε κάθε σου ενέργεια. Θα σε αποτρέπει από κάθε κακή πράξη και θα σε παρακινεί σε κάθε καλό. Έτσι, μέρα με τη μέρα, θα γίνεσαι καλύτερος.
Έχε λοιπόν διαρκώς μπροστά στα μάτια της ψυχής σου τον Θεό, και θα έχεις πάντοτε το φόβο Του μέσα σου. Ο ψαλμωδός μας θυμίζει: «Προωρώμην τον Κύριόν μου ενώπιόν μου διαπαντός» (Ψαλμ. 15, 8).

5. Ο γραπτός λόγος του Θεού
Η Αγία Γραφή είναι ο λόγος του Θεού που μας παραδόθηκε από τους Προφήτες και τους Αποστόλους. Να την αγαπάς, όπως αγαπάς τον ίδιο τον Θεό, γιατί είναι λόγος από τα χείλη Του. Εφόσον αγαπάς τον Θεό, οπωσδήποτε θ΄ αγαπήσεις και το λόγο Του.
Η Αγία Γραφή είναι μήνυμα, επιστολή του Θεού σ΄ εμάς τους αναξίους, και αποτελεί το μεγαλύτερο δώρο Του. Μας το έδωσε για τη σωτηρία μας. Εφόσον λοιπόν αγαπάς τον αποστολέα, αγάπα και το γράμμα που σου στέλνει.
Ο λόγος του Θεού δόθηκε σ΄ εμένα, σ΄ εσένα, στον καθένα μας, και όποιος επιθυμεί τη σωτηρία του, μπορεί μέσα απ΄ αυτόν να την κερδίσει.
Όταν σου στέλνει επιστολή ο επίγειος βασιλιάς, τη δέχεσαι ευχάριστα και τη διαβάζεις μ΄ ενδιαφέρον και πολλή χαρά. Πόσο περισσότερο πρέπει ν΄ αγαπήσουμε την επιστολή του επουράνιου βασιλιά – το λόγο του Θεού – και με πόσο θερμό ενδιαφέρον και χαρά πρέπει να τη διαβάζουμε!
Ο Θείος λόγος δεν μας δόθηκε για να είναι γραμμένος στο χαρτί, αλλά για να τον εκμεταλλευόμαστε για το πνευματικό μας συμφέρον: Για ν΄ αγιαζόμαστε, να γνωρίζουμε τους δρόμους της σωτηρίας, να θεραπεύουμε τα πάθη μας, να συμμορφώνουμε μ΄ αυτόν τη ζωή μας, κι έτσι να είμαστε ευάρεστοι στον Θεό.
Αν λοιπόν θέλεις να είσαι πραγματικός χριστιανός, πρέπει απαραίτητα ν΄ αγωνίζεσαι για να ζεις σύμφωνα με τα παραγγέλματα του θείου λόγου.
Ο λόγος του Θεού είναι ουράνιος σπόρος. Είναι επομένως ανάγκη να καρποφορήσει μέσα μας ανάλογο καρπό, δηλαδή άγια και ουράνια βιώματα. Διαφορετικά, θα μας κατακρίνει την ημέρα εκείνη μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού.
Ζήσε λοιπόν όπως σε διδάσκει η Αγία Γραφή, και θα διορθώσεις τον εαυτό σου.
Τα μεγάλα μυστήρια της Αγίας Τριάδος, της Θείας Ευχαριστίας και τα άλλα, δεν μας αποκαλύπτονται από τον άγιο λόγο του Θεού, ώστε να γίνουν αντιληπτά από το νου μας. Γι΄ αυτό μην τα εξετάζεις από περιέργεια, μην τυχόν πέσεις στα δίχτυα του διαβόλου, περιπλακείς σ΄ αυτά, δεν μπορέσεις να ξαναβγείς κι έτσι καταστραφείς.
Έχε υπόψη σου πώς είναι πολύ επικίνδυνο να ερευνά κανείς πράγματα που μόνο την πίστη μας ζητούν. Πρόσεχε λοιπόν μήπως ερευνάς εκείνο που είναι πάνω από τις δυνάμεις σου.
Πίστευε για όλα όπως σε διδάσκει η Αγία Γραφή και όπως πιστεύει και νουθετεί η αγία μας Εκκλησία.
Μη μιμείσαι ό,τι κάνουν απερίσκεπτα οι άλλοι. Αυτός ο επιπόλαιος μιμητισμός φθείρει και καταστρέφει ψυχικά, γιατί σιγά-σιγά, ανεπαίσθητα, αυξάνει μέσα σου το κακό και λιγοστεύει την ευσέβεια. Δώσε προσοχή μόνο σ΄ εκείνο που σε διδάσκει ο Θείος νόμος.

6. Ο έμφυτος νόμος του Θεού
Όταν έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο, φύτεψε μέσα στην ψυχή του τη συνείδηση. Αυτή τον βοηθάει να πορεύεται με ασφάλεια και τον καθοδηγεί τι να κάνει και από τι να φυλάγεται. Η συνείδηση δεν είναι τίποτ΄ άλλο, παρά ο φυσικός -έμφυτος νόμος. Αλλά και με τον γραπτό νόμο του Θεού ταυτίζεται. Γιατί ό,τι μας διδάσκει ο νόμος του Θεού, αυτό μας διδάσκει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού μας παραγγέλλει να πιστεύουμε σ΄ ένα μόνο Θεό, το ίδιο και η συνείδηση. Γι΄ αυτό πολλοί ακόμα κι από τους ειδωλολάτρες, με την παρακίνηση της συνειδήσεως, ένα Θεό αναγνώριζαν.
Ο νόμος του Θεού συνιστά να σεβόμαστε πάνω απ΄ όλα τα δημιουργήματα το Δημιουργό και σ΄ Αυτόν μόνο ν΄ απονέμουμε την ύψιστη τιμή, στο ίδιο προτρέπει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού διδάσκει να μη θεωρούμε κανένα ίσο με τον Θεό, το ίδιο και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού παραγγέλλει να δείχνουμε υποταγή, πειθαρχία και υπακοή στον Θεό σαν ανώτατο κυρίαρχο, το ίδιο και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού προτρέπει να φοβόμαστε τον Θεό σαν δίκαιο Κριτή, αυτό ακούμε από τη συνείδηση.
Ο Θείος νόμος προστάζει να τιμωρούνται όσοι βλασφημούν το όνομα του Θεού, τη βλασφημία και η συνείδησή μας δεν την ανέχεται.
Ο νόμος του Θεού μας συμβουλεύει να υπακούμε στον Θεό περισσότερο απ΄ οποιαδήποτε άλλη επίγεια αρχή, το ίδιο και η συνείδηση, γιατί όλες οι επίγειες αρχές είναι κάτω από την εξουσία και την κυριαρχία του Θεού.
Ο νόμος του Θεού ζητάει ν΄ αγαπάμε Εκείνον πιο πολύ απ΄ όλα, το ίδιο ζητάει και η συνείδηση, γιατί ο Θεός είναι το ύψιστο και ανώτατο Αγαθό και η πηγή κάθε αγαθού. Γι΄ αυτό και πρέπει να Τον αγαπάμε περισσότερο από κάθε δημιούργημα.
Ο νόμος του Θεού παραγγέλλει να ευχαριστούμε τον Θεό για όλα, το ίδιο διδάσκει και η συνείδηση, που μας προτρέπει να είμαστε ευγνώμονες στον ευεργέτη Θεό.
Ο νόμος του Θεού μας συνιστά να αναθέτουμε όλες μας τις ελπίδες στον Θεό, το ίδιο και η συνείδηση. Γιατί ο Θεός όλα μπορεί να τα κάνει σαν παντοδύναμος, ενώ κάθε δημιούργημα χωρίς τον Θεό και έξω από τον Θεό είναι αδύναμο, γι΄ αυτό και η ελπίδα του είναι προσωρινή και ασταθής.
Ο νόμος του Θεού διδάσκει να πειθαρχούμε και ν΄ απονέμουμε τιμή στους γονείς και σ΄ όλους τους άρχοντες, γιατί έχουν δοθεί από τον Θεό, αυτό ακούμε και μέσα στη συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού απαγορεύει να βλάπτουμε τον άνθρωπο και να του αφαιρούμε τη ζωή, αυτό το απαγορεύει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού παραγγέλλει να βοηθάμε στις ανάγκες και στις δυσκολίες το συνάνθρωπο, το ίδιο και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού απαγορεύει να μοιχεύουμε και ν΄ ασωτεύουμε, αλλά και η συνείδηση του ανθρώπου εξεγείρεται και διαμαρτύρεται μέσα του, για να μη μολύνει τον εαυτό του με την ακολασία.
Ο νόμος του Θεού δεν επιτρέπει ν΄ αγγίζουμε ξένα πράγματα χωρίς τη συγκατάθεση του κατόχου τους, αυτό φωνάζει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού λέει να δίνουμε σ΄ όποιον ζητάει βοήθεια, το ίδιο παραγγέλλει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού απαγορεύει να λέμε ψέματα, να κολακεύουμε, να εξαπατούμε, αλλ΄ αυτά τα απαγορεύει και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού δεν θέλει να συκοφαντούμε τον πλησίον μας, το ίδιο και η συνείδηση.
Ο νόμος του Θεού προστάζει να μην επιθυμούμε τίποτα ξένο, αυτό μας προστάζει και η συνείδηση.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο νόμος του Θεού και η συνείδηση συνταυτίζονται και αποβλέπουν στον ίδιο σκοπό, δηλαδή στην ευτυχία μας.
Έτσι εξηγείται το ότι και οι ειδωλολάτρες, με το φως των φιλοσοφικών διδασκαλιών, διατύπωσαν πολλές ωφέλιμες σκέψεις. Αυτό δεν προήλθε από πουθενά αλλού, παρά από τη συνείδηση ή το φυσικό νόμο, μετά από πολύ κόπο και φωτισμένη μάθηση.
Καθένας λοιπόν που αμαρτάνει στη συνείδησή του, αμαρτάνει και στο Θείο νόμο και στον νομοδότη Θεό. Όποιος δεν υπακούει στη συνείδησή του, δεν υπακούει ούτε στον Θείο νόμο ούτε στον Θεό. Δεν πειθαρχεί στη συνείδησή του; Δεν πειθαρχεί ούτε στον Θεό. Εξοργίζει τη συνείδησή του; Εξοργίζει και τον Θεό.
Οι χριστιανοί που παραβαίνουν τη συνείδησή τους, δεν τιμούν τον αληθινό Θεό, αλλά είναι υποκριτές. Μην ξεχνάμε ότι χωρίς καθαρή συνείδηση δεν είναι δυνατόν να τιμάει κανείς τον Θεό.
Ο πραγματικός χριστιανός προσέχει να μην καταπατάει τη συνείδησή του, γιατί δεν θέλει να παραβεί το νόμο του Θεού. Προτιμάει να υποφέρει, παρά ν΄ αμαρτήσει. Μόνο σε μια τέτοια συνείδηση αναπαύεται ο πιστός, και μόνο έτσι ο άνθρωπος είναι χαρούμενος. Όπου υπάρχει καθαρή συνείδηση, υπάρχει πίστη και χαρά.
Όπως ο νόμος του Θεού ελέγχει τον άνθρωπο για την αμαρτία, έτσι και η συνείδηση. Αυτό φαίνεται όταν ακουστεί κάπου λόγος ελεγκτικός, τότε οι αμαρτωλοί ντροπιάζονται και ελέγχονται από τη συνείδησή τους.
Έτσι αισθάνεται ντροπή ο άσωτος, όταν γίνεται λόγος για την ασωτία. Αισθάνονται ντροπή οι κλέφτες και οι άρπαγες, όταν ακούνε λόγο για την κλοπή και την αρπαγή, οι ψεύτες και οι κόλακες, όταν γίνεται λόγος για το ψέμα και την κολακεία κ.ο.κ.
Όλοι αυτοί αισθάνονται ντροπή, που την εκδηλώνουν και με ορισμένα εξωτερικά σημεία. Μέσα τους δουλεύει ο έλεγχος της συνειδήσεως.
Όπως ο νόμος του Θεού απειλεί τον αμαρτωλό με τη μέλλουσα Κρίση, έτσι και η συνείδηση, και αυτή φωνάζει μέσα στον αμαρτωλό: «Άνθρωπε, δύσκολα τα έχεις!»
Όπως ακριβώς ταυτίζονται εδώ τώρα η ενέργεια του Θείου νόμου και η ενέργεια της συνειδήσεως, έτσι θα ταυτίζονται και κατά την Κρίση του Χριστού: Θα ελέγχει εκεί τον αμαρτωλό ο νόμος του Θεού, που τον καταπάτησε, θα τον ελέγχει και η συνείδηση εξοργισμένη για τις αμαρτίες του. Θα είναι λοιπόν εκεί δύο οι μάρτυρες κατηγορίας και οι επιτιμητές: ο νόμος του Θεού και η συνείδηση.
Συμβαίνει καμιά φορά η άρρωστη συνείδηση να είναι κοιμισμένη. Ξυπνάει όμως κάποτε και αρχίζει να ελέγχει τον αμαρτωλό. Τότε ξεσηκώνονται μέσα του φοβερές τύψεις, τόσο, που πολλοί, μη αντέχοντάς τες, καταλήγουν στην αυτοκτονία.
Όπως δεν υπάρχει καλύτερη ανάπαυση από την καθαρή συνείδηση, έτσι δεν υπάρχει χειρότερη ταραχή και μεγαλύτερο μαρτύριο από την ένοχη συνείδηση. Και αν εδώ παιδεύει τόσο τον αμαρτωλό, πόσο θα τον βασανίζει στη μέλλουσα ζωή, τότε που όλες του μαζί οι αμαρτίες θα τον ελέγχουν και θα τον τυραννούν!
Αδελφοί μου συναμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε; Ας ξυπνήσουμε και ας συνέλθουμε και ας καθαρίσουμε με μετάνοια και συντριμμένη καρδιά τις αμαρτίες μας, ας διορθώσουμε τον εαυτό μας και ας σταματήσουμε ν΄ αμαρτάνουμε και να ερεθίζουμε τη συνείδησή μας, για να μην παρουσιαστούμε έχοντάς την ένοχη και ακάθαρτη από τις αμαρτίες στην Κρίση του Χριστού, όπου θ΄ ανοιχθούν τα βιβλία της συνειδήσεως και θα λάβουμε «έκαστος κατά τα έργα αυτού».

Β΄. Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

1. Το ευαγγέλιο της σωτηρίας
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ για μας τους αμαρτωλούς τίποτα πιο ευχάριστο, πιο αγαπητό, πιο γλυκό από το Ευαγγέλιο.
Δεν είναι τόσο ευχάριστο στους πεινασμένους το ψωμί, στους διψασμένους το νερό, στους αιχμαλώτους η ελευθερία, όσο στους αμαρτωλούς, πού έχουν επίγνωση της καταστάσεώς τους, το Ευαγγέλιο.
«Ήλθε γάρ ο υιός τους ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» (Λουκ. 19, 10), αυτός είναι ο πιο παρήγορος λόγος του Ευαγγελίου. Ποιος είναι αυτός ο «υιός του ανθρώπου»; Είναι ο Υιός του Θεού που έχει σταλεί σ΄ εμάς από τον ουράνιο Πατέρα Του. Για χάρη μας θέλησε να ονομαστεί «υιός του ανθρώπου». Γιατί ήρθε στη γη; Για να βρει και να σώσει εμάς που ήμασταν χαμένοι και να μας πάρει στο αιώνιο βασίλειό Του. Τι πιο ευχάριστο και πιο ποθητό απ΄ αυτό μπορούσε να υπάρξει για μας τους δυστυχισμένους;
Αλλ΄ ας εξετάσουμε τι είναι το Ευαγγέλιο, τι ζητάει από μας και σε ποιον απευθύνεται.
Α΄
Το Ευαγγέλιο είναι, όπως και η λέξη το λέει, η πιο ευχάριστη είδηση. Αναγγέλει σ΄ όλη την ανθρωπότητα τον Χριστό σαν Σωτήρα του κόσμου, πού ήρθε να ζητήσει και να σώσει το «απολωλός». Ακούστε όλοι οι «απολωλότες» αμαρτωλοί! Ακούστε τη χαρμόσυνη φωνή του Ευαγγελίου. Φωνάζει σ΄ όλους μας: «Ήλθε γαρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός».
Είναι φοβερό να βρίσκεται κανείς «εν αμαρτίαις» ενώπιον του Θεού, όταν το Ευαγγέλιο μας βεβαιώνει ότι οι αμαρτίες μας συγχωρούνται χάρη στο όνομα του Χριστού και ότι ο Χριστός είναι η δικαίωσή μας ενώπιον του Θεού.
Στο πρόσωπό Σου δικαιώνομαι,
Σωτήρα μου Ιησού, Υιέ του Θεού.
Εσύ είσαι η δικαίωσή μου
και ο φωτισμός μου.
Είναι φοβερό να είμαστε στην οργή του Θεού, ενώ το Ευαγγέλιο κηρύσσει ότι ο Χριστός μας συμφιλίωσε με τον Θεό. «Και ελθών ευηγγελίσατο ειρήνην υμίν τοίς μακράν και τοις εγγύς» (Εφεσ. 2, 17).
Είναι φοβερή η «κατάρα του νόμου» για μας, αφού όλοι είμαστε αμαρτωλοί και αφού αυτή επιβάλλει στον κάθε αμαρτωλό και την πρόσκαιρη και την αιώνια τιμωρία. Αλλά το Ευαγγέλιο βεβαιώνει ότι ο «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ. 3, 13).
Είναι τρομερός για το ανθρώπινο γένος ο θάνατος. Το Ευαγγέλιο όμως σαλπίζει ότι ο Χριστός είναι η ανάστασή μας και η ζωή.
Είναι φοβερός ο άδης και η γέεννα. Το Ευαγγέλιο όμως διακηρύσσει ότι ο Χριστός μας ελευθέρωσε απ΄ τον άδη και όλες τις οδύνες.
Είναι σκληρό να χωριστούμε από τον Θεό και την αιώνια βασιλεία Του. Το Ευαγγέλιο όμως μας βεβαιώνει ότι θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριό μας στην αιώνια βασιλεία Του.
Αυτή είναι, ευλογημένοι χριστιανοί, η γλυκύτατη ευαγγελική φωνή: «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» (Ψαλμ. 33, 9). «Ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων είς αυτόν μη απόληται, αλλ΄ έχη ζωήν αιώνιον. Ού γάρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού είς τον κόσμον, ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ΄ ίνα σωθή ο κόσμος δι΄ αυτού. Ο πιστεύων εις αυτόν ού κρίνεται» (Ιω. 3, 16-18). «Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού, και ήγειρε κέρας σωτηρίας ημίν, εν τω οίκω Δαβίδ του παιδός αυτού» (Λουκ. 1, 68-69).
Β΄
Αφού είδαμε τι είναι το Ευαγγέλιο, ας προσέξουμε τώρα τι ζητάει από μας.
Ζητάει, αδελφοί μου, να δεχθούμε με ευγνωμοσύνη τη γλυκύτατη και ουρανόσταλτη αυτή είδηση και να ευχαριστούμε τον ευεργέτη μας Θεό πάντοτε και με καθαρή καρδιά για την ευεργεσία αυτή. Την ευγνωμοσύνη μας μάλιστα να την εκφράζουμε με την υπακοή μας σ΄ Αυτόν.
Άλλωστε και η ίδια η συνείδηση μας παρακινεί να είμαστε ευγνώμονες προς τους ευεργέτες μας.
Ο Κύριος αγάπησε εμάς τους ανάξιους. Ας Τον αγαπήσουμε κι εμείς, τον άξιο κάθε αγάπης. Η αγάπη όμως απαιτεί να μη θλίβεις αυτόν που αγαπάς, κι ο Θεός θλίβεται με κάθε μας αμαρτία. Γι΄ αυτό ας εκτελούμε το άγιο θέλημά Του, για να μην Τον θλίβουμε, τον Πατέρα και ευεργέτη μας. «Πάτερ ημών ο έν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου, γεννηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης».
Γ΄
Σε ποιον κηρύσσεται το Ευαγγέλιο; Ο Χριστός μας απαντάει: «Πνεύμα Κυρίου επ΄ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν» (Λουκ. 4, 18).
Δηλαδή σ΄ εκείνους τους ανθρώπους πού συναισθάνονται τις αμαρτίες τους, βλέπουν τη φτώχεια, την αθλιότητα και την ελεεινότητά τους, έχουν το φόβο της Κρίσεως του Θεού και συντριμμένη καρδιά, σ΄ αυτούς κηρύσσεται το Ευαγγέλιο, όπως ακριβώς στο πληγωμένο σώμα τοποθετείται το θεραπευτικό έμπλαστρο.
Πονεμένες και συντριμμένες ψυχές, ακούστε τη γλυκύτατη φωνή του Ευαγγελίου: «Ήλθε γάρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός». Τοποθετήστε αυτό το ιαματικό και ευχάριστο ευαγγελικό έμπλαστρο στις πληγωμένες σας ψυχές. Μ΄ αυτό το σωτήριο φάρμακο γιατρέψτε τις συντριμμένες καρδιές σας: «Ήλθε γάρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός».
Θ΄ αναζητήσει και θα σώσει κι εσάς, γιατί εσείς είστε από κείνους πού ήρθε να ζητήσει και να σώσει. Αναγνωρίστε και ομολογήστε την αμαρτωλότητά σας ενώπιον του Θεού. Θα σας αφεθούν οι αμαρτίες χάρη στο όνομα του Χριστού. Μετανοήστε για τις αμαρτίες σας και νιώστε την κατά Θεόν θλίψη. Θα ετοιμαστεί και για σας η σωτηρία από τον Θεό.
«Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ών πρώτος ειμί εγώ» (Α΄ Τιμ. 1, 15). Το Πνεύμα το Άγιο σας παραγγέλλει με το δούλο Του Δαβίδ: «Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδία συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ούκ εξουδενώσει» (Ψαλμ. 50, 19). Αυτή η θυσία της μετανοημένης και συντριμμένης καρδιάς Του είναι πιο ευχάριστη από κάθε άλλη προσφορά. Σε τέτοια θυσία επιβλέπει με συμπάθεια ο Θεός και στέλνει την ευλογία Του: «Και επί τίνα επιβλέψω, αλλ΄ ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;» (Ησ. 66,2).
Απ΄ όλα αυτά πρέπει να συμπεράνεις, αδελφέ μου, ότι το Ευαγγέλιο δεν ανήκει στους χριστιανούς που ζουν παράνομα και χωρίς φόβο Θεού, πού δεν αναγνωρίζουν τις αμαρτίες τους, τη φτώχεια και τη δυστυχία τους την πνευματική, πού δεν έχουν συντριμμένη καρδιά. Τι ωφελεί τη σκληρή πέτρα το λάδι; Το έμπλαστρο τοποθετείται σε πονεμένο μέρος και γιατρεύει εκείνον που αισθάνεται και παραδέχεται την αρρώστια του.
Σ΄ αυτούς τους ανθρώπους ταιριάζουν τα λόγια: «Ταλαιπωρήσατε και πενθήσατε και κλαύσατε, ο γέλως υμών είς πένθος μεταστραφήτω και η χαρά είς κατήφειαν. Ταπεινώθητε ενώπιον του Κυρίου και υψώσει υμάς» (Ιακ. 9-10). Και επίσης: «Ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται, πάν ούν δένδρον μήποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και είς πύρ βάλλεται» (Ματθ. 3, 10).
Αμαρτωλοί, ας φοβηθούμε τη φοβερή μέρα της Κρίσεως του Θεού και ας μοχθήσουμε για ν΄ αποκτήσουμε «καρδίαν συντετριμμένη και τεταπεινωμένην», για ν΄ αντλήσουμε κι εμείς από το Ευαγγέλιο, σαν από σωτήρια πηγή, «ύδωρ ζων», δροσιστικό, παρηγορητικό, και μ΄ αυτό να ξεδιψάσουμε τις ψυχές μας.
Έτσι θα κερδίσουμε την αιώνια ζωή «εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ώ η δόξα σύν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι είς τους αιώνας των αιώνων».

2. Το άγιο Βάπτισμα
«Ο ΠΙΣΤΕΥΣΑΣ και βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρκ. 16, 16). Αυτόν τον λόγο τον είπε ο Σωτήρας μας, για να μας ενισχύσει και να μας παρηγορήσει. Τι πιο παρήγορο για την πιστή και βαπτισμένη ψυχή απ΄ αυτά τα λόγια, πού υπόσχονται αιώνια σωτηρία;
Δόξα τω Θεώ, αγαπητοί χριστιανοί, πού κι εμείς πιστεύουμε στο Ευαγγέλιο και φωτιστήκαμε με το άγιο Βάπτισμα. Αξίζει γι΄ αυτό να δούμε τη δύναμή του, να εξετάσουμε τι ήμασταν πρίν βαπτιστούμε και τι γίναμε μετά το βάπτισμα, και έτσι να λάβουμε μεγάλη παρηγοριά.
Με το άγιο βάπτισμα λυτρωθήκαμε απ΄ όλα τα δεινά και λάβαμε με τη χάρη του Θεού την πραγματική μακαριότητα. Πρίν βαπτιστούμε ήμασταν πολύ μακριά από τον Θεό, με το Βάπτισμά Τον πλησιάσαμε. Πρίν βαπτιστούμε ήμασταν εχθροί του Θεού, με το Βάπτισμα συμφιλιωθήκαμε μαζί Του κι Εκείνος μ΄ εμάς. Πρίν από το Βάπτισμα ήμασταν «τέκνα οργής», αλλά με το Βάπτισμα γίναμε σκεύη θείου ελέους. Πρίν από το Βάπτισμα ήμασταν τα σκοτεινά παιδιά του διαβόλου, μετά γίναμε φωτεινά παιδιά του Θεού. Πρίν βαπτιστούμε ήμασταν αχρείοι από τις αμαρτίες, με το Βάπτισμα πλυθήκαμε, φωτιστήκαμε και δικαιωθήκαμε. Πρίν από το Βάπτισμα ήμασταν «απολωλότες», μετά γίναμε «σεσωσμένοι». Πρίν από το Βάπτισμα ήταν κλειστές για μας οι πόρτες προς την αιώνια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών, μετά άνοιξαν και εισέρχονται ελεύθερα όσοι φύλαξαν τη χάρη του αγίου Βαπτίσματος.
Αυτές και πολλές άλλες θείες ευλογίες παίρνουμε με το Βάπτισμα. Και τις παίρνουμε χωρίς να το αξίζουμε, από μόνη τη φιλανθρωπία του Θεού – γιατί τι μπορεί ν΄ αξίζει ο «απολωλός»; Δόξα στην αγαθότητα του Θεού, δόξα στη φιλανθρωπία Του, δόξα στην ευσπλαχνία Του, δόξα στις χάριτές Του! «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νύν και έως του αιώνος» (Ψαλμ. 112, 2).
Όλο αυτό το πλούσιο έλεος του Θεού το έχει πληρώσει για μας ο μονογενής Του Υιός, ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, το πλήρωσε με το πολύτιμο αίμα Του και το θάνατό Του.
Αγαπητοί χριστιανοί, ας εξετάζουμε τον εαυτό μας: Άραγε πολιτευόμαστε αντάξια του αγίου Βαπτίσματος; Για να μη μας γίνει το ίδιο το Βάπτισμα «είς κατάκριμα» τη φοβερή μέρα της Κρίσεως του Χριστού, οπότε θα κριθούν κάθε λόγος και σκέψη και πράξη μας.

3. Απαρνήσεις και υποσχέσεις
ΤΟ ΑΓΙΟ Βάπτισμα είναι η πόρτα, απ΄ όπου οι βαπτισμένοι εισέρχονται στην Εκκλησία και γίνονται «συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2, 19). Αυτό όμως δεν γίνεται έτσι απλά, αλλά μετά από ορισμένες απαρνήσεις και υποσχέσεις, που δίνουμε πρίν από το Βάπτισμα.
Α΄
Απαρνηθήκαμε τότε το σατανά και όλα τα πονηρά έργα του.
Ο σατανάς είναι το κακό και πονηρό πνεύμα. Από τον Θεό πλάστηκε αγαθός, αλλά μαζί με τους ομόφρονές του απομακρύνθηκε απ΄ Αυτόν, κι έτσι από φωτεινός έγινε σκοτεινός και από αγαθός κακός και πονηρός.
Τα έργα του είναι ειδωλολατρία, υπερηφάνεια, απάτη, ψέμα, κολακεία, πονηριά, ζήλεια, φθόνος, κλοπή, μοιχεία, ασωτία, κάθε αισχρότητα, συκοφαντία, βλασφημία και γενικά κάθε αμαρτία, αφού αυτός είναι ο εφευρέτης της αμαρτίας.
Αυτός μέσα στον παράδεισο δελέασε και τους προπάτορές μας, ρίχνοντάς τους στην παρακοή και στην απομάκρυνση από τον Θεό.
Αυτό λοιπόν το ακάθαρτο πνεύμα και όλα τα πονηρά του έργα απαρνιόμαστε πρίν από το βάπτισμα.
Β΄
Απαρνηθήκαμε κάθε ματαιότητα, την υπερηφάνεια και τις ανέσεις του σύγχρονου κόσμου, σαν αναγεννημένοι και καλεσμένοι στην αιώνια ζωή.
Γ΄
Υποσχεθήκαμε να υπηρετούμε με πίστη και ειλικρίνεια τον Χριστό, τον Υιό του Θεού, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, και ν΄ ακολουθήσουμε τα ίχνη Του.
Δ΄
Μ΄ αυτόν τον τρόπο έγινε διαθήκη (συμφωνία) ανάμεσα σ΄ εμάς και στον Θεό: Εμείς απαρνηθήκαμε το σατανά και υποσχεθήκαμε να υπηρετούμε τον Θεό και να Του είμαστε πιστοί, και ο Θεός μας δέχεται στο ύψιστο έλεός Του, μας υπόσχεται την κληρονομία της αιώνιας ζωής και βασιλείας, και, καταρρυπωμένους από την αμαρτία, με το λουτρό του Βαπτίσματος μας απολούζει, μας αγιάζει και μας δικαιώνει, όπως τονίζει στον κάθε βαπτιζόμενο ο ιερέας: «Εδικαιώθης, εφωτίσθης, ηγιάσθης, απελούσθης».
* * *
Αγαπητοί μου χριστιανοί, ας θυμηθούμε τις απαρνήσεις και τις υποσχέσεις αυτές και ας αναρωτηθούμε αν τις τηρούμε. Γιατί είναι βαρύ και επικίνδυνο να ψεύδεται κανείς στον Θεό.
Ας εξετάσουμε λοιπόν μήπως κανένας μας επέστρεψε στο σατανά και αρνήθηκε τον Χριστό. Σε ποια μερίδα βρισκόμαστε άραγε; Στου σατανά ή στου Χριστού; Όποιου το θέλημα εκτελεί κανείς, σ΄ αυτόν είναι δούλος, σ΄ αυτόν και ανήκει.
Αρνείται τον Χριστό όχι μόνο όποιος αρνείται το άγιο όνομά Του και δεν Τον ομολογεί ως Υιό του Θεού και Σωτήρα του, αλλά και όποιος ασυνείδητα και χωρίς φόβο παραβαίνει τις άγιες εντολές Του. Αυτή είναι αποστολική διδασκαλία, γιατί ο Απόστολος παρατηρεί: «Θεόν ομολογούσιν ειδέναι, τοίς δε έργοις αρνούνται» (Τίτ. 1, 16).
Βλέπεις ότι όχι μόνο με τα χείλη, αλλά και με τα έργα αρνούνται οι άνθρωποι τον Θεό; Ασωτεύει κάποιος και μοιχεύει; Αρνείται τον Χριστό. Οργίζεται άλλος κατά του πλησίον του και ζητάει ευκαιρία να τον βλάψει; Έχει αποκοπεί από τον Χριστό. Εξαπατάει ο τρίτος και ξεγελάει τον αδελφό του; Ήδη δεν είναι με τον Χριστό.
Με όλα αυτά ο άνθρωπος υποτάσσεται στον εχθρό. Έτσι δεν τηρεί τις υποσχέσεις πού έδωσε, αλλά ψεύδεται στον Θεό.
Ας ρωτήσουμε, αγαπητοί, τη συνείδησή μας σε ποια μερίδα ανήκουμε: Του Χριστού ή του εχθρού Του, του αγαθού ή του κακού, των σωζομένων ή των απολλυμένων; Όποιος δεν είναι μαζί με τον Χριστό, είναι εχθρός του Χριστού, καθώς το βεβαιώνει ο ίδιος: «Ο μη ων μετ΄ εμού κατ΄ εμού εστί» (Ματθ. 12, 30).

4. Οι αμαρτίες μετά το Βάπτισμα
Δεν είναι δυνατόν να περιγράψει κανείς και να κλάψει όπως πρέπει την κατάσταση του χριστιανού που παραδόθηκε μετά το άγιο Βάπτισμα σε ανομίες: Στερείται όλες εκείνες τις μακαριότητες πού καταξιώθηκε να λάβει στο Βάπτισμά του από τη χάρη του Θεού, και πέφτει σ΄ ακόμα μεγαλύτερο όλεθρο από κείνον πού είχε γλυτώσει. Γιατί, αν και γνώρισε την αλήθεια, ωστόσο δεν θέλησε να ζήσει σύμφωνα μ΄ αυτήν.
Γνώρισε τον Θεό, αλλά δεν θέλησε ν΄ ανήκει σ΄ Αυτόν.
Γνώρισε το δρόμο πού οδηγεί στην αιώνια ευτυχία, αλλά δεν θέλησε να τον βαδίσει.
Έμαθε και υποσχέθηκε να υπηρετεί τον Κύριο, αλλά δεν τήρησε την υπόσχεσή του.
Λούστηκε, φωτίστηκε, δικαιώθηκε, αλλά έπειτα τα στερήθηκε όλα.
Έγινε παιδί του Θεού, αλλά στη συνέχεια έχασε αυτή την υπερένδοξη καταγωγή.
Έγινε κληρονόμος της αιώνιας ζωής και βασιλείας, αλλά κατέστρεψε αυτή την κληρονομιά.
Γι΄ αυτόν, ακριβώς, και τους ομοίους του είναι που θρηνεί ο Απόστολος: «Κρείττον γάρ ην αυτοί μη επεγνωκέναι την οδόν της δικαιοσύνης ή επιγνούσιν επιστρέψαι εκ της παραδοθείσης αυτοίς αγίας εντολής» (Β΄ Πετρ. 2, 21).
Βλέπεις, αδελφέ μου, τι καταστροφή είναι ν΄ αμαρτήσει ο βαπτισμένος χριστιανός; Και σκέψου πώς η καταστροφή αυτή δεν φαίνεται τώρα, γιατί δεν διακρίνεται με τα σωματικά μάτια, αλλά με τα πνευματικά. Θα γίνει όμως αντιληπτή τότε, όταν τα κρυφά και φανερά έργα μας θα παρουσιαστούν μπροστά σ΄ όλον τον κόσμο, δηλαδή στη Δευτέρα παρουσία του Χριστού.
Τότε ο δυστυχής αυτός χριστιανός θα δει και θα καταλάβει τη μεγάλη του συμφορά και καταστροφή.
Αλήθεια, πολλά δάκρυα και θρήνοι χρειάζονται για να κλάψει κανείς την κατάσταση ενός τέτοιου ανθρώπου.
Όπως αυτός που βγήκε από το λουτρό, αλλά ξανακυλίστηκε στη λάσπη, είναι πάλι λερωμένος, έτσι και ο χριστιανός, ο λουσμένος στο λουτρό του Βαπτίσματος, με τις αμαρτίες πάλι μολύνεται.
Όποιος αμαρτάνει μετά το άγιο Βάπτισμα, μοιάζει με κάποιον κουρελή πού, ενώ τον έντυσαν με ρούχα πορφυρά, μεταξωτά, ολόλαμπρα, αυτός πέταξε τη λαμπρή εκείνη στολή και ξαναφόρεσε τα ελεεινά του κουρέλια. Ο χριστιανός, μετά τα κουρέλια της αμαρτίας, ντύθηκε τη στολή της δικαιοσύνης του Χριστού, αλλά πετώντας αυτή τη λαμπρή στολή, φόρεσε πάλι τ΄ αμαρτωλά του κουρέλια.
Σαν εκείνον που βγήκε από το σκοτάδι στο φως, αλλά ξαναγύρισε πάλι στο σκοτάδι, έτσι μοιάζει αυτός που βγήκε από το σκοτάδι της αμαρτίας στο φως του Χριστού, στο αληθινό φως, και γυρίζει πάλι εκεί.
Σαν τον ελευθερωμένο που γυρίζει από τη σκλαβιά και την αιχμαλωσία στην ελευθερία, και πάλι επιστρέφει σ΄ εκείνη την πικρή δουλεία, έτσι και ο χριστιανός που αμαρτάνει, ενώ είχε ελευθερωθεί με τη χάρη του Χριστού από την πικρή δουλεία και αιχμαλωσία του διαβόλου, πάλι γυρίζει σ΄ εκείνη την ολέθρια κατάσταση.
Σαν τον άνθρωπο πού τον αρπάζουν από βαθύ γκρεμό κι εκείνος πάλι ξαναπέφτει, έτσι ακριβώς και ο χριστιανός πού παρανομεί, ενώ ήταν απομακρυσμένος από το βάραθρο της αιώνιας καταστροφής, εντούτοις ρίχνει πάλι τον εαυτό του εκούσια σ΄ εκείνο το βάραθρο.
Σ΄ αυτούς «συμβέβηκε το της αληθούς παροιμίας, κύων επιστρέψας επί το ίδιον εξέραμα, και υς (χοίρος) λουσαμένη είς κύλισμα βορβόρου» (Β΄ Πετρ. 2, 22).
Στην ολέθρια αυτή κατάσταση ανήκουν:
  1. Οι άσωτοι, οι μοιχοί και όλοι όσοι μολύνουν το σώμα τους.
  2. Οι κλέφτες, οι άρπαγες, οι ληστές και όσοι με οποιονδήποτε τρόπο σφετερίζονται τα ξένα αγαθά.
  3. Οι κακοί και όσοι επιβουλεύονται τη ζωή του πλησίον τους.
  4. Οι ύπουλοι, οι υποκριτές, οι πανούργοι και όσοι συμπεριφέρονται δόλια στους άλλους.
  5. Οι βλάσφημοι, οι φιλόνικοι και οι συκοφάντες.
  6. Όσοι δικαστές κρίνουν ανάλογα με την αμοιβή και τις δωροδοκίες και όχι σύμφωνα με τον όρκο πού έδωσαν και με την αλήθεια.
  7. Τα άσπλαχνα αφεντικά.
  8. Όσοι έμποροι πουλάνε το χαλασμένο πράγμα για καλό, το φτηνό για ακριβό, το σάπιο για γερό ή παίρνουν υπέρογκα ποσά, περισσότερα από την κανονική αξία.
  9. Όσοι κάνουν μαγείες, όσοι καταφεύγουν σε μάγους ή τους φωνάζουν στα σπίτια τους.
  10. Όσοι γενικά καταπατούν τη συνείδησή τους και χωρίς φόβο παραβαίνουν τις εντολές του Θεού.
* * *
Αγαπητοί Χριστιανοί, λουσμένοι με το λουτρό του αγίου Βαπτίσματος! Ας ανακρίνουμε τον εαυτό μας, μήπως απομακρύνθηκε κανένας μας από τον Χριστό κι έπεσε στην ολέθρια κατάσταση που περιγράψαμε. Όποιος έρχεται σε αντίθεση με το θείο νόμο, δουλεύει στο διάβολο και απομακρύνεται από τον Χριστό.
Αλλοίμονο στους χριστιανούς που αμαρτάνουν μετά το Βάπτισμα! «Ανεκτότερον έσται γη Σοδόμων και Γομόρρας έν ημέρα κρίσεως» (Ματθ. 10, 15), παρά σε τέτοιους χριστιανούς!
Φτωχέ χριστιανέ, ξέχασε τον εαυτό σου και πρόσεχε να μη γίνεις παντοτινός αιχμάλωτος του διαβόλου και της καταστροφής. «Ο σκώληξ αυτών ού τελευτά και το πύρ ού σβέννυται» (Μάρκ. 9, 48).
Θεέ μου,
Λυπήσου το λογικό σου δημιούργημα,
το «κατ’ εικόνα» Σου
πλασμένο …

5. Ο δρόμος της επιστροφής
Για όποιον αμάρτησε μετά το Βάπτισμα, απέμεινε μοναδική ελπίδα η ειλικρινής μετάνοια. Δόξα τω Θεό γι΄ αυτό! Δόξα τω Θεό, που δεν χαθήκαμε εντελώς εμείς οι αμαρτωλοί!
Μας έμεινε ακόμα η ελπίδα.
Δεν εξαντλήθηκαν ακόμα οι οικτιρμοί του Θεού.
Ακόμα κηρύσσεται η μετάνοια στους αμαρτωλούς.
Ακόμα ευαγγελίζεται στους φτωχούς.
Ακόμα σκορπίζονται παντού τα ελέη του Ουράνιου Βασιλιά.
Δεν κλείστηκαν ακόμα οι πόρτες της φιλανθρωπίας, η χάρη του Θεού προσφέρεται σ΄όλους.
Ακόμα κηρύσσονται το Ευαγγέλιο και «ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Ακόμα αναγγέλλεται η βασιλεία του Θεού.
Ακόμα σώζονται οι μετανοημένοι χριστιανοί, εισέρχονται στη βασιλεία του Θεού τελώνες και μοιχοί καθαρισμένοι με τη μετάνοια.
Ακόμα ο φιλάνθρωπος Θεός καλεί και περιμένει κοντά Του όλους τους αποστάτες, που τους υπόσχεται το έλεος.
Ακόμα ο φιλότεκνος Πατέρας δέχεται τα άσωτα παιδιά του, που επιστρέφουν από τη μακρινή χώρα, και τις πόρτες του σπιτιού Του ανοίγει και την επίσημη στολή τους φοράει και δαχτυλίδι δίνει στο χέρι τους και παπούτσια στα πόδια τους, ενώ παρακινεί όλους τους Αγίους να χαρούν:
– Χαρείτε Άγγελοι κι όλοι οι εκλεκτοί μου! Οι αμαρτωλοί, οι άνθρωποι, τα πλάσματά μου, που πλάστηκαν «κατ΄ εικόνα και ομοίωσίν» μου σώζονται, οι χαμένοι βρίσκονται, οι νεκροί ανασταίνονται και οι άσωτοι επιστρέφουν.
Δόξα στην αγαθότητά Του! Δόξα στη φιλανθρωπία Του! Δόξα στη φιλευσπλαχνία Του! Δόξα στους οικτιρμούς Του!
Φτωχοί αμαρτωλοί, γιατί καθυστερούμε κι εμείς στη μακρινή χώρα και δεν γυρίζουμε στον Πατέρα μας; Γιατί «λιμώ απολλύμεθα;» Γιατί προσπαθούμε να χορτάσουμε με τις παρανομίες – τα ξυλοκέρατα; Στο σπίτι του Πατέρα μας υπάρχουν όλα τ΄ αγαθά. Εκεί και οι δούλοι χορταίνουν!
Με λαχτάρα και πόθο μας περιμένει ο Πατέρας μας. Αν επιστρέψουμε κοντά Του, θα μας δει από μακριά με αγάπη, θα μας αντικρύσει με μάτια φιλεύσπλαχνα, και γεμάτος χαρά, τρέχοντας, θα πέσει στον τράχηλό μας, θα μας αγκαλιάσει, θα μας ασπαστεί με αγάπη και θα μας παρηγορήσει, χωρίς να θυμηθεί τις αμαρτίες μας. Τότε θ΄ αρχίσουν γύρω μας να χαίρονται και να ευφραίνονται όλοι οι άγιοι άγγελοι και οι εκλεκτοί Του.
Ας συνέλθουμε λοιπόν και, «αναστάντες», ας σπεύσουμε πρός τον Πατέρα μας και ας Του πούμε με ταπείνωση και πόνο:
«Πάτερ, ήμαρτον είς τον ουρανόν και ενώπιόν σου, καί ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου, ποίησόν με ώς ένα των μισθίων σου» (Λουκ.15, 18-19).
Ας βιαστούμε, ας βιαστούμε, οι αμαρτωλοί, τώρα, που δεν πέρασε ακόμα ο καιρός, τώρα, που περιμένει ακόμα ο Πατέρας, τώρα, που δεν κλείστηκαν ακόμα οι πόρτες…
* * *
Για όσες αμαρτίες έκανες μετά το Βάπτισμα σου, αν έχεις ειλικρινά μετανοήσει, μήν απελπίζεσαι. Στηρίξου στο έλεος του Θεού. Όσο πολλές και σοβαρές κι αν είναι, το έλεος του Θεού είναι μεγαλύτερο: Όση είναι η μεγαλοσύνη Του, τόσο είναι και το έλεός Του. Αλλά πρόσεχε στο εξής να μην αμαρτάνεις, και βάδιζε σύμφωνα με τον Θείο νόμο. Αν δεν πρόσεξες κάπου, σαν άνθρωπος, καί αμάρτησες, μήν αποθαρρύνεσαι. Αναγνώρισε αμέσως την πτώση σου, γονάτισε με ταπείνωση μπροστά στο σπλαχνικό βλέμμα του Θεού, ζήτησε τα ελέη Του με τη φωνή του Τελώνη – «ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ!» – και το αμάρτημά σου θα συγχωρηθεί.
Ας μετανοήσουμε τώρα, που ενεργεί ακόμα η ευσπλαχνία του Θεού, για να μην προκαλέσουμε εναντίον μας το έργο της Θείας δικαιοσύνης, την αιώνια καταδίκη.

6. Ο Λυτρωτής
Η ενσάρκωση του Υιού του Θεού και ο ερχομός Του στον κόσμο ενθαρρύνουν πάντοτε τους αμαρτωλούς, παρακινώντας τους σε μετάνοια.
Για ποιόν κατέβηκε στη γη ο Χριστός; Για τους αμαρτωλούς. Και για ποιο σκοπό; Για τη σωτηρία τους. Ω, πόσο πολύτιμη θεώρησε τη σωτηρία μας ο Θεός! Για χάρη της ήρθε ο ίδιος στον κόσμο.
Ακούστε το όλοι οι αμαρτωλοί και συλλογιστείτε το: Ο ίδιος ο Θεός ήρθε για τη σωτηρία μας στον κόσμο, και ήρθε μάλιστα με τη δική μας μορφή. Πραγματικά, «μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον! Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ. 3, 16). «Κύριε, τι έστιν άνθρωπος ότι εγνώσθης αυτώ, ή υιός ανθρώπου ότι λογίζη αυτώ;» (Ψαλμ. 143, 3).
Πόσο θαυμαστή είναι η χάρη του Θεού στον άνθρωπο! Πόσο αξιοθαύμαστο το έργο Του! Αυτό προείδε ο προφήτης και φώναξε με φόβο και έκσταση: «Κύριε, εισακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην, Κύριε, κατενόησα τα έργα σου και εξέστην» (Αββακ. 3, 1-2).
Ας αναλογισθούμε καλά το μεγάλο αυτό έργο του Θεού, που έγινε για χάρη μας, και ας μετανοήσουμε. Ας σκεφθούμε ότι για μας γεννήθηκε από την Παρθένο, έγινε νήπιο και θήλασε γάλα! Ενώ είναι αόρατος, έγινε ορατός, ενώ είναι άναρχος, έλαβε αρχή και σπαργανώθηκε σαν βρέφος, από αδέσμευτος δεσμεύτηκε και από Λόγος άσαρκος σαρκώθηκε.
Ας θυμηθούμε πώς, όταν ήταν νήπιο, έτρεχε να κρυφτεί από τον φονικό βασιλιά Ηρώδη.
Ας θυμηθούμε ότι ζούσε και βάδιζε στη γη, ότι για τη σωτηρία μας περιόδευε από τόπο σε τόπο και κοπίαζε, ότι ο απρόσιτος στα Χερουβείμ και τα Σεραφείφ συναναστρεφόταν με τους αμαρτωλούς, ότι, ενώ είχε θρόνο τον ουρανό και υποπόδιο τη γη και κατοικούσε σε απρόσιτο φως, παρ΄ όλα αυτά δεν είχε «πού την κεφαλήν κλίνη» ότι «επτώχευσε πλούσιος ών, ίνα ημείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσωμεν» (πρβλ. Β΄Κορ. 8,9).
Ας θυμηθούμε ότι ο «αναβαλλόμενος φως ως ιμάτιον» (Ψαλμ. 103,12) φορούσε τη φθαρτή στολή μας, ότι «ο διδούς τροφήν πάση σαρκί» (Ψαλμ. 135, 25) τρεφόταν με τον γήινο άρτο, ότι ο παντοδύναμος φαινόταν αδύναμος και ο πανίσχυρος κουραζόταν σαν ανίσχυρος.
Ας θυμηθούμε πως ο ανώτερος από κάθε δόξα και τιμή δεχόταν βλασφημίες από παράνομα χείλη, βριζόταν και χλευαζόταν.
Ας θυμηθούμε πώς θλιβόταν, έκλαιγε, πονούσε, πώς από τον αχάριστο μαθητή προδόθηκε και πουλήθηκε και από τους υπόλοιπους εγκαταλείφθηκε, πώς δέσμιος σύρθηκε σε δίκες, πώς δικάστηκε από τους άδικους, πώς ραπίστηκε, μαστιγώθηκε, φόρεσε την εμπαικτική χλαμύδα, άκουσε βλάσφημους και περιπαικτικούς χαιρετισμούς – «χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ιω. 19,3) – πώς στεφανώθηκε με το ακάνθινο στεφάνι, χτυπήθηκε στο κεφάλι με το καλάμι, άκουσε από τον παράνομο λαό Του «άρον άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ιω. 19, 15).
Ας θυμηθούμε ότι με δύο κακούργους οδηγήθηκε στη σταύρωση κι ανάμεσά τους κρεμάστηκε – ποιος; Ο Υιός του Θεού! – και τέλος πέθανε με σταυρικό θάνατο.
Όλα αυτά τα έκανε ο Υιός του Θεού για τη σωτηρία μας. Γιατί εμείς, οι αμαρτωλοί, την είχαμε χάσει στο πρόσωπο του Αδάμ.
Δεν έχουμε λοιπόν εγκαταλειφθεί. Για τη σωτηρία μας χύθηκε το αίμα του Χριστού. Τα πάθη Του ας μας παρακινήσουν να μετανοήσουμε, γιατί χωρίς μετάνοια σωτηρία δεν υπάρχει για κανέναν, κι όμως ο άθλιος αμαρτωλός δεν φροντίζει γι΄ αυτό.
Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και το έδειξε έμπρακτα. Αρκεί να μετανοήσεις και θα σωθείς.
Ο Χριστός αποκαλύπτει μέσα στο Ευαγγέλιο τον ερχομό Του στον κόσμο, για χάρη του κόσμου. Αποκαλύπτει την εκούσια «κένωσίν» Του, τη θεληματική φτώχεια Του, τη βαθειά Του ταπείνωση, τους κόπους, τους πόνους, τις θλίψεις, τις οδύνες και το θάνατο – θάνατο μάλιστα σταυρικό – και λέει στον άνθρωπο:
– Άνθρωπε, όλα αυτά για χάρη σου και για τη σωτηρία σου τα δέχτηκα και τα υπέμεινα, κι εσύ αδιαφορείς για τη σωτηρία σου! Αδιαφορείς, αφού δεν θέλεις να μετανοήσεις, ν΄ απομακρυνθείς από την αμαρτία και να εκμεταλλευθείς το αίμα μου που ζωογονεί.
Αλλά ο αμαρτωλός, μολονότι ακούει στο Ευαγγέλιο τη γλυκειά και ικετευτική φωνή του Ιησού, αδιαφορεί. Ο Χριστός υπόσχεται να λησμονήσει τις αμαρτίες και τις ανομίες του, αν επιστρέψει σ΄ Αυτόν, μα ο αμαρτωλός δε δίνει σημασία.
Ο Χριστός τον καλεί κοντά Του και του υπόσχεται ανάπαυση, μά ο αμαρτωλός ούτε γι΄ αυτήν ενδιαφέρεται. Παραμένει αδιόρθωτος, όπως ήταν, παρανομεί, όπως παρανομούσε, κάνει πονηρές πράξεις, όπως έκανε, αγαπάει το σκοτάδι, όπως το αγαπούσε, αντιπαθεί το φως, όπως το αντιπαθούσε. Έτσι δεν έρχεται στο φως, αλλά παραμένει με το διάβολο, τον άρχοντα του σκότους.
Φτωχέ αμαρτωλέ, ξύπνα, έλα σε συναίσθηση και μην περιφρονείς το ίδιο το αίμα του Χριστού πού χύθηκε για χάρη σου.

Γ΄. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ

2. Αυτοεξέταση
Δόξα τω Θεώ! Όλοι μας λεγόμαστε χριστιανοί και ομολογούμε τον ένα Τρισυπόστατον Θεό, όλοι βαπτιστήκαμε στο όνομα της αγίας ομοουσίου Τριάδος, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όλοι πιστεύουμε στον σταυρωμένο και αναστημένο Ιησού Χριστό, και ομολογώντας αυτή μας την πίστη σφραγίζουμε τον εαυτό μας με το σημείο Του, το σημείο του σταυρού, όλοι πηγαίνουμε στην εκκλησία, όπου υμνούμε και δοξολογούμε το άγιο όνομα του Θεού, όλοι κοινωνούμε τα άχραντα και ζωοποιά Μυστήρια, όλοι είμαστε προσκαλεσμένοι στην αιώνια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών, καθώς ομολογούμε στο άγιο Σύμβολο της Πίστεως: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».
Δόξα τον Θεό για όλα αυτά! Υπερένδοξα και υπερθαύμαστα τα μυστήρια του χριστιανισμού! Μεγάλο και τιμητικό γεγονός να είσαι χριστιανός!
Ας εξετάσουμε όμως και ας δοκιμάσουμε τον εαυτό μας, αν είμαστε πραγματικοί χριστιανοί. «Εαυτούς πειράζετε», νουθετεί ο Απόστολος, «εί εστέ εν τη πίστει» (Β΄Κορ. 13,5). Χωρίς πίστη δεν μπορεί κανείς να είναι χριστιανός.
Έχουμε δείγματα χριστιανισμού -αυτά που είπαμε πιο πάνω, αλλά έχουμε πραγματικά μέσα μας τον σωστό χριστιανισμό; Όλα τα εξωτερικά, χωρίς αντίκρυσμα εσωτερικής ζωής, δεν έχουν αξία. Και τα εξωτερικά σημεία της αλήθειας, χωρίς την ίδια την αλήθεια, αποτελούν ψέμα και υποκρισία.
Καμαρώνουμε όλοι ότι πιστεύουμε. Κάνουμε όμως έργα ανάλογα της πίστεως, όπως παραγγέλλει σε όλους ο Απόστολος; «Δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου» (Ιάκ. 2,18). Ονομαζόμαστε χριστιανοί από τον Χριστό. Σταυρώσαμε άραγε τη σάρκα μας με τα πάθη και τις επιθυμίες, όπως αρμόζει σ΄ όποιον πιστεύει στον Χριστό, καθώς το τονίζει και ο Απόστολος; «Οί δε του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν σύν τοίς παθήμασι και ταίς επιθυμίαις» (Γαλ. 5,24),
Πιστεύουμε στο Ευαγγέλιο. Ζούμε όμως αντάξια του Ευαγγελίου;
Δοξολογούμε τον αληθινό Θεό και Τον επικαλούμαστε. Αλλ΄ άραγε Τον ευαρεστούμε με την πίστη και την καθαρή συνείδηση, που ακριβώς ζητάει από μας;
Ακούμε τον άγιο λόγο του Θεού. Τον κατανοούμε όμως και συμμορφώνουμε τη ζωή μας σύμφωνα με τα προστάγματά του;
Κοινωνούμε τα άχραντα και ζωοποιά Μυστήρια, το Σώμα και Αίμα του Χριστού. Αλλ΄ αναγεννιόμαστε από τη θεία αυτή μετάληψη, και τελειοποιούμε τον πνευματικό και νέο άνθρωπο μέσα μας;
Αυτά και πολλά άλλα ας εξετάσουμε. Πώς δηλαδή ζούμε, πώς συμπεριφερόμαστε, πώς σκεφτόμαστε, πώς μιλάμε, πώς ενεργούμε, ποια είναι η καρδιά μας απέναντι στον παντεπόπτη Θεό και ποια απέναντι στον πλησίον μας.
Μετά από κάθε τέτοια αυτοεξέταση, ας μοχθούμε για τη βελτίωσή μας, ώστε όχι μόνο στο όνομα, αλλά και στην ουσία να είμαστε χριστιανοί.

3. Εσωτερική έρευνα
Μή φροντίζεις για τίποτα τόσο, όσο για τη διόρθωση της εσωτερικής σου καταστάσεως και την ενίσχυση της θελήσεώς σου. Σ΄ αυτήν την προσπάθεια συνίσταται όλη η δύναμη της χριστιανικής ευσέβειας.
Κάθε τι εξωτερικό, όπως είπαμε, χωρίς εσωτερικό αντίκρυσμα, δεν έχει καμιά αξία. Ό,τι δεν υπάρχει μέσα στην καρδιά, είναι και στην πράξη ανύπαρκτο. Η αρετή δεν είναι γνήσια, όταν δεν ξεκινάει από την καρδιά. Καθάρισε την καρδιά σου και τη διάθεσή σου, και θα είσαι ενάρετος. Τότε και οι εξωτερικές σου εκδηλώσεις θα είναι άγιες.
Όταν μέσα στην καρδιά δεν υπάρχει κακία, ούτε έξω θα φανεί. Τα χέρια δε θα κάνουν το κακό, τα πόδια δεν θα πηγαίνουν στο κακό, η γλώσσα και τα χείλη δεν θα λένε το κακό, τ΄ αυτιά δεν θ΄ ακούνε το κακό, τα μάτια δεν θα κοιτάζουν το κακό. Γιατί η θέληση και η καρδιά δεν θα το θέλουν.
Από την πηγή κυλάνε καθαρά ρυάκια, όταν η ίδια η πηγή είναι καθαρή. Με τον ίδιο τρόπο θα γεννηθούν και από την καρδιά καλά έργα, όταν η ίδια είναι αγνή και καθαρή. Αντίθετα, χωρίς ενάρετη καρδιά είναι αδύνατον να υπάρξουν καλά έργα, όπως ακριβώς από τη βρώμικη και θανατηφόρα πηγή δεν είναι δυνατόν παρά να πηγάσει ακάθαρτο και μολυσμένο νερό.
Άγνισε λοιπόν την καρδιά και τη διάθεσή σου, και θα γίνεις γνήσιος χριστιανός, θα γίνεις νέα κτίση, αφού καθένας είναι καλός ή κακός κατά τη διάθεση και την καρδιά του. Όταν η καρδιά και η διάθεση είναι καλές, τότε όλος ο άνθρωπος είναι καλός, όταν είναι κακές, τότε είναι κακός.
Αγαθή είναι η καρδιά που υπακούει και συμφωνεί με το θέλημα του Θεού. Κακή, όταν αντιτίθεται και δεν συμφωνεί μ΄ αυτό.
Μητέρα της αγαθής διαθέσεως και της καλοπροαίρετης καρδιάς είναι η πίστη, καθώς τονίζει ο Άγιος Αμβρόσιος. Άρα, όπου λείπει η καλοπροαίρετη καρδιά, εκεί ούτε πίστη υπάρχει.
Γι΄ αυτό, αδελφέ μου, προσπάθησε να τακτοποιήσεις τον εσωτερικό σου άνθρωπο, καί τότε θα είσαι πραγματικά ενάρετος. Διαφορετικά, θα παραμένεις πάντοτε ακαλλιέργητος, ό,τι κι αν κάνεις. Απ΄ αυτό μπορείς να καταλάβεις ότι η πίστη αναγεννάει τον άνθρωπο και είναι η ρίζα κάθε αγαθού.
Δεν μπορείς να βελτιώσεις τον εαυτό σου, αν δεν επισημάνεις ακριβώς την κακία που κρύβεται μέσα σου και σου προξενεί την πνευματική καταστροφή. Χωρίς διάγνωση, η αρρώστια παραμένει αθεράπευτη.
Αρχή της ευσέβειας είναι η αναγνώριση του κακού και της ελεεινότητάς σου. Ποιός, αφού διαπίστωσε την αρρώστια του, δεν ζητάει θεραπεία; Και ποιός, αφού γνώρισε τη συμφορά του, δεν επιδιώκει ν΄ απαλλαγεί απ΄ αυτήν;
Επισήμανε κι εσύ την κακία που κρύβεται μέσα σου σαν θανατηφόρο δηλητήριο, και κατάβαλε κάθε προσπάθεια για να λυτρωθείς απ΄ αυτήν. Οι κακίες που φωλιάζουν μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, είναι η υψηλοφροσύνη, η ζηλοτυπία, ο φθόνος, η φιλαργυρία, η φιληδονία και κάθε αισχρότητα. Απ΄ αυτές σαν ρυάκια από θανατηφόρα πηγή, πηγάζουν όλες οι παρανομίες.
Αν λοιπόν παρατηρείς συχνά μέσα στην καρδιά σου, σιγά-σιγά θ΄ ανακαλύψεις όλα τα κακά.
Η αρρώστια που δεν θεραπεύτηκε απειλεί με θάνατο. Η κακία που παραμένει αδιόρθωτη απειλεί με πνευματικό θάνατο. Όταν διαπιστώσεις την εσωτερική σου αμαρτωλότητα, τότε θα συναισθανθείς την πνευματική σου φτώχεια και αθλιότητα. Τη συναίσθηση αυτή ακολουθεί ο φόβος για την αιωνιότητα, η ταπείνωση, ο στεναγμός και η προσπάθεια απαλλαγής από την καταστροφή.
Ο Θεός «ταπεινοίς δίδωσι χάριν», η οποία διορθώνει και αναγεννάει. Γνωρίζοντας ο άνθρωπος τον εαυτό του, αρχίζει να τον διορθώνει και να τον καλυτερεύει. Γνώρισε λοιπόν τον εαυτό σου και θα τον διορθώσεις.
Το τί κρύβεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου το αποκαλύπτουν οι δοκιμασίες και οι συμφορές. Η δοκιμασία μοιάζει με εμετικό φάρμακο. Τι υπάρχει μέσα στο στομάχι το φανερώνει ο εμετός, τί υπάρχει στον άνθρωπο το γνωστοποιούν η δοκιμασία και η συμφορά.
Ο λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, και τ΄ άλλα χριστιανικά βιβλία μας φανερώνουν τη διεφθαρμένη φύση μας. Στους πειρασμούς όμως και στις συμφορές διαπιστώνουμε την κατάστασή μας άμεσα, προσωπικά, έμπρακτα.
Η φιλοδοξία αποκαλύπτεται στη στέρηση της δόξας, η φιλαργυρία στη στέρηση του πλούτου, η ζηλοτυπία στην ευδαιμονία του πλησίον, η οργή στην προσβολή.
Όταν λοιπόν συναντάς πειρασμούς και δοκιμασίες, χριστιανέ μου, σκέψου ότι ίσως τις επιτρέπει ο Θεός για μεγάλη σου ωφέλεια, γιατί έτσι μόνο θα μάθεις τι κρύβεται μέσα στην καρδιά σου, ώστε ν΄ αρχίσεις να διορθώνεσαι.
Γι΄ αυτό μην αποθαρρύνεσαι στις δοκιμασίες, αλλά μάλλον να ευχαριστείς τον Θεό, γιατί μ΄ αυτό τον τρόπο σε φέρνει στη γνώση του εαυτού σου και θέλει να σε διορθώσει και να σε σώσει.

6. Ο αγώνας εναντίον της αμαρτίας
Δύσκολος είναι, το αναγνωρίζω, ο αγώνας εναντίον αυτού του εχθρού, είναι όμως απαραίτητος. Πολλοί κάνουν πολέμους και νικούν άλλους ανθρώπους, είναι όμως αιχμάλωτοι και δούλοι στα πάθη τους. Δεν υπάρχει πιο ένδοξη νίκη από τη νίκη πάνω στον εαυτό μας. Βραβείο χωρίς νίκη δεν υπάρχει. Και νίκη χωρίς αγώνα δεν υπάρχει.
Αδελφέ μου, ας καταπιαστούμε μ΄ αυτόν τον αγώνα, για να κερδίσουμε με τη βοήθεια του Χριστού τη νίκη, να πάρουμε απ΄ Αυτόν το στεφάνι της αρετής και να θριαμβεύσουμε αιώνια στη βασιλεία Του.
Ας διατυπώσουμε τώρα μερικές σκέψεις, που δίνουν βοήθεια και ενίσχυση στον αγώνα:
Α΄
Ν΄ ακούς και να προσπαθείς να κατανοείς το λόγο του Θεού. Εκεί μας αποκαλύπτονται η αμαρτία και η αρετή, ώστε ν΄ αποφεύγουμε την πρώτη και να επιδιώκουμε τη δεύτερη: «Πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος πρός διδασκαλίαν, πρός έλεγχον, πρός επανόρθωσιν, πρός παιδείαν, τήν εν δικαιοσύνη, ίνα άρτιος ή ό του Θεού άνθρωπος, πρός πάν έργον αγαθόν εξηρτισμένος» (Β΄Τιμ.3,16-17). Ο λόγος του Θεού είναι η «μάχαιρα του Πνεύματος» (Εφεσ. 6,17), με την οποία σφαγιάζεται ο εχθρός της ψυχής.
Β΄
Ο Θεός βρίσκεται παντού. Όπου κι αν βρεθούμε, είναι δίπλα μας. Ό,τι κι αν κάνουμε, γίνεται μπροστά Του. Πώς λοιπόν θ΄ αμαρτάνουμε και θα καταπατούμε το άγιο θέλημά Του μπροστά στα μάτια Του;
Ντρέπεσαι, αλλά και φοβάσαι να φερθείς με ασέβεια μπροστά στο βασιλιά ή και στον παραμικρό εκπρόσωπο της κοσμικής εξουσίας. Πόσο πιο πολύ πρέπει να αισθάνεσαι το ίδιο μπροστά στον Θεό; Μην ξεχνάς ότι κάθε αμαρτία είναι ασέβεια και παρανομία ενώπιόν Του.
Γ΄
Να θυμάσαι τα τέλη σου, το θάνατο, τήν Κρίση του Χριστού, τον άδη, τη βασιλεία των ουρανών. Αυτό θα σε απομακρύνει από την αμαρτία. «Έν πάσι τοίς λόγοις σου», λέει ο Σειράχ, «μιμνήσκου τα έσχατά σου καί… ούχ αμαρτήσεις» (Σοφ.Σειρ.7,36)
Δ΄
Ν΄ απομακρύνεσαι από συνθήκες που ξέρεις ότι παρασύρουν στην αμαρτία, όπως λ.χ. συμπόσια, διασκεδάσεις, κακές και άπρεπες συζητήσεις. «Φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι (συναναστροφές) κακαί» (Α΄Κορ.15,33)
Ε΄
Να συγκρατείς στη σκέψη και στη μνήμη σου ότι είναι δυνατόν να πεθάνει ο άνθρωπος την ώρα της αμαρτίας, κι έτσι να χαθεί αιώνια. Ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, καταδίωκε τους Ισραηλίτες θέλοντας να τους ξαναγυρίσει στη σκλαβιά, και πάνω σ΄ αυτό το παράνομο έργο του πέθανε (Έξοδ.14,27-28). Και ο Αβεσσαλώμ, ο γιος του Δαβίδ, ζητούσε να σκοτώσει τον άγιο πατέρα του, και πέθανε πάνω σ΄ αυτό του το εγχείρημα (Β΄Βασ.18,14)
Το ίδιο συμβαίνει και τώρα: Βλέπουμε πώς οι άσωτοι και οι μοιχοί χτυπιούνται από το θάνατο πολλές φορές πάνω στο αισχρό τους έργο, οι βλάσφημοι στη βλασφημία τους, οι κλέφτες και οι άρπαγες στην αρπαγή τους και οι άλλοι παράνομοι στην παρανομία τους.
Δηλαδή η δίκαιη κρίση του Θεού χτυπάει τους αμαρτωλούς, για να φοβόμαστε και να μήν αμαρτάνουμε.
ΣΤ΄
Συλλογίσου πώς ο Χριστός βασανίστηκε και πέθανε για τις αμαρτίες σου. «Αυτός δέ ετραυματίσθη διά τάς αμαρτίας ημών και μεμαλάκισται (ταλαιπωρήθηκε) διά τάς ανομίας ημών» (Ησ. 53,5). Κι εσύ, ο χριστιανός, να κάνεις αυτό για το οποίο ο Κύριος ήπιε το πικρό ποτήρι των Παθών, κι έτσι να ξανασταυρώνεις τον Υιό του Θεού; (Εβρ. 6,6).
Ζ΄
Ας μην κοιτάζουμε τι κάνουν οι άλλοι άνθρωποι, αλλά τι μας προστάζει ο λόγος του Θεού. Έτσι δεν θα επηρεαζόμαστε από τους πειρασμούς του κόσμου. «Ειρήνη πολλή τοίς αγαπώσι τόν νόμον σου, καί ούκ έστιν αυτοίς σκάνδαλον» (Ψαλμ.118,165). Αγάπα το νόμο του Θεού, και δεν θα σε βλάψουν οι πειρασμοί της κοινωνίας.
Η΄
Οι προσπάθειές μας και οι αγώνες μας εναντίον της αμαρτίας δεν είναι αποτελεσματικοί χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Χρειάζεται λοιπόν συνδυασμός αγώνα και προσευχής, για να μας βοηθήσει ο Κύριος σ΄ αυτή τη σοβαρή υπόθεση. Ο Θεός τους επιμελείς βοηθάει, τους αγωνιστές ενισχύει, τους νικητές στεφανώνει.
Αδελφέ μου! Βλέπεις τους εχθρούς της ψυχής μας, που θέλουν να μας καταστρέψουν όχι προσωρινά, αλλά αιώνια. Βλέπεις και τη βοήθεια του Θεού στον αγώνα μας εναντίον τους. Ας πάρουμε λοιπόν θέση -«στώμεν καλώς»- και ας εξοπλιστούμε με τη δύναμη του Παντοδύναμου Ιησού Χριστού. Ποτέ δεν θα τους επιτρέψουμε να μας καταβάλουν. Κι έτσι θα λάβουμε το στεφάνι της νίκης από τον αγωνοθέτη Ιησού.
Κύριε Ιησού,
νικητή του θανάτου και του άδη,
βοήθησέ μας,
χωρίς Εσένα δεν μπορούμε τίποτα,
μ΄ Εσένα τα πάντα!…

8. Αμαρτήματα της γλώσσας
Μήν κολακεύεις τούς ἄλλους, ἀλλά νά τούς φέρεσαι μέ ἁπλότητα, ὅπως στόν ἑαυτό σου. Ὅπως τούς φέρεσαι ἐξωτερικά, τό ἴδιο νά αἰσθάνεσαι καί ἐσωτερικά. Ὅ,τι τούς λένε τά χείλη σου, αὐτό νά πιστεύει καί ἡ καρδιά σου.
Ἡ κολακεία καί ἡ ὑποκρισία εἶναι γνωρίσματα μικρῶν ἀνθρώπων, πού στίς καρδιές τους ζεῖ ὁ διάβολος, διδάσκοντάς τους τό ψέμα καί τήν ὑποκρισία γιά τήν ἀποπλάνησή τους.
Μή συμπεριφέρεσαι λοιπόν στόν πλησίον σου πονηρά καί ὕπουλα, γιά νά μήν παραχωρήσεις τόπο τῆς καρδιᾶς σου στό διάβολο, ὁπότε θά σέ κατακτήσει καί θά σέ κάνει δοῦλο του.
***
Νά εἶσαι ἰδιαίτερα προσεκτικός, ὥστε νά μήν προσβάλλεις κανέναν ἄνθρωπο εἴτε μέ τά λόγια εἴτε μέ τά ἔργα σου, γιατί αὐτό εἶναι πολύ βαρύ ἀμάρτημα. Ὅταν προσβάλλεις τόν ἄνθρωπο, εἶναι σά νά προσβάλλεις τό Θεό, πού ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο. Ὅποιος ἁμαρτάνει στό δημιούργημα, ἁμαρτάνει καί στόν ἴδιο τό Δημιουργό.
Ὅπως καταλαβαίνεις, αὐτό εἶναι φοβέρο. Γι’ αὐτό, ἄν τύχει νά προσβάλεις τόν πλησίον σου, τρέξε ἀμέσως νά τοῦ ζητήσεις συγγνώμη, γιά νά μήν πέσεις στή δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ.
***
Δέν ὠφελεῖ νά περιεργάζεσαι τίς πράξεις τῶν ἄλλων. Ἡ περιέργεια αὐτή δίνει ἀφορμή γιά συκοφαντία, κατάκριση καί ἄλλα βαριά ἁμαρτήματα. Ποιά ἀνάγκη ὑπάρχει ν’ ἀσχολεῖσαι μέ τούς ἄλλους; Ἐξέτασε καί γνώρισε τόν ἑαυτό σου.
Νά θυμᾶσαι τίς παλιές σου ἁμαρτίες καί νά τίς ἐξαλείφεις μέ τή μετάνοια καί τή συντριβή τῆς καρδιᾶς, κι ἔτσι δέν θά κοιτᾶς τί κάνουν οἱ ἄλλοι. Νά παρατηρεῖς συχνά μέσα σου, ἐξετάζοντας μήπως φωλιάζει ἐκεῖ κανένα ὀλέθριο κακό, καί θά βρεῖς ἔτσι ἱκανοποίηση. Βέβαια δέν εἶναι δυνατή ἡ ἀκριβής ἐξέταση τῆς καρδιᾶς μας, ἀλλά πάντως μποροῦμε νά ξέρουμε ὅτι μέσα της φωλιάζει κάθε κακία.
Αὐτή ἡ ἔρευνά σου εἶναι πολύ ὠφέλιμη, γιατί γεννάει τήν ταπείνωση, τό φόβο τοῦ Θεοῦ, τήν ἐπιμέλεια τοῦ ἑαυτοῦ σου, τήν ἀνάταση καί τήν προσευχή.
Ἡ ἐξέταση τῶν ξένων σφαλμάτων εἶναι, ἀντίθετα, ἡ πηγή κάθε ἁμαρτίας. Καί στά μάτια τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων εἶναι μισητή περιέργεια. Φυλάξου λοιπόν ἀπ’ αὐτήν.
Ἄν δεῖς ἤ ἀκούσεις κάποιον ν’ ἁμαρτάνει, μήν τόν κατακρίνεις. Γιατί, ἄν ἐσύ πεῖς τό ἁμαρτημά του σ’ ἕναν, αὐτός θά τό πεῖ σέ δεύτερο, ἐκεῖνος σέ τρίτο, ὁ τρίτος σέ τέταρτο, κι ἔτσι θά τό μάθουν ὅλοι καί θά τόν κατακρίνουν, πράγμα πού εἶναι βαρύ. Αἰτία ὅλης αὐτῆς τῆς καταστάσεως θά εἶσαι ἐσύ, πού διαφήμισες πρῶτος τό παράπτωμα τοῦ ἀδελφοῦ σου.
Ὅσοι κατακρίνουν καί συκοφαντοῦν, μοιάζουν μέ τούς λεπρούς, πού ἐνοχλοῦν μέ τή δυσοσμία τους καί τούς ἄλλους· ἤ μ’ ἐκείνους πού ἔχουν προσβληθεῖ ἀπό λοιμική ἀρρώστια καί μεταφέρουν ἀπό τόπο σέ τόπο τό μόλυσμα, προξενώντας παντοῦ συμφορά. Γι’ αὐτό μή συκοφαντεῖς τόν πλησίον σου, γιά νά μήν ἁμαρτάνεις ἐσύ, οὔτε νά δίνεις στούς ἄλλους ἀφορμή γιά ἁμαρτία.
Ἀπόφευγε λοιπόν τήν κατάκριση, γιατί καθένας “τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἤ πίπτει” (Ρωμ. 14, 4). Ἄλλωστε εἶσαι κι ἐσύ ἁμαρτωλός· καί ἀφοῦ στόν δίκαιο δέν ἐπιτρέπεται νά κρίνει καί νά κατακρίνει, πόσο περισσότερο στόν ἁμαρτωλό!
Ἡ κρίση τῶν ἀνθρώπων εἶναι μόνο τοῦ Χριστοῦ ἔργο, πού Τοῦ ἔχει ἀνατεθεῖ ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα Του. Αὐτός θά κρίνει “ζῶντας καί νεκρούς”, καί σ’ αὐτή τήν κρίση θά παραστεῖς κι ἐσύ. Πρόσεχε λοιπόν, μήπως σφετερίζεσαι τό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ!
Μήν κατακρίνεις τούς ὁμοίους σου ἀνθρώπους, γιά νά μή βρεθεῖς στή μέλλουσα Κρίση φορτωμένος μ’ αὐτή τήν ὀλέθρια ἁμαρτία καί καταδικαστεῖς στήν αἰώνια κόλαση. Στρέφε τό βλέμμα σου καί τή σκέψη σου στόν ἑαυτό σου· ἀνάκρινέ τον, ξεσκέπαζέ τον, καταδίκαζέ τον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά τίς ἁμαρτίες του, ὥστε νά πετύχεις τή μετάνοια. Ζήτησε ἀπό τό Θεό ἔλεος γιά τόν ἔνοχο ἑαυτό σου, ὅπως ὁ τελώνης, γιά νά δικαιωθεῖς ἀπό τήν ἀγαθότητά Του.
Ἄκουσε τί λέει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σ’ αὐτόν πού κατακρίνει: “Τί δέ, βλέπεις τό κάρφος τό ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τήν δέ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκόν οὐ κατανοεῖς; ἤ πῶς ἐρεῖς τῷ ἀδελφῷ σου, ἄφες ἐκβάλλω τό κάρφος ἀπό τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καί ἰδού ἡ δοκός ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τήν δοκόν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καί τότε διαβλέψεις ἐκβάλλειν τό κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου” (Ματθ. 7, 3-5).
Βλέπεις ὅτι ὅσοι κρίνουν καί κατακρίνουν τούς ἄλλους, εἶναι ὑποκριτές καί κίβδηλοι χριστιανοί; Τέτοιοι χριστιανοί, ἔστω κι ἄν ἐξωτερικά φαίνονται ἅγιοι, ἔχουν κρυφές ἁμαρτίες πού δέν τίς βλέπουν, κι ἔτσι ἀγνοοῦν τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους.

13. Με τη βοήθεια του Θεού
Κάθε δική μας προσπάθεια, χωρίς τη χάρη και τη βοήθεια του Θεού, δύσκολα θα καρποφορήσει. Εύκολα μπορεί ο άνθρωπος να παραστρατήσει και να καταστραφεί, αλλά να διορθωθεί και να σωθεί δεν μπορεί χωρίς τον θεό. Με ευκολία ζει ακολουθώντας τις επιθυμίες της σάρκας, όπως με ευκολία πλέει η βάρκα ακολουθώντας το ρεύμα του ποταμού. Δεν είναι όμως εύκολο να εναντιωθεί μόνος του στη σάρκα, όπως δεν είναι εύκολο να πλέει μόνο του ένα καΐκι ενάντια στο ρεύμα του ποταμού. Χρειάζονται κωπηλάτες, αέρας, πανιά.
Έτσι και ο άνθρωπος, για την πνευματική του ζωή και το έργο της σωτηρίας χρειάζεται τη βοήθεια της υπερφυσικής και παντοκρατορικής δυνάμεως του Θεού. Επιθυμείς να νικάς τον εαυτό σου, αλλά μπορεί να γίνει αυτό χωρίς την παρουσία της Θείας δυνάμεως πού κατορθώνει τα πάντα;
Πόσο διεφθαρμένη είναι η φύση μας! Γι΄ αυτό ο διάβολος πολεμάει αδιάκοπα τον άνθρωπο και προσπαθεί να τον ρίξει στην αμαρτία, ώστε να τον πιάσει στα δίχτυα του. Οι ματαιότητες του κόσμου μας περικυκλώνουν και μας σαγηνεύουν. Αλλά και τα πάθη και οι κακές συνήθειες μας τραβούν κοντά τους. Βλέπουμε πολλούς, πού μετανόησαν και άρχισαν να ζουν όπως θέλει ο Θεός, πάλι να παραστρατούν από τον ίσιο δρόμο και να κατρακυλούν στη διαφθορά.
Απ΄ όλα αυτά συμπεραίνουμε ότι δεν μπορούμε, χωρίς την παντοδύναμη βοήθεια του Θεού, ν΄ αρχίσουμε τη ζωή της ευσέβειας, να ζήσουμε χριστιανικά και να τελειώσουμε χριστιανικά. Όσοι δοκιμάζουν πειρασμούς, το γνωρίζουν καλά αυτό.
Γι΄ αυτό ακριβώς λέει ο Κύριος: «Χωρίς εμού ού δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω.15,5). Κάθε ώρα και κάθε στιγμή έχουμε ανάγκη από Θεϊκή ενίσχυση. Αν ποθείς επομένως να ζήσεις με ευσέβεια σαν πραγματικός χριστιανός, για να σωθείς, ικέτευε ακατάπαυστα τον Θεό, ζητώντας επίμονα τη βοήθεια Του. Ο Θεός, σύμφωνα με τη φιλανθρωπία Του, όπως μας παρήγγειλε να προσευχόμαστε και να Του ζητάμε κάθε αγαθό, έτσι και μας υποσχέθηκε να μας δώσει το ζητούμενο – ό,τι είναι αναγκαίο για τη σωτηρία μας: «Αιτείτε, καί δοθήσεται υμίν, ζητείτε, καί ευρήσετε, κρούετε, καί ανοιγήσεται υμίν, πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει καί τώ κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ.7,7-8).
* * *
Η Θεία χάρη είναι η ζωή της ψυχής μας. Χωρίς αυτήν, η ψυχή μας δεν είναι δυνατόν να ζήσει. Όπως το σώμα μας δεν ζει παρά μόνο με την ψυχή, έτσι και η ψυχή δεν ζει παρά με τη Θεία χάρη.
Ικέτευε λοιπόν διαρκώς τον Κύριο να σου δώσει τη θεία Του χάρη.
Γνώριζε, αγαπητέ, ότι χριστιανός δίχως προσευχή είναι πουλί δίχως φτερά και στρατιώτης δίχως όπλο.
Ικέτευε επίμονα τον Κύριο Ιησού Χριστό και παράδωσέ Του τον εαυτό σου, για να τον κατευθύνει πρός την αιώνια και μακάρια ζωή. Να προσπαθείς όμως και ο ίδιος να φυλάγεσαι, κι Εκείνος, βλέποντας την προσπάθειά σου, θα σε βοηθήσει σε όλα.

Δ΄. Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ

11. Η συγγνώμη
Συμβαίνει πολλές φορές μεταξύ των ανθρώπων ο ένας να προσβάλει τον άλλον. Οι προσβολές υποκινούνται είτε από τα δόλια τεχνάσματα και τις πονηριές του διαβόλου, που δεν ανέχεται την αγάπη μεταξύ των χριστιανών, είτε από τις αδυναμίες και τις απροσεξίες τις δικές μας. Για να επανέλθει λοιπόν και για να διατηρηθεί η αδελφική αγάπη, χρειάζεται απαραίτητα η συμφιλίωση.
Πολλοί θυμώνουν και προσβάλλουν τον πλησίον τους, και δεν ανησυχούν καθόλου γι αυτό. Μάλιστα, σα να μη συμβαίνει τίποτα, πηγαίνουν στην εκκλησία και προσεύχονται. Πόσο επικίνδυνη είναι η κατάσταση αυτή! Γιατί όποιος προσβάλλει τον πλησίον του είναι σα να προσβάλλει τον ίδιο το Θεό. Γι αυτό, όποιος θέλει να συμφιλιωθεί και να έχει ειρήνη με το Θεό, πρέπει απαραίτητα να συμφιλιωθεί και με τον πλησίον. Αλλιώς η προσευχή του και ο εκκλησιασμός του θα είναι μάταια και άσκοπα.
«Εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου», παραγγέλλει ο Κύριος, «επί το θυσιαστήριον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου» (Ματθ. Ε : 23-24).
Είδες, χριστιανέ μου πόσο απαραίτητη είναι η συμφιλίωση με τον πλησίον μας; Ο Θεός δεν δέχεται ούτε τις προσευχές μας ούτε τη μετάνοιά μας ούτε οτιδήποτε άλλο, αν δεν αγαπηθούμε με τον αδελφό μας. Τόσο πολύ εκτιμάει την αγάπη και την ειρήνη που βασιλεύει στους χριστιανούς.
Πρόσεχε λοιπόν. Αν τύχει και προσβάλεις κάποιον, μην αδιαφορήσεις. Τρέξε χωρίς χρονοτριβή να συμφιλιωθείς μαζί του, για να μην πέσεις στη δίκαιη οργή του Κυρίου.
Με λόγο τον πρόσβαλες; Με λόγο να συμφιλιωθείς. Ταπεινώσου και ζήτησέ του συγχώρηση.
Με πράξη τον πρόσβαλες; Έμπρακτα να συμφιλιωθείς μαζί του• γιατί ο θάνατος περπατάει αόρατα από πίσω μας και ξαφνικά θα μας αρπάξει. Τι θα γίνει λοιπόν, αν πεθάνουμε και παρουσιαστούμε μπροστά στο Χριστό, ενώ μέσα μας υπάρχει η διχόνοια και η εχθρότητα; Ο,τι όμως είναι συγχωρημένο και διορθωμένο σ αυτή τη γη, δεν θα φανερωθεί εκεί.
Συμφιλιώσου λοιπόν, αγαπητέ μου, με τον εχθρό σου, όσο βαδίζεις ακόμα πάνω στο δρόμο της ζωής αυτής. Όπως τα κατάφερες να τον προσβάλεις, έτσι κατάφερε και να συμφιλιωθείς μαζί του. Μην αναβάλλεις αυτή τη σοβαρή υπόθεση για αύριο. Δεν ξέρεις, αν θ αξιωθείς να ξυπνήσεις. Ο Θεός μας υποσχέθηκε βέβαια το έλεός Του, όταν μετανοήσουμε• δεν υποσχέθηκε όμως ότι θα μας χαρίσει και την αυγή της καινούργιας μέρας. Πείσε τον εαυτό σου, γκρέμισε τα είδωλα του εγωισμού από την καρδιά σου, σκύψε με ταπείνωση μπροστά στον αδελφό σου, βάλε του μετάνοια. Ζήτησέ του συγχώρηση όχι μόνο με τα χείλη, αλλά και με την καρδιά. Μετανόησε, λυπήσου, φίλησέ τον ειλικρινά και όχι με υποκρισία.
Αυτός με τον οποίο φιλονίκησα, ισχυρίζεσαι, έχει κακότητα.
Μα δεν είναι δική σου δουλειά να τον κρίνεις, γιατί εσύ δεν μπορεί να ξέρεις, ποιός από τους δυό σας είναι καλύτερος. Ο Θεός γνωρίζει, που κρίνει από την εσωτερική μας κατάσταση και όχι εξωτερικά. «Κύριος εξετάζει τον δίκαιον και τον ασεβή» (Ψαλμ. 10 : 5).
Ούτε ξέρεις ακόμα τα τέλη σου, πως θα πεθάνεις εσύ και πως εκείνος. Πολλοί αρχίζουν τη ζωή τους ενάρετα, αλλά τελειώνουν αμαρτωλά. Άλλοι πάλι αρχίζουν άσχημα, αλλά τελειώνουν άγια. Το καλό τέλος, αυτό είναι που τα διορθώνει όλα.
Μα αυτός δεν θα με συγχωρήσει, ίσως πεις, κι αν ακόμα εγώ του ζητήσω συγχώρηση.
Όχι! Η ταπείνωση έχει τεράστια δύναμη, ώστε λυγίζει και μαλακώνει και τις πιο σκληρές καρδιές. Ο Θεός, που αγαπάει την ταπείνωση, θα συνεργήσει. Ταπεινώσου εσύ στον αδελφό σου, και θα δεις τη δύναμη της ταπεινώσεως. Αυτός τότε οπωσδήποτε θα σε αγκαλιάσει με αγάπη και χαρά, και θα σου δώσει τον ασπασμό της αγάπης. Αν τυχόν δεν συμβεί αυτό που προσδοκάμε, τότε ευθύνεται εκείνος και είναι άξιος της τύχης του.
Αυτός, συνεχίζεις, θα υπερηφανευθεί με τη δική μου ταπείνωση.
Όχι! Δεν είναι αλήθεια, γιατί βλέποντας τη δική σου ταπείνωση θα ταπεινωθεί κι εκείνος. Αλλά κι αν υπερηφανευθεί, η υπερηφάνειά του αυτή θα τον ταπεινώσει. Όπως λέει ο Κύριος, «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. Ιδ : 11). Άφησε όμως όλες τις δικαιολογίες κατά μέρος. Αυτός ας κάνει ο,τι θέλει• εσύ πράξε ο,τι ωφελεί την ψηχή σου και ο,τι προστάζει ο Κύριος σου.
Αν κάποιος σε πρόσβαλε, πρέπει να τον συγχωρέσεις, αν θέλεις να συγχωρηθείς κι εσύ από το Θεό. Και με την ελπίδα αυτή θα προσεύχεσαι: «Πάτερ… άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Ματθ. Στ : 12).
Βλέπεις, χριστιανέ μου, πόσο φοβερό πράγμα είναι να μη συγχωρείς τα παραπτώματα του πλησίον; «Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ ημών ο ουράνιος• εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Ματθ. Στ : 14-15), λέει ο Κύριος. Συγχωρείς εσύ τα σφάλματα του συνανθρώπου σου; Σε συγχωρεί τότε κι εσένα ο Θεός.
Μπορεί ο συνάνθρωπός σου να έσφαλε απέναντί σου, εσύ όμως αμάρτησες και αμαρτάνεις συνεχώς απέναντι στο Θεό. Εκείνος είναι χρεώστης σου, αλλά εσύ είσαι χρεώστης του Θεού. Όταν συγχωρήσεις τον πλησίον σου, τότε θα προσεύχεσαι ειλικρινά και όχι υποκριτικά λέγαντας το «Πάτερ ημών». Όταν δεν τον συγχωρήσεις από την καρδιά σου, τότε η προσευχή σου όχι μόνο δεν ωφελεί, αλλά και μεταβάλλεται σε αμαρτία.
Βλέπεις που οδηγεί τον άνθρωπο η οργή και η έχθρα; Διώξε λοιπόν την οργή, συγχώρησε τον πλησίον σου και έλα ν απαγγείλεις ειλικρινά και άξια: «Πάτερ… άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Τότε θα σου δοθεί η άφεση. Γιατί ο λόγος του Θεού είναι αψευδής. Ο,τι λέει, αυτό και είναι• ο,τι υπόσχεται, εκπληρώνεται• και ο,τι απειλεί, πραγματοποιείται, αν δεν μετανοήσουμε.
Όπως φερόμαστε στον πλησίον μας, έτσι φέρεται και ο Θεός σ εμάς. Από σένα τον ίδιο, άνθρωπε, εξαρτάται η άφεση των αμαρτιών σου. Στα χέρια σου κρέμεται η σωτηρία η η καταστροφή σου. Και ξέρεις μόνος σου πολύ καλά, ότι χωρίς άφεση δεν υπάρχει δικαίωση και σωτηρία.
Δεν συγχωρείς το συνάνθρωπό σου, που όπως λες, τόλμησε, αυτός ο ασήμαντος, να προσβάλει εσένα, τον σπουδαίο! Αλλ ο Θεός, που προσβάλλεις εσύ με ατέλειωτες καθημερινές αμαρτίες, είναι απερίγραπτα μεγάλος και άπειρος. Πόσες είναι λοιπόν οι αμαρτίες οι δικές σου απέναντι στο Θεό και πόσες οι αμαρτίες του πλησίον σου, με τις οποίες σε πρόσβαλε; Οι αμαρτίες του πλησίον σου μοιάζουν μ ένα καπίκι μπροστά στα χιλιάδες ρούβλια που χρωστάς εσύ στο Θεό. Μοιάζουν μ ένα δηνάριο μπροστά στα μύρια τάλαντα που οφείλεις εσύ στον Κύριο.
Πως λοιπόν περιμένεις να λάβεις συγχώρηση για τα μεγάλα και σοβαρά σου αμαρτήματα, χωρίς να συγχωρήσεις την ελάχιστη, την ανάξια λόγου αμαρτία του αδελφού σου;
Εγώ, λες, δεν του έφταιξα σε τίποτα, κι αυτός χωρίς καμιάν αιτία με πρόσβαλε.
Ναι, αλλά και ο Θεός, που τόσο Τον πικραίνουμε σε τι μας έφταιξε; «Ευθύς Κύριος ο Θεός ημών και ουκ έστιν αδικία εν αυτώ» (Ψαλμ. 91 : 16). Αμαρτάνουμε ασυλλόγιστα και αδιάντροπα. Τον προσβάλλουμε. Κι Εκείνος, μόλις μετανοήσουμε, μας στέλνει αμέσως το έλεός Του.
Αν λοιπόν κι εσύ επιθυμείς να συγχωρηθείς από τον Κύριο, συγχώρησε αυτόν που έσφαλε απέναντί σου.
Λες ότι δεν του έφταιξες• ίσως όμως και να του έχεις φταίξει κάπου, γιατί είναι αδύνατον όσοι ζουν μέσα στην ίδια κοινωνία να μη συγκρουστούν κάποτε μεταξύ τους.
Εγώ του έκανα καλό, λες κι αυτός μου ανταπέδωσε κακό.
Βέβαια είναι δύσκολο να υπομείνεις το κακό που σου κάνει αυτός που ευεργέτησες. Αλλά ποιός περισσότερο από το Θεό μας έχει ευεργετήσει στη ζωή μας; Κι όμως εμείς αδιαφορούμε μπροστά στις ευεργεσίες Του και σαν παράφρονες αμαρτάνουμε.
Έχοντας λοιπόν υπόψη σου όλα αυτά, σκέπασε το πρόσωπό σου και φώναξε απ τα βάθη της ψυχής σου:
Αμάρτησα, Κύριε, ελέησέ με! Συγχωρώ τον αδελφό μου. Συγχώρεσε κι Εσύ εμένα, τον ανάξιο δούλο σου, που αμάρτησα σ Εσένα, τον Πλάστη και Ευεργέτη μου.
Μην πεις, χριστιανέ μου, ότι εσύ έδειξες μεγάλη υπομονή στον εχθρό σου. Θυμήσου πόσες φορές από τα νιάτα σου αμάρτησες στο Θεό, και πόσο σε υπέμεινε ο Κύριος. Τι θα γινόταν μ εσένα, αν Εκείνος σ αντιμετώπιζε όπως σου άξιζε; Προ πολλού θα είχες κατεβεί στον άδη.
Λες ότι είσαι άνθρωπος αδύνατος και δεν μπορείς να φερθείς έτσι ευσπλαχνικά, όπως ο Θεός. Όχι δεν μπορείς, αλλά δεν θέλεις. Να περπατήσεις βέβαια πάνω στην θάλασσα δεν μπορείς, όχι όμως και να συγχωρήσεις.
Θυμήσου τι παραγγέλλει ο Απόστολος στους χριστιανούς: «Γίνεσθε ουν μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά» (Εφεσ. Ε : 1).
Συγχώρεσέ τον εσύ, και, αν αυτός δεν διορθωθεί, θα έχει την ευθύνη ενώπιον του Θεού.
Με πρόσβαλε πολύ βαριά, λες.
Και όμως! Η προσβολή σου δεν είναι σκληρότερη από την προσβολή του Χριστού. Εκείνον Τον χλεύαζαν, Τον βλασφημούσαν, Τον έφτυναν, Τον ράπιζαν, Τον χτυπούσαν, Του φόρεσαν ακάνθινο στεφάνι, Τον σταύρωσαν. Ποιόν; Τον Υιό του Θεού, τον Κύριο της δόξας! Τι είσαι εσύ μπροστά σ αυτό το ιερό και υψηλό πρόσωπο του Χριστού, και τι είναι η δική σου προσβολή μπροστά στη δική Του; Ένα τίποτα.
Κι έπειτα εσένα δεν σε φτύνουν στο πρόσωπο, δεν σε χτυπούν, δεν σε στεφανώνουν με αγκάθια. Ο Χριστός όμως τα υπέμεινε όλα. Για ποιόν; Για μένα και για σένα, τους ανάξιους δούλους Του. Κοίτα σ αυτόν τον καθρέφτη της υπομονής, και αναμφίβολα θα συγχωρείς κάθε προσβολή και κάθε κακό που θα σου κάνουν.
Όταν εγώ, λες, θα συγχωρώ, θ αρχίσουν οι άλλοι να με κοροϊδεύουν.
Μάθε ότι στους ασεβείς και στους φιλόκοσμους η χριστιανική ζωή και η διδαχή του Ευαγγελίου φαίνεται σκάνδαλο και μωρία, αλλά ενώπιον του Θεού είναι σοφία. Εσύ κάνε ο,τι διδάσκει το Ευαγγέλιο και όχι ο,τι αρέσει στους ανθρώπους του κόσμου.
Ας γελούν όσοι είναι άξιοι για γέλια. Θα έρθει όμως καιρός που θα κλάψουν πικρά. Μα τότε θα είναι αργά. Τότε θα τους κατατρώει η ίδια η συνείδησή τους.
Αγαπητέ μου χριστιανέ! Το θέμα είναι πολύ σοβάρο. Απ αυτό εξαρτάται η αιώνια σωτηρία η η αιώνια καταστροφή μας. Πρόκειται για τη συγχώρηση των αμαρτιών μας• των αμαρτιών μας, για τις οποίες στενάζουμε καθημερινά. Αλλά οι στεναγμοί αυτοί και τα δάκρυα θ αποβούν άκαρπα, αν δεν συγχωρούμε τα παραπτώματα του πλησίον μας.
Εδώ κρύβεται όλη η κακότητα, η μικρότητα και η φτώχεια της ανθρώπινης καρδιάς.
Θέλεις, άνθρωπε, να ελεηθείς από το Θεό, αλλά εσύ αρνείσαι να ελεήσεις τον όμοιο συνάνθρωπό σου!
Θέλεις να σου συγχωρήσει ο Θεός τις αμαρτίες σου, αλλά εσύ αρνείσαι να συγχωρήσεις τα πονηρά και άδικα έργα, που τυχόν διέπραξε ο συνάνθρωπός σου!
«Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς» (Ματθ. Ε :44). Αυτή είναι άλλη μία εντολή που μας έδωσε ο Χριστός.
Δεν είναι αρκετό στους χριστιανούς ν αγαπάνε μόνο όσους τους δείχνουν αγάπη, γιατί αυτό το κάνουν και οι άπιστοι, που δεν γνωρίζουν τον αληθινό Θεό και δεν πιστεύουν στο Χριστό. Τι λέει ο Κύριος; «Εάν γαρ αγαπήσητε τους αγαπώντας υμάς, τίνα μισθόν έχετε; ουχί και οι τελώναι το αυτό πιούσι; και εάν ασπάσησθε τους φίλους ημών μόνον, τι περισσόν ποιείτε; ουχί και οι τελώναι ούτω ποιούσιν;» (Ματθ. Ε : 46-47).
Οι χριστιανοί πρέπει να ξεπερνούν στην αγάπη τους άπιστους. Τη διαφορά τους μ αυτούς, αλλά και την τελειότητά τους, έτσι θα τη δείχνουν.
Ο ουράνιος Πατέρας μας «τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. Ε : 45). Σαν παιδιά Του λοιπόν εμείς οι χριστιανοί ας Τον μιμούμαστε. «Γίνεσθε ουν μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά» (Εφεσ. Ε : 1).
Μου είναι αδύνατον, ίσως πεις, ν αγαπήσω εγώ τους εχθρούς μου και να τους κάνω καλό.
Αλλά δεν έχεις δίκιο. Γιατί πως ήταν δυνατόν στον Δαβίδ να κλαίει για τους εχθρούς του που σκοτώθηκαν, τον Σαούλ και τον Αβεσσαλώμ; Τα δάκρυά του δεν είναι φανερό σημάδι της αγάπης του προς τους εχθρούς του; Πως ήταν δυνατόν στον Άγιο Στέφανο να προσεύχεται για τους εχθρούς του που τον πετροβολούσαν – «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην»; (Πραξ. Ζ : 60). Εφόσον ήταν δυνατόν σ όλους τους Αγίους να συγχωρούν, είναι κατορθωτό και από σένα. Γιατί άνθρωποι ήταν κι εκείνοι, όπως κι εσύ. Την ίδια αδυναμία που έχεις εσύ, είχαν κι εκείνοι.
Τα μικρά παιδιά όταν πρωτοπηγαίνουν στο σχολείο, διδάσκονται στην αρχή το αλφάβητο, έπειτα σιγά-σιγά συλλαβίζουν τις λέξεις, και στο τέλος μαθαίνουν να διαβάζουν άνετα. Αυτό το δρόμο πρέπει ν ακολουθούν και οι χριστιανοί. Πρώτα να διδαχθούν ν ανταποδίδουν καλό στο καλό, έπειτα να μην ανταποδίδουν το κακό στο κακό, την πικρία στην πικρία, την αδικία στην αδικία, ούτε με λόγια ούτε με έργα• τέλος, ν αγαπούν τους εχθρούς τους, να ευαρεστούν όσους τους μισούν και ν ανταποδίδουν το καλό στο κακό.
Να η σκάλα με την οποία οι χριστιανοί φτάνουν στην τελειότητα – στην αγάπη προς τους εχθρούς.
Ο ουράνιος Βασιλιάς μας προτρέπει όχι μόνο να συγχωρούμε όσους μας προσβάλλουν, αλλά και ν αγαπάμε τους εχθρούς μας. Διαφορετικά μας περιμένει ο αιώνιος θάνατος. «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. Ζ : 21).
Τω Θεώ πρέπει κάθε δόξα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν !

Ε΄. ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

2. Ο θάνατος
Η σκέψη του θανάτου είναι ικανή να παρακινήσει τον αμαρτωλό σε μετάνοια.
Μας είναι και γνωστός και άγνωστος ο θάνατος. Γνωστός, γιατί ξέρουμε ότι όλοι θα πεθάνουμε. Άγνωστος, γιατί δεν ξέρουμε πότε, πού και πώς θα πεθάνουμε.
Όσο περισσότερο ζούμε, τόσο περισσότερο μικραίνει η ζωή μας, τόσο λιγοστεύουν οι μέρες μας και πλησιάζουμε στο θάνατο. Είμαστε πιο κοντά του σήμερα απ΄ ό,τι χθες, αυτή την ώρα απ΄ ό,τι την προηγούμενη.
Ο θάνατος βαδίζει αόρατος πίσω απ΄ τον καθένα και τον αρπάζει τότε που δεν το υποπτεύεται. Εντούτοις, σχεδόν όλοι οι άνθρωποι – και μάλιστα οι υγιείς και οι δυνατοί – κάνουν τις ακόλουθες σκέψεις για τον εαυτό τους:
– Εγώ θα ζήσω ακόμη αρκετά. Είναι πολύ μακριά το τέλος μου. Θα μαζέψω πλούτη και θα ευφραίνομαι.
Μα ορμάει ξαφνικά εναντίον τους ο θάνατος και σβήνουν τα όνειρα και οι επιθυμίες. Και πεθαίνει γρήγορα εκείνος που έταξε στον εαυτό του μακροζωία. Και αφήνει τ΄ αγαθά του και το σώμα του στον κόσμο εκείνος που ήθελε να συγκεντρώνει πλούτη.
Άγνωστο λοιπόν μας είναι το τέλος, χριστιανοί. Ο φιλάνθρωπος Θεός, που φροντίζει για το καλό μας, τα καθόρισε έτσι, ώστε να είμαστε πάντα έτοιμοι και να καταφεύγουμε στην ειλικρινή μετάνοια.
Με ό,τι θα φύγει ο άνθρωπος από δω, μ΄ αυτό και θα παρουσιαστεί μπροστά στο κριτήριο του Χριστού.
Αδελφοί, ας συλλογιστούμε προσεκτικά αυτά τα λόγια κι ας μετανοήσουμε, για να μην ταξιδέψουμε προς την αιωνιότητα με τις αμαρτίες μας και εμφανιστούμε μ΄ αυτές σ΄ εκείνο το δικαστήριο.
Ο φιλεύσπλαχνος Θεός μας υποσχέθηκε το έλεός Του, δεν μας υποσχέθηκε όμως ότι θα ζούμε το επόμενο πρωί. Και τούτο, για να είμαστε προσεκτικοί, και όταν ξυπνάμε, να θυμόμαστε το θάνατό μας, να διορθώνουμε τον εαυτό μας, να ετοιμαζόμαστε για την έξοδό μας, ώστε να έχουμε μακάριο τέλος.
Είναι φοβερή η ώρα του θανάτου. Όλοι οι άγιοι τη σκέφτονταν κι έκλαιγαν, ικετεύοντας τον φιλάνθρωπο Θεό να τους ελεήσει εκείνη την ώρα. Εκπληκτικό! Να κλαίνε οι άγιοι στη σκέψη του θανάτου, και οι αμαρτωλοί ωστόσο να μη συγκινούνται, αν και καθημερινά κάποιον βλέπουν να πεθαίνει.
Φτωχοί αμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε, ενώ ο διάβολος σαν κλέφτης αρπάζει τη σωτηρία μας; Ας γράψουμε στη μνήμη μας την ώρα του θανάτου και ας είμαστε έτοιμοι. Απ΄ αυτήν θα εξαρτηθεί, αν ο άνθρωπος θα είναι αιώνια ευτυχισμένος ή αιώνια δυστυχισμένος. Από το θάνατο ανοίγουν για τον καθένα οι πύλες της αιωνιότητας, ο δρόμος για την αιώνια μακαριότητα ή την αιώνια δυστυχία. Απ΄ αυτόν τον σταθμό αρχίζει ο άνθρωπος να ζει ή να πεθαίνει αιώνια.
Πού βρίσκονται τώρα όσοι έζησαν πρίν από μας και πέρασαν τη ζωή τους αμετανόητα, με κραιπάλες και ηδονές; Έφυγαν απ΄ αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας εδώ όλες τους τις χαρές. Οδηγήθηκαν καθένας στον τόπο του, περιμένοντας την τελευταία Κρίση, οπότε θα λάβουν την αμοιβή των έργων τους.
Γι΄ αυτό εφόσον δεν ήρθε ακόμα για μας εκείνη η ώρα, ας στραφούμε ολόψυχα προς τον Θεό μας με την πίστη και τη μετάνοια, ώστε να κερδίσουμε την αιωνιότητα.
* * *
Αγαπητέ χριστιανέ! Ο θάνατος μας ακολουθεί βήμα προς βήμα χωρίς να τον βλέπουμε, και το τέλος φτάνει τότε που δεν το περιμένουμε. Γι΄ αυτό να βρίσκεσαι συνέχεια σε κατάσταση μετάνοιας, έτοιμος παντού και πάντοτε για την αναχώρησή σου.
Ο συνετός δούλος είναι πάντα άγρυπνος και περιμένει πότε θα τον καλέσει ο Κύριός του. Αγρύπνα κι εσύ και περίμενε πότε θα σε καλέσει ο Κύριός σου, ο Χριστός. Να ζεις όπως θα ήθελες να σε βρει ο θάνατος. Να ζεις με ευσέβεια και να εργάζεσαι με φόβο και τρόμο για τη σωτηρία σου. Έτσι δεν θα στερηθείς την αιώνια σωτηρία, που μας δώρισε ο Κύριός μας με το αίμα Του και το θάνατό Του. Έτσι θα τελειώσεις τη ζωή σου χριστιανικά. Και είναι πραγματικά μακάριοι οι νεκροί εκείνοι πού πεθαίνουν πιστοί στον Κύριο και ενωμένοι μαζί Του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου